Καρλ Μαρξ |
Το μεταναστευτικό ζήτημα στις συνθήκες του
σημερινού καπιταλισμού της βαθιάς παρακμής δεν είναι απλώς ένα κεντρικό
πολιτικό ζήτημα· είναι και ένα ζήτημα κομβικό για την ιδεολογική επαναθεμελίωση
της επαναστατικής πρωτοπορίας και την αναγέννηση του ιστορικού κινήματος της
εργατικής τάξης. Θέλοντας να συμβάλουμε στην τόσο απαραίτητη συζήτηση γύρω από
αυτό το ζήτημα μέσα στην εργατική πρωτοπορία, δημοσιεύουμε εκτεταμένα
αποσπάσματα από ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο της Άντζελα Νέιγκλ. Η Άντζελα
Νέιγκλ είναι μια Ιρλανδή προοδευτική ακαδημαϊκός, συγγραφέας και δημοσιογράφος,
που τώρα ζει στις ΗΠΑ. Νομίζουμε ότι φωτίζει αρκετά επιτυχημένα την υποχώρηση
του μεγαλύτερου μέρους της αριστεράς σε αστικές, «φιλελεύθερες», ουσιαστικά
φιλο-εργοδοτικές θέσεις στο μεταναστευτικό ζήτημα. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο
αμερικανικό περιοδικό «American Affairs» το 2018, και στα ελληνικά από το διαδικτυακό περιοδικό «Res Publica». Οι
σημειώσεις είναι δικές μας.
Πριν το «Να
χτιστεί τείχος!» (1) υπήρχε το «Να γκρεμιστεί το τείχος!»· ο Ρόναλντ Ρίγκαν στην
περίφημη ομιλία του το 1987 ζήτησε να αφαιρεθεί η «πληγή» του Τείχους του
Βερολίνου, επιμένοντας ότι o προσβλητικός αυτός περιορισμός της μετακίνησης
ήταν, στην πραγματικότητα, μια «πληγή στην ελευθερία όλων των ανθρώπων του
πλανήτη». Σε κάποια φάση μάλιστα δήλωσε τα εξής: όσοι «αρνούνται να
ενταχθούν στην κοινότητα της ελευθερίας» θα «καταστούν παρωχημένοι» εξαιτίας
της ακαταμάχητης ισχύος της παγκόσμιας αγοράς. Και όντως έτσι έγινε! (…) Τα
σύνορα στην εργασία και στο κεφάλαιο έπεσαν· σε όλον τον κόσμο ανακηρύχθηκε «το
τέλος της ιστορίας». Ακολούθησαν οι δεκαετίες της παγκοσμιοποίησης υπό την
ηγεμονία των ΗΠΑ.
…Δίχως
αμφιβολία, το έργο του Ρίγκαν δεν τελείωσε με την κατάρρευση της Σοβιετικής
Ένωσης. Τόσο ο ίδιος όσο και οι διάδοχοί του –και από τα δύο μεγάλα κόμματα
(2)– χρησιμοποίησαν παρόμοια ρητορική θριαμβολογίας. Στόχευαν να υπονομεύσουν
την ισχύ των συνδικάτων, προωθώντας την απορρύθμιση των τραπεζών, την επέκταση
των εξωτερικών αναθέσεων (outsourcing) και την παγκοσμιοποίηση των αγορών,
μακριά από το «νεκρό βάρος» των εθνικών οικονομικών συμφερόντων. Κεντρικό
στοιχείο αυτού του σχεδιασμού ήταν η νεοφιλελεύθερη επίθεση κατά των εθνικών
συνόρων, τα οποία έθεταν εμπόδια στην προσέλευση εργατικού δυναμικού και
κεφαλαίου. Στις ΗΠΑ, ο Ρίγκαν επέβλεψε επίσης μια από τις σημαντικότερες
μεταναστευτικές μεταρρυθμίσεις στην αμερικανική ιστορία, την «Αμνηστία Ρίγκαν»
του 1986, που επεξέτεινε την αγορά εργασίας επιτρέποντας σε εκατομμύρια
παράνομους μετανάστες να αποκτήσουν ένα νομικό καθεστώς.
