Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2023

Το «πλαφόν» στο ρωσικό πετρέλαιο

Η Ε.Ε. ουσιαστικά έβαλε πλαφόν σε ένα αγαθό
από το οποίο είναι εξαρτημένη
 Ως μοχλό πίεσης απέναντι στη Ρωσία, η Ευρωπαϊκή Ένωση (E.E.), μαζί με τις 7 ισχυρότερες χώρες στον κόσμο (G7) και την Αυστραλία, αποφάσισαν την επιβολή ανώτατης τιμής πώλησης (πλαφόν) στο ρωσικό αργό πετρέλαιο που μεταφέρεται διά θαλάσσης, με ισχύ από τις 5 Δεκεμβρίου 2022 για το αργό πετρέλαιο – και από τις 5 Φεβρουαρίου 2023 για τα προϊόντα πετρελαίου. Επιπλέον, η Ε.Ε. ειδικά απαγόρευσε στις χώρες μέλη της και στις ευρωπαϊκές εταιρείες να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο που διακινείται διά θαλάσσης, με εξαίρεση τη Βουλγαρία, που πήρε παράταση ως το τέλος του 2024. Αντιθέτως, οι ροές μέσω του βασικού αγωγού Druzhba από τη Ρωσία προς την Ευρώπη εξακολουθούν να επιτρέπονται, αν και η Γερμανία και η Πολωνία δήλωσαν ότι θα σταματήσουν τέτοιες εισαγωγές μέχρι το τέλος του 2022.

Ουσιαστικά, με το πλαφόν απαγορεύεται στις ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες με έδρα την Ε.Ε. και τις χώρες της G7 να διακινούν φορτία ρωσικού αργού σε τρίτες χώρες –αφού για την Ε.Ε. ισχύει η απαγόρευση– εκτός εάν αυτά πωλούνται σε τιμή χαμηλότερη των 60 δολαρίων το βαρέλι. Η κίνηση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι οι πιο σημαντικές ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες εδρεύουν στις χώρες της G7 και αυτό, θεωρητικά τουλάχιστον, θα δυσκολέψει τη Ρωσία να πουλά το πετρέλαιό της σε υψηλότερη τιμή. 

Η απόφαση αυτή απευθύνεται ξεκάθαρα σε άλλους μεγάλους αγοραστές, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, αφού το 75% του ρωσικού αργού πετρελαίου που φορτώνεται τώρα στα λιμάνια της Βαλτικής στη Ρωσία κατευθύνεται προς την Ασία. Η κεντρική ιδέα είναι να περιοριστούν τα ρώσικα έσοδα, αλλά να διατηρηθεί η ροή του πετρελαίου στην παγκόσμια οικονομία, αφού το πλαφόν είναι πάνω από τα 50 δολάρια που διαπραγματεύεται τώρα το ρωσικό αργό Ουραλίων. Όλο αυτό δείχνει ότι το ρωσικό πετρέλαιο είναι αναγκαίο και δύσκολα μπορεί να αντικατασταθεί. Μέσα στην Ε.Ε. υπήρχε διχογνωμία, με το μπλοκ της Πολωνίας να ζητά χαμηλότερο πλαφόν, ενώ κράτη με μεγάλο ναυτιλιακό τομέα, δηλαδή Ελλάδα, Μάλτα και Κύπρος, ζητούσαν πλαφόν πάνω από τα 70 δολάρια.

Πρόκειται φυσικά περί ενός μέτρου που δείχνει όλο το αδιέξοδο της Ε.Ε., αφού, με το μέχρι τώρα καθεστώς, η Ε.Ε. είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ορυκτών καυσίμων της Ρωσίας, έχοντας πληρώσει 3,1 δις ευρώ για άνθρακα, 51,7 δις ευρώ για φυσικό αέριο και 67,2 δις ευρώ για πετρέλαιο από την αρχή του πολέμου και στην πραγματικότητα συνεχίζει να προμηθεύεται κανονικά ρωσική ενέργεια ακόμα και από «πλάγιες» οδούς! Το μέτρο, τέλος, θα πλήξει ξεκάθαρα τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά αλλά και την παραγωγική οικονομία.

 

Γιάννης Τριανταφύλλου