Με αφορμή την ταινία (και τη συζήτηση) για τον Στέλιο Καζαντζίδη
Είδαμε την πολυσυζητημένη ταινία «Υπάρχω» για τον Στέλιο Καζαντζίδη, σε σενάριο Κατερίνας Μπέη, σκηνοθεσία Γιώργου Τσεμπερόπουλου και με πρωταγωνιστές τους Χρήστο Μάστορα, Κλέλια Ρένεση, Αγορίτσα Οικονόμου και Ασημένια Βουλιώτη. Η ταινία έφερε και συνεχίζει να φέρνει εκατοντάδες χιλιάδες θεατές στις αίθουσες (πάνω από 700.000 μέχρι στιγμής). Εμείς από την πλευρά μας πιστεύουμε ότι η ταινία και η συζήτηση που αναπτύχθηκε γύρω από αυτή έχει αξία:
α) Γιατί πρόκειται για μια αρκετά (όχι απόλυτα βέβαια) ρεαλιστική απεικόνιση της εποχής και του ίδιου του Στέλιου, ξεφεύγοντας από τον κίνδυνο –που υπάρχει σε τέτοιου είδους ταινίες– μιας «αγιογραφικής» απεικόνισης.
β) Γιατί φέρνει στην επιφάνεια τη βαθιά εκμετάλλευση που συντελούνταν (και συντελείται και σήμερα, με άλλες μορφές) και στον χώρο της τέχνης, με απολαβές καλλιτεχνών πολύ μικρότερες των κερδών των δισκογραφικών εταιρειών.
γ) Γιατί, μέσω της παρουσίασης των (υποκειμενικών και αντικειμενικών) συνθηκών ζωής των καλλιτεχνών και γενικά των ανθρώπων μιας συγκεκριμένης εποχής, αποδεικνύεται για άλλη μια φορά πως οι υλικοί όροι ζωής και το γενικότερο κοινωνικό περιβάλλον καθορίζουν την προσωπικότητα, το αισθητήριο, τις ανάγκες, το ίδιο το δυναμικό είναι των ανθρώπων. Άλλη μουσική και άλλο στίχο άκουγε ο εργάτης στη συνοικιακή ταβέρνα της εποχής και άλλα οι «σαμπανάκηδες» και «κουστουμάτοι» (όπως λέει και ο Καζαντζίδης στην ταινία) στα ακριβά κέντρα. Και ακόμα και αν άκουγαν τα ίδια, τα άκουγαν διαφορετικά. Γιατί ήταν άλλα τα βιώματα και άλλες οι πνευματικές αισθήσεις τους.
δ) Γιατί, τέλος, πρόκειται για τη ζωή του επιφανέστερου και επιδραστικότερου λαϊκού τραγουδιστή της Ελλάδας. Η παρακαταθήκη και η επιρροή του στο συνειδητό και ασυνείδητο του ελληνικού λαού είναι τεράστια και αυτό το αποδεικνύει το πλήθος των νέων (οι οποίοι, ακόμα και αν δεν τον γνωρίζουν άμεσα από τα τραγούδια του, έχουν σίγουρα ακούσει από γονείς και παππούδες για αυτόν) που προσήλθαν στους κινηματογράφους.
Το τελευταίο αυτό γεγονός είναι κατά την άποψή μας και το πιο αισιόδοξο, μιας και συνέβη όχι μόνο επειδή το λαϊκό τραγούδι (και ο Στέλιος εν προκειμένω) έχουν βαθιές ρίζες, αλλά διότι φαίνεται πως η νεολαία έχει ανάγκη από καλή, αυθεντική, γνήσια μουσική που θα εκφράσει τις ανάγκες, τους προβληματισμούς, τη ζωή της γενικότερα.
Η τέχνη έπαιξε και μπορεί να παίξει έναν πρωτοποριακό ρόλο! Ας θυμηθούμε άλλωστε την πολιτιστική άνοιξη του ’60-’70 και τον ρόλο που διαδραμάτισε στους αγώνες της εποχής (βλ. Θεοδωράκης-Λαμπράκηδες, χούντα-αντιδικτατορικός αγώνας, πολιτικό τραγούδι-μεταπολίτευση κ.λπ.), όπου επηρέασε (θετικά βέβαια) το γενικότερο επίπεδο του ελληνικού λαού και τη συνείδηση, κοινωνική-πολιτική, των λαϊκών στρωμάτων και της εργατικής τάξης. Προσέφερε υπηρεσίες ψυχικής ανάτασης, αφύπνισης και μετάδοσης αγωνιστικών, ανθρωπιστικών και ταξικών αξιών και μηνυμάτων.
Κάθε ιστορική-πολιτική περίοδος αγώνων συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με περίοδο πολιτιστικής άνθησης, όπως και αντίστροφα. Σήμερα δεν πάσχουμε μόνο από πολιτική υποχώρηση αλλά και από πολιτιστική κρίση. Όμως η επερχόμενη περίοδος των μεγάλων αναταραχών και ανατροπών, της οποίας μόνο τις πρώτες σκηνές έχουμε δει, θα γεννήσει αναπόφευκτα την ανάγκη για κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες και συνακόλουθα την ανάγκη για πολιτιστική ανάταση. Εδώ είναι που θα πρέπει να κάνουν την εμφάνισή τους νέες πρωτοπορίες μέσα στον λαό, αγωνιστικές, πολιτικές αλλά και πολιτιστικές. Έτσι μπορεί να δοθεί ώθηση και για τη δημιουργία τέχνης τέτοιας που να έχει βαθύ περιεχόμενο αλλά και την κατάλληλη μορφή ώστε να αγγίξει όσο το δυνατόν πλατύτερες μάζες και να τις παρακινήσει.
Η σύνδεση λοιπόν που επιτυγχάνει η ταινία «Υπάρχω» με το λαϊκό τραγούδι είναι μια καλή αφορμή, ένα θετικό ερέθισμα προς αυτές τις κατευθύνσεις. Ένα σημείο εκκίνησης όχι για μια στείρα επιστροφή στο παρελθόν, που θα αντιγράψει την τέχνη της εποχής, αλλά για μια καινοτόμα, πρωτοποριακή διαδικασία έκφρασης των σύγχρονων συναισθημάτων και αναγκών του λαού και της εργατικής τάξης.
Ιωάννης Νικολάου-Μπράζιος