Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2022

«Γνωσιοθεωρία και Φιλοσοφία του Νου» του Δημήτρη Ντούσα

 Τα τρία φιλοσοφικά έργα του γνωστού συγγραφέα και ιδρυτή του Ανοικτού Φιλοσοφικού Σχολείου Δημήτρη Ντούσα που κυκλοφόρησαν μέσα στην περίοδο της πανδημίας (2020-21) θα λέγαμε ότι, συμβολικά, σπάνε μια «καραντίνα»· με την έννοια ότι ο Δημήτρης Ντούσας τολμά να θέσει εκ νέου στο πέραν των στενών ακαδημαϊκών κύκλων κοινό μεγάλα φιλοσοφικά ζητήματα και ερωτήματα, θέτοντας ταυτόχρονα την αναγκαιότητα να αναζητήσουμε μέσα και από τη συστηματική φιλοσοφική σκέψη απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας. Τα τρία έργα που συνθέτουν αυτό το τόλμημα είναι η «Φιλοσοφία και Κοινωνιολογία της Γλώσσας» (2020), η «Γνωσιοθεωρία και Φιλοσοφία του Νου» (2021) και η «Μεταφυσική» (2021), όλα από τις εκδόσεις Χατζηλάκος. Εδώ θα αναφερθούμε στο δεύτερο από αυτά τα έργα, τη «Γνωσιοθεωρία και Φιλοσοφία του Νου». 

Πατώντας στέρεα στο πλούσιο μαρξιστικό, διαλεκτικό-υλιστικό του υπόβαθρο, αλλά με κριτικό και «ανοιχτό» πνεύμα, ο συγγραφέας: α) ανασυνθέτει τις βασικές προβληματικές που έχουν αναπτυχθεί μέσα σε αυτό το σπουδαιότατο, διττό πεδίο της φιλοσοφίας· β) παρουσιάζει κριτικά τις απαντήσεις που έχουν δοθεί σε αυτές τις προβληματικές από τα κλασικά φιλοσοφικά ρεύματα, αλλά και από πιο πρόσφατους μελετητές καθώς και επιστήμονες διαφόρων επιστημονικών κλάδων· γ) προεκτείνει το πεδίο αυτό προς εντελώς σύγχρονα ζητήματα (τεχνητή «νοημοσύνη», μεγάλα δεδομένα, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, νευροεπιστήμες κ.ά.)· και δ) υπερασπίζεται τις κατακτήσεις του διαλεκτικού υλισμού, αφήνοντας όμως ανοιχτή τη δυνατότητα και «νέων εκκινήσεων», όπως λέει. 

Παραθέτουμε αποσπάσματα από το έργο, περισσότερο για να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον του υποψήφιου αναγνώστη: 

«Γνώση είναι η ενεργητική, στοχευμένη απεικόνιση στον ανθρώπινο εγκέφαλο του αντικειμενικού κόσμου και των νόμων κίνησής του». 

«Ποια είναι, λοιπόν, τα θεμέλια της γνώσης; Πρώτον, η ύλη. Δεύτερον, ο εγκέφαλος. Τρίτον, η κοινωνία. Τέταρτον, η γλώσσα. Άρα η γνώση έχει μια υλική, εγκεφαλική, κοινωνική, γλωσσική βάση». 

«…η σύμπτωση των πιο γενικών νόμων της φύσης και των νόμων της γνώσης, της νόησης […] απορρέει από την ενότητα του ανθρώπινου υποκειμένου με το αντικείμενο-φύση».

«Χωρίς ανάγκη δεν υπάρχει πράξη. Χωρίς πράξη δεν υπάρχει πρακτική πείρα. Χωρίς πρακτική πείρα δεν δημιουργείται θεωρητική γνώση (επιστημονική και φιλοσοφική). Δεν υπάρχει θεωρητική γνώση αυτάρκης, γνώση δηλαδή που να αρκείται στον εαυτό της».

