Η Ε.Ε. ουσιαστικά έβαλε πλαφόν σε ένα αγαθό από το οποίο είναι εξαρτημένη |
Ουσιαστικά, με το πλαφόν απαγορεύεται στις ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες με έδρα την Ε.Ε. και τις χώρες της G7 να διακινούν φορτία ρωσικού αργού σε τρίτες χώρες –αφού για την Ε.Ε. ισχύει η απαγόρευση– εκτός εάν αυτά πωλούνται σε τιμή χαμηλότερη των 60 δολαρίων το βαρέλι. Η κίνηση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι οι πιο σημαντικές ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες εδρεύουν στις χώρες της G7 και αυτό, θεωρητικά τουλάχιστον, θα δυσκολέψει τη Ρωσία να πουλά το πετρέλαιό της σε υψηλότερη τιμή.
Η απόφαση αυτή απευθύνεται ξεκάθαρα σε άλλους μεγάλους αγοραστές, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, αφού το 75% του ρωσικού αργού πετρελαίου που φορτώνεται τώρα στα λιμάνια της Βαλτικής στη Ρωσία κατευθύνεται προς την Ασία. Η κεντρική ιδέα είναι να περιοριστούν τα ρώσικα έσοδα, αλλά να διατηρηθεί η ροή του πετρελαίου στην παγκόσμια οικονομία, αφού το πλαφόν είναι πάνω από τα 50 δολάρια που διαπραγματεύεται τώρα το ρωσικό αργό Ουραλίων. Όλο αυτό δείχνει ότι το ρωσικό πετρέλαιο είναι αναγκαίο και δύσκολα μπορεί να αντικατασταθεί. Μέσα στην Ε.Ε. υπήρχε διχογνωμία, με το μπλοκ της Πολωνίας να ζητά χαμηλότερο πλαφόν, ενώ κράτη με μεγάλο ναυτιλιακό τομέα, δηλαδή Ελλάδα, Μάλτα και Κύπρος, ζητούσαν πλαφόν πάνω από τα 70 δολάρια.
Πρόκειται φυσικά περί ενός μέτρου που δείχνει όλο το αδιέξοδο της Ε.Ε., αφού, με το μέχρι τώρα καθεστώς, η Ε.Ε. είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ορυκτών καυσίμων της Ρωσίας, έχοντας πληρώσει 3,1 δις ευρώ για άνθρακα, 51,7 δις ευρώ για φυσικό αέριο και 67,2 δις ευρώ για πετρέλαιο από την αρχή του πολέμου και στην πραγματικότητα συνεχίζει να προμηθεύεται κανονικά ρωσική ενέργεια ακόμα και από «πλάγιες» οδούς! Το μέτρο, τέλος, θα πλήξει ξεκάθαρα τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά αλλά και την παραγωγική οικονομία.
Γιάννης Τριανταφύλλου