Μετά από μια σειρά ετών κατά τη διάρκεια των οποίων επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) στη χώρα μας οι καταστροφικές μνημονιακές πολιτικές και εφαρμόστηκαν κατά γράμμα από τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, με την πλήρη στήριξη της πλειονότητας της αντιπολίτευσης, λεηλατώντας τις ζωές μας και την αξιοπρέπειά μας· μετά από μια σειρά ετών κατά τη διάρκεια των οποίων η Ε.Ε., από κοινού με τους εντεταλμένους Έλληνες πολιτικούς κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, έστειλαν την οικονομία της Ελλάδας στα τάρταρα και την έκαναν τη φτωχότερη χώρα της Ευρώπης, με μισθούς πείνας, ανασφάλεια, ανεργία, καταστρατήγηση βασικών δημοκρατικών δικαιωμάτων· μετά από τα τελευταία χρόνια κατά τα οποία η Ε.Ε. επαινούσε τον Μητσοτάκη για το πόσο «καλό παιδί» είναι στην εφαρμογή των μνημονίων και της νεοφιλελεύθερης ατζέντας, έρχεται τώρα, στις 7 Φεβρουαρίου, το καταδικαστικό ψήφισμα των Σοσιαλδημοκρατών, Φιλελευθέρων, Πρασίνων και της «Αριστεράς» του Ευρωκοινοβουλίου σχετικά με το κράτος δικαίου και την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα. Το ψήφισμα, που επί της ουσίας κατατάσσει την Ελλάδα στην ίδια λίστα με την Ουγγαρία του Όρμπαν, ήταν «κεραυνός εν αιθρία» για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δεν έχουμε καμία αυταπάτη για τις «αξίες» και τις «αρχές» της Ε.Ε., ούτε βέβαια για το Ευρωκοινοβούλιο, αλλά παρ’ όλα αυτά το ψήφισμα, για διάφορους λόγους, που έχουν να κάνουν και με τις αντιθέσεις μέσα στην ίδια την Ε.Ε., λέει πολλές αλήθειες. Και αυτό είναι ένα σοβαρό πλήγμα για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Συγκεκριμένα το ψήφισμα: Καταδικάζει «την παράνομη εργαλειοποίηση του όρου “απειλή για την εθνική ασφάλεια” ως δικαιολογία για τις απαράδεκτες υποκλοπές και την παρακολούθηση πολιτικών αντιπάλων». Καταδικάζει το γεγονός ότι «η ΕΥΠ τελεί υπό την άμεση αρμοδιότητα και εποπτεία του πρωθυπουργού». Εκφράζει βαθιά ανησυχία για το ό,τι «οι δικαστικές αρχές στην Ελλάδα δεν έχουν σημειώσει καμία πρόοδο στην έρευνα για τη δολοφονία του Έλληνα δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ στις 9 Απριλίου 2021». Εκφράζει «βαθιά ανησυχία για την έλλειψη προόδου στη δικαστική έρευνα για το ναυάγιο στην Πύλο». Για το έγκλημα στα Τέμπη δηλώνει ότι «η κοινοβουλευτική έρευνα στερείται πολιτικής αμεροληψίας» και εκφράζει ανησυχία για την άρνηση της Ελλάδας «να διεξαγάγει έρευνα για δύο πρώην υπουργούς Μεταφορών». Εκφράζει, επίσης, «βαθιά ανησυχία για τις πολυάριθμες περιπτώσεις υπερβολικής χρήσης βίας από τις αστυνομικές υπηρεσίες κατά μειονοτικών ομάδων και ειρηνικών διαδηλωτών εν γένει». Αναφέρεται στον έλεγχο των ΜΜΕ από έναν μικρό αριθμό ολιγαρχών, στη διανομή κρατικών επιδοτήσεων σε συγκεκριμένα κανάλια και στις διώξεις κατά δημοσιογράφων. Έτσι κι αλλιώς, στον δείκτη ελευθερίας του Τύπου η Ελλάδα κατατάσσεται στις χειρότερες θέσεις. Περαιτέρω το ψήφισμα αναφέρεται εκτεταμένα στη διαφθορά των δημοσίων υπηρεσιών και των δικαστικών αρχών. Άλλωστε, τα «αντανακλαστικά» του Άρειου Πάγου να εκδώσει ανακοίνωση κατά του ψηφίσματος, κάτι για το οποίο δεν έχει κανέναν ρόλο και καμία αρμοδιότητα, συνηγορώντας ουσιαστικά υπέρ της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αποδεικνύουν το πόσο διεφθαρμένη είναι η δικαστική εξουσία στη χώρα μας.
Πρέπει να απαιτήσουμε να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για το έγκλημα στα Τέμπη. Καθώς επίσης να αποκαλυφθεί η αλήθεια και για κάθε περίπτωση καθεστωτικής αυθαιρεσίας, όπως οι υποκλοπές. Να αντιταχθούμε στην εντεινόμενη κρατική καταστολή. Να απαιτήσουμε το δικαίωμα των πολιτών σε απρόσκοπτη και αμερόληπτη ενημέρωση καθώς και πραγματική ελευθερία του Τύπου. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι μια στυγνή, αδίστακτη ακροδεξιά και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, πλήρως υποταγμένη στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Ε.Ε. και της εγχώριας μεγαλοαστικής τάξης. Αλλά είναι και μια κυβέρνηση άκρως επικίνδυνη για τη δημοκρατία και τα δημοκρατικά δικαιώματα του ελληνικού λαού. Γι’ αυτό και πρέπει να βρει απέναντί της ένα μέτωπο εργατών-αγροτών-φοιτητών και γενικά όλων των λαϊκών στρωμάτων, ικανό να αντισταθεί αποτελεσματικά στον αυταρχισμό της και να υπερασπιστεί τα δημοκρατικά δικαιώματα του ελληνικού λαού.
Όλγα Στεφανίδου