Μπέρνι Σάντερς |
…Αν και κανένα
σοβαρό πολιτικό κόμμα της αριστεράς δεν προσφέρει συγκεκριμένες προτάσεις για
μια κοινωνία πραγματικά χωρίς σύνορα, αγκαλιάζοντας τα ηθικά επιχειρήματα της αριστεράς
των ανοιχτών συνόρων και τα οικονομικά επιχειρήματα των δεξαμενών σκέψης της
ελεύθερης αγοράς η αριστερά έχει στριμωχτεί στη γωνία. Αν «κανένας άνθρωπος δεν
είναι παράνομος», όπως λέγεται στις διαμαρτυρίες, η αριστερά δέχεται, σιωπηρά,
την ηθική υπόθεση να μην υπάρχει κανένα σύνορο ή εθνική κυριαρχία. Αλλά ποιες
είναι οι επιπτώσεις που θα έχει η απεριόριστη μετανάστευση σε θέματα όπως η
καθολική δημόσια υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση, ή η εγγύηση
(ομοσπονδιακή στις ΗΠΑ) των θέσεων εργασίας; Και πώς οι προοδευτικοί θα
εξηγήσουν πειστικά αυτούς τους στόχους στο κοινό;
Κατά τη διάρκεια
της πρώτης προεκλογικής εκστρατείας του Δημοκρατικού Κόμματος το 2016, όταν ο
συντάκτης του «Vox», Έζρα Κλάιν, πρότεινε πολιτικές ανοιχτών συνόρων στον Μπέρνι
Σάντερς, ο γερουσιαστής έδειξε ότι είναι παλαιάς κοπής όταν απάντησε: «Ανοιχτά
σύνορα; Όχι. Αυτή είναι μια πρόταση των αδελφών Κοχ» (3). Εκείνη τη στιγμή κάτι
μπερδεύτηκε στο επίσημο αφήγημα και ο Σάντερς κατηγορήθηκε άμεσα ότι «μιλάει
όπως ο Τραμπ». Ωστόσο, πέρα από τις γενεαλογικές διαφορές, που αποκαλύφθηκαν σε
αυτή την κουβέντα, το θέμα είναι σαφώς μεγαλύτερο. Η καταστροφή και η
εγκατάλειψη της εργατικής πολιτικής σημαίνει ότι επί του παρόντος τα ζητήματα
μετανάστευσης μπορούν να διαδραματίσουν έναν ρόλο μόνο μέσα στο πλαίσιο ενός «πολιτισμικού
πολέμου», που διεξάγεται εξ ολοκλήρου στο ηθικό πεδίο. Στα έντονα συναισθήματα
που κυριαρχούν στον αμερικανικό δημόσιο διάλογο για τη μετανάστευση, επικρατεί
μια απλή ηθική και πολιτική διχοτόμηση. Είναι γνώρισμα της «δεξιάς πτέρυγας» να
είναι «κατά της μετανάστευσης» και της «αριστερής πτέρυγας» να είναι «υπέρ της
μετανάστευσης». Αλλά τα οικονομικά της μετανάστευσης λένε μια πολύ διαφορετική
ιστορία.
…Η μετατροπή των
ανοιχτών συνόρων σε θέση της «αριστεράς» είναι ένα πολύ νέο φαινόμενο και
αντιτίθεται στην ιστορία της οργανωμένης αριστεράς για θεμελιώδεις λόγους. Τα
ανοιχτά σύνορα είναι εδώ και καιρό το σύνθημα των επιχειρήσεων και της
ελεύθερης αγοράς. Ορμώμενες από τους νεοκλασικούς οικονομολόγους, οι ομάδες
αυτές υποστήριξαν την απελευθέρωση της μετανάστευσης με βάση την «ορθολογική
αγορά» και την «οικονομική ελευθερία». Αντιτίθενται στα όρια μετανάστευσης για
τους ίδιους λόγους που αντιτίθενται στους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.
