Η τσιμεντοποίηση των ποταμών των και ρεμάτων της Αττικής προβλήθηκε ως αντιπλημμυρική πολιτική, αλλά μόνο αυτό δεν ήταν |
Η δημοσιότητα που πήρε το ζήτημα σχετικά με τον ενδεχόμενο κίνδυνο για τον κεντρικό οδικό άξονα της πρωτεύουσας δεν πρέπει όμως να αποπροσανατολίσει την απαραίτητη συζήτηση που οφείλουμε όλοι να κάνουμε σχετικά με τη διαχρονική πολιτική καταστροφής των ποτάμιων συστημάτων του Λεκανοπεδίου και όχι μόνο. Η οχετοποίηση των ρεμάτων και ποταμών της Αττικής στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα ήταν μια συνειδητή πολιτική επιλογή, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Παρά τις καταστροφικές πλημμύρες ανά διαστήματα στη χώρα μας, αντιμετωπίζουμε τα ποτάμια όχι ως φυσικά αντιπλημμυρικά αλλά ως ευκαιρία για χρυσοφόρες εργολαβίες. Η υπογειοποίηση, ή καλύτερα το στρίμωγμα του Κηφισού σε ένα επίμηκες ορθογώνιο κουτί από μπετόν για επτά ολόκληρα χιλιόμετρα, ώστε να βρεθεί χώρος για να φτιαχτεί ο οδικός άξονας, είναι ίσως η πιο εγκληματική παρέμβαση, αλλά δεν είναι η μόνη. Αυτή τη στιγμή που όλοι οι ιθύνοντες, εντελώς υποκριτικά, δείχνουν να ανησυχούν, σε μια σειρά ποτάμια της Αττικής πραγματοποιούνται έργα στην ίδια φιλοσοφία: τσιμέντωμα των πρανών, υπογειοποιήσεις μεγάλων τμημάτων, εκτροπές, «διευθετήσεις». Έργα που συνήθως βαφτίζονται ως αντιπλημμυρικά, ενώ είναι ακριβώς το αντίθετο.
Πληθαίνουν οι φωνές ειδικών και ευαισθητοποιημένων πολιτών που ζητούν να μείνουν ανέγγιχτα τα ποτάμια, να διατηρηθεί ο φυσικός τους χαρακτήρας, όπου υπάρχει. Και όπου μπορούν –γιατί όχι;– να επαναφυσικοποιηθούν. Η υπεράσπιση των φυσικών δρόμων του νερού επείγει να μπει στην κεντρική ατζέντα ενός κινήματος αντίστασης, ώστε να μη δρα ανεμπόδιστα το μεγαλο-κατασκευαστικό λόμπι που λυμαίνεται τα κρατικά ταμεία.
Γιώργος Καστρίτης