«…η επινόηση μιας νέας κοινωνίας, όπως είναι αυτή της “κοινωνίας της γνώσης”, ή εναλλακτικά, της “κοινωνίας της πληροφορίας”, είναι μια αφαίρεση, μια νοητική κατασκευή, καθώς τέτοιος τύπος κοινωνίας δεν υπάρχει. Όλες οι κοινωνίες σήμερα είναι ταξικές κοινωνίες, κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. Οι αστικές τάξεις έχουν πρόσβαση στη γνώση και στην παραγωγή της, καθώς και στην εκμετάλλευσή της στην υλική παραγωγή […] ενώ οι εργαζόμενες τάξεις, οι άνεργοι και οι αποκλεισμένοι λαοί βιώνουν το απαρτχάιντ της γνώσης…».

«Η σκέψη δεν είναι […] έκκριμα του υλικού εγκεφάλου και δεν είναι […] ο εγκέφαλος που σκέφτεται. Όπως σωστά θα σημειώσει ο Λένιν και αργότερα ο Λεόντιεφ και ο Ιλιένκοφ, “είναι ο άνθρωπος που σκέφτεται με τη βοήθεια του εγκεφάλου”, καθώς και με τη βοήθεια της γλώσσας και του ανόργανου κοινωνικού και πολιτισμικού σώματος των ανθρώπων».

«Το λάθος της κυβερνητικής έγκειται στο ότι εξετάζει τη νόηση σαν προτσές επεξεργασίας πληροφοριών αποσπώντας την απ’ τη βιολογική και κοινωνική της ουσία».

«Το θεμελιώδες ελάττωμα της τυπικής, κοινής λογικής έγκειται στο ότι επιθυμεί να ικανοποιείται με στατικές εικόνες και ιδέες μιας πραγματικότητας, όπως είναι η συνείδηση, που βρίσκεται σε αιώνια κίνηση, αλλαγή, εξέλιξη και ανάπτυξη».

«Για την υλιστική γνωσιοθεωρία  η πηγή και το κριτήριο των γνώσεών μας είναι η πράξη. Άρα μια γνωσιολογική θεωρία πρέπει να έχει και μια πρακτική αξία: να καθοδηγεί την κοινωνικο-πρακτική δράση μας, να φωτίζει τον δρόμο και τα βήματά μας για το πώς πρέπει να κατακτούμε τη γνώση, να την ελέγχουμε και να την αποκρυσταλλώνουμε στα υλικά, κοινωνικά και πνευματικά μας έργα». 

«Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι επιτυχίες των μηχανών τεχνητής νοημοσύνης δεν οφείλονται στην ανύπαρκτη νοημοσύνη τους αλλά στην προγραμματισμένη “ικανότητα” επεξεργασίας και διαχείρισης πληροφοριών ή ψηφιακών δεδομένων με υπερβολικά μεγάλη ταχύτητα…».

Χαρακτηριστικό της διανοητικής τόλμης και ευρύτητας του συγγραφέα είναι ότι αντλεί επιχειρήματα πάνω στο ζήτημα της πηγής και της φύσης της γνώσης και από πεδία που η στενή ακαδημαϊκή αντίληψη συνήθως σνομπάρει, όπως: οι παροιμίες του λαού μας, τα άτομα με νοητικά ή ψυχικά προβλήματα, ο κόσμος των ζώων, ο κόσμος της εργασίας, ο κόσμος της τεχνολογίας κ.λπ. 

Από κάθε άποψη, το βιβλίο αυτό είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για καθέναν που είτε θέλει να αρχίσει να εντρυφεί στη συστηματική φιλοσοφική σκέψη είτε διαθέτει ήδη κάποιες γνώσεις και θέλει να διευρύνει τους ορίζοντές του. Αλλά είναι και ένα εργαλείο για καθέναν που θέλει να συμβάλει στην υπόθεση της χειραφέτησης του ανθρώπου από τα δεσμά της άγνοιας, της αλλοτρίωσης και της εκμετάλλευσης.

 

Πάρις Δάγλας