Το Ινστιτούτο Cato που ιδρύθηκε από τον Κοχ, το οποίο υποστηρίζει και την άρση
των νομικών περιορισμών στην παιδική εργασία, έχει κάνει σημαία του τη
ριζοσπαστική υπεράσπιση των ανοιχτών συνόρων εδώ και δεκαετίες. Επιμένει ότι η
στήριξη των ανοιχτών συνόρων αποτελεί θεμελιώδη αρχή του ελευθεριακού κινήματος. Διατείνεται
πως ήρθε η ώρα να ξεχάσουμε το τείχος και να ανοίξουν επιτέλους τα σύνορα των
ΗΠΑ. Το Ινστιτούτο Adam Smith έκανε το ίδιο πράγμα, υποστηρίζοντας ότι «οι
περιορισμοί στη μετανάστευση μας κάνουν πιο φτωχούς».
Μετά τον Ρίγκαν
και άλλοι, όπως ο Μίλτον Φρίντμαν και ο Τζορτζ Μπους, υποστήριξαν την
απελευθέρωση της μετανάστευσης. Ο Γκρόβερ Νόρκβιστ, ένας φανατικός υποστηρικτής
των φορολογικών περικοπών του Τραμπ (και του Μπους και του Ρίγκαν), έχει εδώ
και χρόνια ταχθεί ενάντια στην «έλλειψη φιλελευθερισμού» στα συνδικάτα,
υπενθυμίζοντάς μας: «Η εχθρότητα για τη μετανάστευση ήταν παραδοσιακά μια
συνδικαλιστική υπόθεση».
Σε αυτό δεν
κάνει λάθος. Από τον πρώτο νόμο που περιόριζε τη μετανάστευση το 1882 μέχρι τον
Σέζαρ Τσάβες (4) και τους διάσημους πολυεθνικούς εργάτες των Ηνωμένων Εργατών
Γης που διαμαρτύρονταν για τη χρήση μεταναστών από τους εργοδότες και την
ενθάρρυνση της παράνομης μετανάστευσης το 1969, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις
είχαν συχνά αντιταχθεί στη μαζική μετανάστευση. Έβλεπαν τη σκόπιμη εισαγωγή
παράνομων και χαμηλόμισθων εργαζομένων ως μια δύναμη που εξασθενεί τη
διαπραγματευτική ισχύ του εργατικού δυναμικού και ως μια μορφή εκμετάλλευσης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δύναμη των συνδικάτων εξαρτάται, εξ ορισμού, από
την ικανότητά τους να περιορίζουν ή και να αποσύρουν την προσφορά εργασίας,
πράγμα που καθίσταται αδύνατο όταν ένα ολόκληρο εργατικό δυναμικό μπορεί
εύκολα, και οικονομικά, να αντικατασταθεί. Τα ανοιχτά σύνορα και η μαζική
μετανάστευση είναι μια νίκη των αφεντικών.
Και τα αφεντικά
την υποστηρίζουν σχεδόν καθολικά. Η δεξαμενή σκέψης και ομάδα άσκησης πίεσης
του Μαρκ Ζάκερμπεργκ, με το όνομα «Forward», υποστηρίζει την πλήρη απελευθέρωση
των μεταναστευτικών πολιτικών, ενώ απαριθμεί μεταξύ των «ιδρυτών και
χρηματοδοτών» τους Έρικ Σμιντ και Μπιλ Γκέιτς, καθώς και διευθύνοντες
συμβούλους και ανώτερα στελέχη των YouTube, Dropbox, Airbnb, Netflix, Groupon,
Walmart, Yahoo, Lyft, Instagram και πολλών άλλων. Ο σωρευτικός προσωπικός
πλούτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο αυτό αρκεί για να επηρεάσει σε μεγάλο
βαθμό τα περισσότερα κυβερνητικά και θεσμικά όργανα και τα κοινοβούλια, εάν δεν
είναι σε θέση να τα εξαγοράσει εντελώς.
