Η αντίδραση του μαύρου καθεστώτος Μητσοτάκη στο κίνημα των Τεμπών, με την απαγόρευση συναθροίσεων μπροστά στη βουλή, καθώς και άλλες εξελίξεις της τελευταίας περιόδου ξεκαθαρίζουν ότι: η κυβέρνηση θα πάει μέχρι τις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές, με καταστολή, απαγορεύσεις και ακροδεξιά προπαγάνδα. Το καθεστώς είναι πληγωμένο από τη λαϊκή δυσαρέσκεια και τις διαρκείς αποκαλύψεις του μαφιόζικου χαρακτήρα του, γι’ αυτό και θα γίνει πιο αδίστακτο. Δεν μας φοβίζουν! Με αποφασιστική, τολμηρή, μαζική δράση η νίκη θα είναι δική μας!
Δεν έχει νόημα να περιμένουμε την αλλαγή της κατάστασης από το εντελώς φθαρμένο υπάρχον πολιτικό προσωπικό. Νέες πρωτοπόρες δυνάμεις θα βγουν μόνο μέσα από την αφύπνιση και κινητοποίηση του ίδιου του εργαζόμενου λαού. Και αυτή η διαδικασία έχει ξεκινήσει.
1. Όπως έχουμε εδώ και καιρό εκτιμήσει, το ζήτημα των Τεμπών θα συνεχίσει να δίνει τον τόνο των εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων. Κι αυτό γιατί η επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος εκ μέρους του καθεστώτος συμπαρέσυρε και αναδεικνύει σε μόνιμη βάση πλέον μερικά από τα μεγαλύτερα ζητήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία: απαξίωση της δημοκρατίας, έλεγχος της δικαιοσύνης από το καθεστώς, μαφιόζικη λειτουργία του καθεστώτος, εκτεταμένη διαφθορά, καταστρατήγηση του δικαιώματος της συνάθροισης-αυταρχισμός, διάλυση των δημόσιων αγαθών, και άλλα. Το γεγονός ότι, μετά την ήττα της από την απεργία πείνας του Πάνου Ρούτσι, η κυβέρνηση έσπευσε να απαγορεύσει με τροπολογία κάθε συνάθροιση στον χώρο μπροστά από τη βουλή –με το πρόσχημα της «προστασίας» του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη– αποδεικνύει ότι: και η ίδια δεν αντιμετωπίζει το θέμα αυτό ως θέμα ενός «τραγικού δυστυχήματος», όπως έλεγε, αλλά ως θέμα υπαρξιακό για αυτήν και για το αντιδημοκρατικό καθεστώς που έχει στήσει. Και δεν είναι φυσικά καθόλου τυχαίο ότι το ίδιο ακριβώς μοτίβο –μαφιόζικη λειτουργία, συγκάλυψη, ατιμωρησία για τους δικούς της ανθρώπους– παρακολουθούμε να εξελίσσεται και στο θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η κυβέρνηση ξέρει πολύ καλά ότι αυτό που ξεκίνησε με τις ιστορικές παλλαϊκές συγκεντρώσεις της 28ης Φεβρουαρίου του 2025 είναι μια διαδικασία αφύπνισης του ελληνικού λαού. Την οποία θέλει να ανακόψει με κάθε μέσο.Επιδιώκοντας να συσπειρώσει την πλέον αντιδραστική μερίδα του πληθυσμού (αυτή που ενοχλήθηκε από τα «τσαντίρια» μπροστά στη βουλή αλλά όχι από τη συγκάλυψη της δολοφονίας 57 ανθρώπων) καθώς και άλλα συντηρητικά στρώματα που φοβούνται γενικά την «αστάθεια», η κυβέρνηση επιχειρεί να περάσει στην αντεπίθεση. Και φυσικά κοιτάζει πρώτα να απομακρύνει το κίνημα των Τεμπών από τον χώρο του πιο υψηλού δημοκρατικού και αγωνιστικού συμβολισμού: το Σύνταγμα. Προς το παρόν δεν το έχει καταφέρει. