Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2021

Ενεργειακή κρίση Το αδιέξοδο της απολιγνιτοποίησης

 

Εκτόξευση τιμών στο φυσικό αέριο, «τέλη ρύπων»
«πράσινες» μπίζνες κάνουν την ενέργεια απρόσιτη για 
τα λαϊκά νοικοκυριά
Τη διαθεσιμότητα του συνόλου των θερμικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (λιγνίτη και φυσικού αερίου) και την εξασφάλιση αντίστοιχα των απαραίτητων ποσοτήτων καυσίμου ζητά ο ΑΔΜΗΕ ενόψει της αυξημένης ζήτησης ρεύματος που αναμένεται τον χειμώνα, αλλά και της έκρηξης των τιμών φυσικού αερίου και πετρελαίου στις διεθνείς αγορές.

Η κυβέρνηση, που είχε εξαγγείλει την ταχύτατη απολιγνιτοποίηση, θέλοντας και μη επιστρατεύει και πάλι τον λιγνίτη, αφού εκτός της αύξησης των τιμών φυσικού αερίου και πετρελαίου, οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας, ηλιακή, αιολική και υδροηλεκτρική, ακόμη και στην Ελλάδα, δεν έχουν επαρκή απόδοση, ενώ παράλληλα εισάγουμε και ρεύμα από το εξωτερικό. Και μπορεί ο λιγνίτης να θεωρείται «βρώμικος» όσον αφορά την επίδρασή του στο περιβάλλον, αλλά είναι πάμφθηνος και η χώρα διαθέτει υπεραφθονία κοιτασμάτων. Το πρόβλημα με τη χρήση του είναι η τεχνητή εκτίναξη των τιμών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη (από €25/τόνο το 2020 στα €60/τόνο σήμερα), μέσα από το κερδοσκοπικής φύσης «χρηματιστήριο ρύπων», που επιβαρύνει τους ήδη φουσκωμένους λογαριασμούς ρεύματος. Και παρά τα παράλογα «τέλη άνθρακα» (που δεν προσφέρουν τίποτε στο περιβάλλον), ο λιγνίτης έφτασε και πάλι να συμφέρει, σε σχέση με το πανάκριβο πλέον φυσικό αέριο.

Τα κράτη-μέλη της ΕΕ προσπαθούν να βρουν συντονισμένες δράσεις με στόχο να μειωθούν οι υψηλές τιμές της ενέργειας, ενώ παράλληλα έχουν θέσει τον στόχο μείωσης κατά 55% των εκπομπών έως το 2030 με τη χρήση «πράσινης» ενέργειας. Αυτό όμως είναι αντιφατικό, αφού κάτι τέτοιο προϋποθέτει την ύπαρξη μεγάλων μονάδων αποθήκευσης της διαλείπουσας φωτοβολταϊκής και αιολικής ενέργειας, όμως οι μπαταρίες βρίσκονται ακόμη ουσιαστικά σε πειραματικό στάδιο. Στον αντίποδα, υπάρχει και το αίτημα 10 χωρών, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, για τον χαρακτηρισμό της πυρηνικής ενέργειας ως «πράσινης»! Την ίδια στιγμή, περίπου 50 υπόγειες δεξαμενές αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι γεμάτες μόλις κατά 60%, όταν τα προηγούμενα χρόνια τέτοια εποχή είχαν πληρότητα 90%. 

Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι καθαρή, φτηνή και άφθονη ενέργεια δεν μπορεί να υπάρξει με όρους «ελεύθερης αγοράς». Η μετάβαση από τη «βρώμικη» στην «καθαρή» ενέργεια απαιτεί χρόνο και κόστος, το οποίο κόστος επιδιώκουν για μια ακόμη φορά να το ρίξουν στις πλάτες των εργαζομένων.

 

Γιάννης Τριανταφύλλου