…Οι σημερινοί
καλοπροαίρετοι ακτιβιστές έχουν γίνει οι χρήσιμοι ηλίθιοι των μεγάλων
επιχειρήσεων. Με την υιοθέτηση της γραμμής των «ανοιχτών συνόρων» –και μιας
άγριας ηθικής απολυτότητας που θεωρεί οποιοδήποτε όριο στη μετανάστευση ως ένα
ανείπωτο κακό–, οποιαδήποτε κριτική του εκμεταλλευτικού συστήματος μαζικής
μετανάστευσης απορρίπτεται ουσιαστικά ως βλασφημία. Ακόμα και αριστεροί
πολιτικοί, όπως ο Μπέρνι Σάντερς στις Ηνωμένες Πολιτείες και ο Τζέρεμι Κόρμπιν
στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατηγορούνται για «εθνικισμό» από τους επικριτές όταν
αναγνωρίζουν τη νομιμότητα της ύπαρξης συνόρων ή βρίσκουν λογικό τον περιορισμό
της μετανάστευσης. Αυτός ο «ριζοσπαστισμός των ανοιχτών συνόρων» τελικά ωφελεί
τις ελίτ στις πιο ισχυρές χώρες του κόσμου, αποδυναμώνει περαιτέρω την
οργανωμένη εργασία, ληστεύει τον αναπτυσσόμενο κόσμο που χρειάζεται απελπισμένα
επαγγελματίες, και στρέφει εργαζόμενους εναντίον εργαζομένων.
Αλλά η αριστερά
δεν χρειάζεται να πιστέψει τις δικές μου θέσεις. Αρκεί να ρωτήσει τον Καρλ
Μαρξ, τον οποίο η σύγχρονη αριστερά θα είχε απελάσει για τις θέσεις του πάνω
στο μεταναστευτικό. Παρόλο που η μετανάστευση με τη σημερινή ταχύτητα και
κλίμακα θα ήταν αδιανόητη την εποχή του Μαρξ, αυτός εξέφρασε μια εξαιρετικά
κριτική άποψη για τις συνέπειες της μετανάστευσης που εμφανίστηκε τον 19ο
αιώνα. Σε επιστολή του προς δύο Αμερικανούς συμπολίτες του, ο Μαρξ υποστήριξε
ότι η εισαγωγή χαμηλά αμειβόμενων Ιρλανδών μεταναστών στην Αγγλία θα τους
οδηγούσε σε εχθρικό ανταγωνισμό με τους Άγγλους εργαζόμενους. Το είδε ως μέρος
ενός συστήματος εκμετάλλευσης, το οποίο διέτρεχε την εργατική τάξη και
αποτελούσε επέκταση του αποικιακού συστήματος. Έγραψε σχετικά: «Λόγω της
συνεχώς αυξανόμενης συγκέντρωσης των μισθώσεων, η Ιρλανδία στέλνει συνεχώς το
δικό της εργατικό πλεόνασμα στην αγγλική αγορά εργασίας και συνεπώς μειώνει
τους μισθούς, υποβαθμίζοντας την υλική θέση και το ηθικό της αγγλικής
εργατικής τάξης».
Σέζαρ Τσάβες |
…Οι
αναπτυσσόμενες χώρες αγωνίζονται να διατηρήσουν τους ειδικευμένους και τους
επαγγελματίες τους, που έχουν εκπαιδευτεί συχνά με μεγάλο δημόσιο κόστος, ενώ
οι πλουσιότερες οικονομίες που κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά βρίσκουν αυτόν
τον πλούτο έτοιμο να τον αρπάξουν. Σήμερα επίσης, το Μεξικό κατατάσσεται ως
ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς εκπαιδευμένων επαγγελματιών παγκοσμίως,
και η οικονομία του συνεπώς πάσχει από ένα επίμονο έλλειμμα ειδικευμένης
απασχόλησης. Αυτή η αναπτυξιακή αδικία σίγουρα δεν περιορίζεται στο Μεξικό.