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Ν. Δένδιας, στον οποίο επίτηδες ο Μητσοτάκης έριξε το μπαλάκι της σύγκρουσης με το κίνημα των Τεμπών, παρέπεμψε την «αποκατάσταση» του χώρου σε διαγωνισμό για την εξεύρεση ιδιωτικής εταιρείας που «θα κάνει τη δουλειά». Αυτό θα πάρει κάποιον χρόνο. Στο μεταξύ, κανείς δεν έχει τολμήσει να διαλύσει το άτυπο μνημείο για τους 57 μπροστά στη βουλή, η κυβέρνηση δεν έχει ανακάμψει δημοσκοπικά και –το χειρότερο για αυτήν– οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της δεξιάς παράταξης ενισχύθηκαν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σαμαράς «ξαναχτύπησε» με δήλωση ενάντια στο κλείσιμο 204 υποκαταστημάτων που ανακοίνωσε η διοίκηση των ΕΛΤΑ, ενώ για το ίδιο θέμα Χατζηδάκης, Παπαστεργίου, Πιερρακάκης κ.ά. τα άκουσαν χοντρά από συμπολιτευόμενους βουλευτές.
2. Στο μεταξύ, όλα τα μεγάλα προβλήματα της χώρας συνεχίζουν να επιδεινώνονται από την πολιτική αυτής της βαθιά αντιλαϊκής κυβέρνησης.
Η ακρίβεια καλά κρατεί, παρά τα υποτιθέμενα μέτρα περιορισμού της, όπως η ιστορία με τους «2.000 κωδικούς προϊόντων με μειωμένες τιμές». Η ίδια η ένωση των σούπερ μάρκετ ανακοίνωσε ότι προς το παρόν μιλάμε για 800 κωδικούς, οι οποίοι στην πραγματικότητα αντιστοιχούν σε πολύ λίγα προϊόντα. Και αφορούν, τελικά, προσωρινές προσφορές στο πλαίσιο της πολιτικής μάρκετινγκ του μεγάλου εμπορικού κεφαλαίου. Όπως άλλωστε και το «καλάθι της νοικοκυράς», μέτρο που αυτές τις ημέρες αποσύρθηκε, αφού ελάχιστα απέδωσε. Χωρίς διατίμηση σε βασικά αγαθά, με τους έμμεσους φόρους στο θεό, χωρίς επαρκή εγχώρια παραγωγή, με τους καπιταλιστές εντελώς ασύδοτους στο όνομα της «ελεύθερης αγοράς», οι ανατιμήσεις θα συνεχιστούν, οδηγώντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών στα τάρταρα – σε σύγκριση τόσο με την υπόλοιπη Ευρώπη όσο και με την προ μνημονίων κατάσταση.
Τα δημόσια αγαθά συνεχίζουν να απαξιώνονται, σκόπιμα και συστηματικά. Τα ταχυδρομεία συρρικνώνονται δραματικά, ώστε είτε να ιδιωτικοποιηθούν μπιρ παρά στη συνέχεια, είτε και να βάλουν λουκέτο, αφού η χρυσοφόρος αγορά της παράδοσης δεμάτων θα έχει περάσει στον πλήρη έλεγχο ιδιωτικών εταιρειών. Στη δημόσια εκπαίδευση και πάλι λείπουν χιλιάδες δάσκαλοι και καθηγητές, ενώ χωρίς κανέναν διάλογο καταργούνται συνεχώς σχολεία και σχολικά τμήματα. Και όταν οι εκπαιδευτικοί διαμαρτύρονται, τρώνε ξύλο από τα ΜΑΤ και παραπέμπονται στα πειθαρχικά. Στο πλέον ζωτικό αγαθό, το νερό, ετοιμάζονται ανατιμήσεις με το πρόσχημα της λειψυδρίας, ανατιμήσεις που θα ενισχύσουν την πάγια επιδίωξη αυτής της κυβέρνησης για ιδιωτικοποίησή του.
