Η πάλη ενάντια στις υγειονομικές
διακρίσεις είναι αναπόσπαστο μέρος της γενικότερης πάλης ενάντια στην
αντιδραστική κυβέρνηση
Υποχρεωτικά ράπιντ τεστ κάθε βδομάδα με πληρωμή από την τσέπη τους για ανεμβολίαστους και εμβολιασμένους με δύο δόσεις εργαζόμενους δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, που παρατείνονται μέχρι τις 30 Ιουνίου· υποχρεωτικές μάσκες στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στα ταξί· πλήρης αποκλεισμός των ανεμβολίαστων υγειονομικών και φοιτητών υγείας από τις μονάδες εντατικής θεραπείας και άλλα τμήματα νοσοκομείων, με δυνατότητα διεύρυνσης των αποκλεισμών από την επιτροπή λοιμώξεων κάθε νοσοκομείου.
Τη στιγμή που όλη η Ελλάδα συγκλονίζεται από το έγκλημα των Τεμπών, και κατά παγκόσμια ίσως πρωτοτυπία, η κυβέρνηση φροντίζει να παρατείνει χωρίς την παραμικρή δικαιολογία τις υγειονομικές διακρίσεις και περιορισμούς. Συνεχίζει έτσι την πολιτική εκδίκησης και διαχωρισμών εις βάρος όσων δεν υποτάχτηκαν στο κυρίαρχο «αφήγημα» γύρω από την επιδημία.Παράλληλα,
δεν βγάζει τσιμουδιά για την επιστροφή των μισθών Απριλίου έως και Δεκεμβρίου
2022 τους οποίους οφείλει το κράτος στους υγειονομικούς που κατά το διάστημα
αυτό βρίσκονταν σε αναστολή, μετά την έκδοση ήδη από τον Νοέμβρη της απόφασης
του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε άκυρες ως αντισυνταγματικές τις
αναστολές του διαστήματος αυτού.
Τέλος,
ως απότοκο της συστηματικής εδώ και τρία χρόνια στοχοποίησης των ανεμβολίαστων,
συνεχίζεται εκτός κάθε νομικού πλαισίου
η δυσμενής μεταχείρισή τους σε όλους τους εργασιακούς χώρους και γενικότερα
στην αγορά εργασίας. Μέχρι και προκηρύξεις θέσεων σε δημόσια νοσοκομεία
περιέχουν –καταφανώς παράνομες– απαιτήσεις για εμβολιασμό, αφού θεωρείται πλέον
από όλους σχεδόν αυτονόητο ότι ο ανεμβολίαστος είναι εργαζόμενος «δεύτερης
κατηγορίας».
Όσο
για τις παρενέργειες του εμβολιασμού, παρόλο
που σε μια σειρά από χώρες έχουν αρχίσει δειλά δειλά να αναγνωρίζονται, να
δημοσιεύονται σε κάποιες μελέτες και να χορηγούνται κάποιες αποζημιώσεις, στη χώρα μας η κουβέντα είναι απαγορευμένη
και θα πρέπει λίγο πολύ να νιώθουμε ευγνώμονες όποτε το τηλεοπτικό επιστημονικό
«ιερατείο» (Γκάγκα, Λινού και Σία) ευαρεστούνται να μας πετάξουν κατάμουτρα
κυνικές δηλώσεις του τύπου «αν είχαμε
αναφερθεί στις παρενέργειες, δεν θα είχε εμβολιαστεί κανείς».
Η
κατάσταση αυτή ασφαλώς δεν είναι άσχετη με τη γενικότερη κατάσταση της χώρας
μας και την προώθηση αντιδραστικών νοοτροπιών και πολιτικών που βασίζονται στα
ιδεολογικά κατασκευάσματα περί «αριστείας», περί «συντεχνιών» και «κακών
εργαζομένων» που πρέπει πάση θυσία να «αξιολογηθούν»· πολιτικών που αποσκοπούν
στην εξαφάνιση και των τελευταίων καταλοίπων δημοκρατίας. Πρόκειται ουσιαστικά για τη συνέχιση της ίδιας αυταρχικής πολιτικής που
ακολουθείται σε όλα τα ζητήματα.
Η πάλη λοιπόν ενάντια στον αυταρχισμό της
κυβέρνησης και τις αντιδραστικές αλλαγές που αυτή προωθεί, ακόμα και τώρα που
βρίσκεται στο τέλος της θητείας της, θα πρέπει να συμπεριλάβει και την πάλη
ενάντια στις υγειονομικές διακρίσεις που υπέστησαν τα τελευταία τρία χρόνια και
συνεχίζουν να υφίστανται ακόμα και σήμερα χιλιάδες άνθρωποι. Είναι ένα τεράστιο θέμα που δεν πρέπει να το κρύψουμε
κάτω από το χαλί, αλλά να αποτελέσει αντικείμενο διεκδίκησης ολόκληρου πλέον
του κοινωνικού κινήματος.
Ο αγώνας είναι κοινός, εμβολιασμένων και
ανεμβολίαστων, ενάντια σε αυτήν την πολιτική που μας καταδυναστεύει και μας
σκοτώνει. Θα πρέπει λοιπόν και ως κοινωνία να ξεπεράσουμε τον διχασμό και την
καχυποψία που μας επέβαλε το καθεστώς και ενωμένοι να παλέψουμε για την πτώση
της αδίστακτης αυτής κυβέρνησης και των αντιδραστικών πολιτικών που επί τέσσερα
χρόνια έχουμε υποστεί.
Βασίλης Παπανικολάου