Σύμφωνα με το περιοδικό «Foreign Policy»: «Υπάρχουν περισσότεροι Αιθίοπες
γιατροί που ασκούν την ιατρική σήμερα στο Σικάγο από ό,τι σε όλη την Αιθιοπία,
μια χώρα 80 εκατομμυρίων».
Δεν είναι
δύσκολο να καταλάβουμε γιατί οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ των πλουσιότερων
χωρών του κόσμου θα ήθελαν να τους «στείλουν τους καλύτερους», ανεξάρτητα από
τις συνέπειες για τον υπόλοιπο κόσμο. Αλλά γιατί η ηθική υπέρ των ανοιχτών
συνόρων της αριστεράς παρέχει ένα ανθρωπιστικό προσωπείο σε αυτό το γυμνό
συμφέρον;
…Οι πολιτικές
μετανάστευσης θα πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι η
διαπραγματευτική ισχύς των εργαζομένων δεν βρίσκεται σε κίνδυνο. Αυτό ισχύει
ιδιαίτερα σε περιόδους μισθολογικής στασιμότητας, αδύναμων συνδικάτων και
μαζικής ανισότητας.
Σε ό,τι έχει να κάνει
με την παράνομη μετανάστευση, η αριστερά πρέπει να υποστηρίξει τις προσπάθειες
για να γίνει υποχρεωτική η ηλεκτρονική επαλήθευση και να πιέσει για αυστηρές
κυρώσεις σε εργοδότες που δεν συμμορφώνονται. Οι εργοδότες, όχι οι μετανάστες,
πρέπει να είναι το κύριο μέλημα των προσπαθειών επιβολής του νόμου. Αυτοί οι
εργοδότες επωφελούνται από τους μετανάστες που δεν διαθέτουν συνηθισμένες
νομικές προστασίες, και ως εκ τούτου συρρικνώνουν τον κατώτατο μισθό,
παρακάμπτοντας επίσης τη φορολογία της μισθοδοσίας και τις άλλες παροχές. Αυτά
τα κίνητρα πρέπει να εξαλειφθούν, προκειμένου να αντιμετωπιστούν δίκαια όλοι οι
εργαζόμενοι.
…Παρέχοντας ακούσια κάλυψη
των επιχειρηματικών συμφερόντων της κυβερνώσας ελίτ, η αριστερά απειλείται από
μια ιδιαίτερα σημαντική υπαρξιακή κρίση, καθώς όλο και περισσότεροι απλοί
άνθρωποι καταφεύγουν στα ακροδεξιά κόμματα. Σε αυτή τη στιγμή της κρίσης, το
διακύβευμα είναι πολύ υψηλό για να διατηρηθεί αυτή η λανθασμένη στάση.
Σημειώσεις
(1) Αναφέρεται στο τείχος που χτίζει ο Τραμπ στα
σύνορα με το Μεξικό.
(2) Εννοεί το Δημοκρατικό και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα
των ΗΠΑ.
(3) Μια από τις ισχυρότερες καπιταλιστικές οικογένειες
των ΗΠΑ, με δραστηριότητα σε πολλούς οικονομικούς τομείς και έντονη πολιτική
επιρροή.
(4) Σέζαρ Τσάβες: Εργατικός ηγέτης και αγωνιστής
υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων. Ηγήθηκε των μεγάλων απεργιών εργατών γης τη
δεκαετία του ’60, με σημαντικές κατακτήσεις. Η επιτυχία αυτού του κινήματος
βασίστηκε και στο γεγονός ότι πέτυχε την απαγόρευση εισαγωγής εργατών γης από
το Μεξικό που συχνά χρησιμοποιούνταν από τους μεγάλους γαιοκτήμονες για να
σπάνε τα μεροκάματα και τις απεργίες.