Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

ΕΛΛΗΝΟ-ΤΟΥΡΚΙΚΑ Ε.Ε.-ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΕΝΘΑΡΡΥΝΟΥΝ ΤΟΝ ΕΡΝΤΟΓΑΝ




Τα πιο πρωτοπόρα τμήματα του ελληνικού και του τουρκικού λαού
οφείλουν να κινητοποιηθούν ενάντια στις πολεμικές απειλές
Εδώ και πολλά χρόνια η Τουρκία ακολουθεί τη γνωστή τακτική προκλήσεων, παραβιάζοντας τα ελληνικά εναέρια και θαλάσσια σύνορα. Από ελληνικής πλευράς, η απάντηση είναι η πάγια τακτική αναχαίτισης των αεροσκαφών και εκδίωξης των πλοίων από αυτές τις περιοχές. Ειδικά όμως μετά την έναρξη εργασιών εξόρυξης υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ, οι προκλήσεις και οι παραβιάσεις κλιμακώθηκαν, με αποκορύφωμα, στις 12 Φεβρουαρίου, την επιθετική κίνηση μιας τουρκικής ακταιωρού, με σκοπό τη βύθιση
άοπλου πλοίου του ελληνικού λιμενικού δια του διεμβολισμού στην περιοχή των Ιμίων. Στην Κύπρο, αμφισβητώντας ευθέως το δικαίωμά της να εκμεταλλεύεται τον ενεργειακό πλούτο της, τουρκικά πολεμικά πλοία εκδίωξαν το γεωτρύπανο της ιταλικής εταιρείας ΕΝΙ.
Τελευταία, η σύλληψη δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο εικάζεται ότι ήταν σχεδιασμένη και μάλλον η έκβαση αυτής της υπόθεσης θα εξαρτηθεί από τη στάση των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ΗΠΑ, Γαλλίας κ.λπ., στο θέμα των εξορύξεων.
Αυτά μας δείχνουν ότι η Τουρκία θα παλέψει με διάφορους τρόπους για τη συνεκμετάλλευση του πετρελαϊκού πλούτου στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, είτε στην κυπριακή ΑΟΖ είτε στην ελληνική, και γενικότερα θα προσπαθήσει να διεκδικήσει κάτι από αυτή την ιμπεριαλιστική μοιρασιά.
Η όξυνση έχει και άλλες αιτίες. Ο πόλεμος εναντίον των Κούρδων της Συρίας δεν φαίνεται να πηγαίνει όπως φανταζόταν η τουρκική ηγεσία. Αυτό φανερώνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι ο τουρκικός στρατός, παρά τον οπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, είναι σε άσχημη κατάσταση, ειδικά μετά τις διώξεις και το ξήλωμα των στρατιωτικών εξαιτίας του πραξικοπήματος. Δεύτερον, δείχνει την αδυναμία της ηγεσίας της έναντι τόσο κρίσιμων καταστάσεων. Δείχνει έναν πανικό μπροστά στον κίνδυνο δημιουργίας ενός κουρδικού κράτους, υποστηριζόμενου μάλιστα από τις ΗΠΑ.
Στο εσωτερικό, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει δύο μέτωπα. Την αντιπολίτευση, που περιμένει να τον εξοντώσει στην πρώτη του αποτυχία, και την κοσμική Τουρκία, που διαφωνεί με την ισλαμοποίηση της χώρας, έχει τάσεις προς τον Δυτικό πολιτισμό και εναντιώνεται στον πόλεμο και τις πολιτικές διώξεις. Έτσι, το καθεστώς Ερντογάν καταφεύγει στην εθνικιστική έξαρση, που μοιραία το οδηγεί σε νέα αδιέξοδα.
Για την ανάπτυξη αυτής της νεο-οθωμανικής επεκτατικής πολιτικής ευθύνεται και η αντιμετώπιση του καθεστώτος Ερντογάν από την Ε.Ε. και από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Η αναγνώρισή του ως «δημοκρατικού ηγέτη», η μη καταγγελία ενός αυταρχικού καθεστώτος που έχει γεμίσει κυριολεκτικά τις φυλακές με πολιτικούς κρατούμενους, η ανοχή σε κάθε του ενέργεια και η μη υποστήριξη προοδευτικών φωνών στο εσωτερικό της Τουρκίας, όλα αυτά επέτρεψαν σ’ αυτό το καθεστώς να καταδιώκει, να φυλακίζει και να δολοφονεί οποιονδήποτε κρίνει ως επικίνδυνο για την επεκτατική πολιτική του. Επίσης, ευθύνεται η εμμονική θέση της ελληνικής αστικής τάξης να μπει η Τουρκία στην Ε.Ε., γιατί δήθεν συμφέρει την Ελλάδα, μια θέση που η ελληνική αστική τάξη προωθεί επειδή ορέγεται την τουρκική αγορά. Τέλος, η δουλοπρεπής στάση να χαϊδεύουν τον Ερντογάν για να μη στέλνει πολλούς πρόσφυγες είναι μια αυταπάτη. Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν και στους δύο λαούς μια ανασφάλεια για τα μελλούμενα, που έχει αρνητική επίδραση και στις εργατικές διεκδικήσεις.
Μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, μια ανοιχτή σύγκρουση είναι πιθανή, δεν είναι όμως μέσα στις επιδιώξεις των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ειδικά μεταξύ δύο κρατών-μελών του ΝΑΤΟ. Επίσης, η Τουρκία δεν είναι αυτή που θέλει να δείχνει. Οικονομικά είναι σε κακή κατάσταση και ένας πόλεμος όχι μόνο θα τη βύθιζε ακόμα περισσότερο αλλά θα έχανε και αυτά τα οποία διεκδικεί τώρα μέσα από διπλωματικές οδούς. Ιστορικά πάλι, από το 1922 δεν έχει επιτεθεί εναντίον τακτικού στρατού, πλην της Κύπρου το 1974, όπου όμως η Ελλάδα επενέβη πρώτη και η Τουρκία κλήθηκε ως εγγυήτρια δύναμη να στηρίξει τους Τουρκοκύπριους.  
Η δημιουργία ενός μετώπου από τα πιο πρωτοπόρα κομμάτια του ελληνικού και των ευρωπαϊκών λαών με τον καταδιωκόμενο δημοκρατικό κόσμο της Τουρκίας, τους Κούρδους, την τουρκική αριστερά, θα άλλαζε τους ταξικούς και πολιτικούς συσχετισμούς στην περιοχή, συμβάλλοντας έτσι να καταλυθεί η στυγνή δικτατορία στην Τουρκία αλλά και να αναπτυχθεί ένα αντιπολεμικό κίνημα και στις δύο χώρες.

Χρήστος Χατζής