Η «φορολογική μεταρρύθμιση» που ανακοίνωσε με τυμπανοκρουσίες ο πρωθυπουργός στη φετινή ΔΕΘ έχει στο μεταξύ ξεχαστεί, αφού άλλωστε δεν αλλάζει τίποτα ιδιαίτερο για τον κύριο όγκο της εργατικής τάξης και των κατώτερων μικροαστικών στρωμάτων. Ίσα ίσα, χιλιάδες επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο από την προηγούμενη «μεταρρύθμιση» της κυβέρνησης, την τεκμαρτή φορολόγηση.
Η αγροτική παραγωγή της χώρας βρίσκεται σε φάση νέας συρρίκνωσης και ειδικά η κτηνοτροφική σε υπαρξιακή απειλή. Η καταστροφική διαχείριση της επιδημίας της ευλογιάς από την κυβέρνηση οδηγεί σε κατάρρευση του ζωικού κεφαλαίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την απασχόληση στην ύπαιθρο και τη διατροφική επάρκεια της χώρας. Ενώ το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ, με τα επακόλουθά του όσον αφορά τις επιδοτήσεις, έχει ήδη βαριές συνέπειες για όλο τον αγροτικό κόσμο.
Τέλος, η κυβέρνηση συνεχίζει να χτυπάει, και μάλιστα με μεγάλη ευχαρίστηση, τα δημοκρατικά δικαιώματα του ελληνικού λαού. Ο Μητσοτάκης θα πάει μέχρι τις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές, με απαγορεύσεις, καταστολή και ακροδεξιά προπαγάνδα. Κι αυτό για τον λόγο που έχουμε εξηγήσει πιο πάνω –πόλωση των αντιδραστικών και φοβικών κομματιών του πληθυσμού– αλλά και γιατί αυτό είναι το καθεστώς που έξι χρόνια τώρα συνειδητά χτίζει. Φοιτητές οδηγούνται σιδηροδέσμιοι στα κρατητήρια και σε δίκες για συμβολικές καταλήψεις, τα ΜΑΤ ρίχνουν ξύλο χωρίς αφορμή, ακόμα και σε παιδιά και αναπήρους, συνδικαλιστές –αλλά ακόμα και βουλευτές!– διώκονται για ειρηνικές κινητοποιήσεις. Ακροδεξιοί παρελαύνουν κανονικά στην 28η Οκτωβρίου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ερωτώμενος για το γεγονός, τα ρίχνει στον «κόκκινο φασισμό», η Λατινοπούλου ξεσπαθώνει στα κανάλια υπέρ του Μεταξά και κανένας κυβερνητικός δεν αντιδρά. Υπουργοί ή κυβερνητικά φερέφωνα, με αφορμή το Παλαιστινιακό ή ακόμα και την κηδεία του Σαββόπουλου, επαναφέρουν την εμφυλιοπολεμική ρητορική ότι «η αριστερά προδίδει τη χώρα» ή ότι «οι αριστεροί δεν είναι Έλληνες». Ενώ ο Μητσοτάκης μας λέει κατάμουτρα ότι τον ενδιαφέρει μόνο η γνώμη της «σιωπηλής πλειοψηφίας» – ακόμα και αν οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι περισσότερος κόσμος προτιμά το «χάος» παρά τον Μητσοτάκη!
3. Στην πραγματικότητα είναι η ίδια η κυβέρνηση που έχει ανοίξει μια μακρά προεκλογική περίοδο. Όλη της η πολιτική είναι πλέον στοχευμένη στο πώς θα «μπετονάρει» τα εναπομείναντα κοινωνικά της ερείσματα ώστε να πάει στις επόμενες εκλογές διατηρώντας κάποιο πολιτικό πλεονέκτημα. Πολιτεύεται έτσι, βέβαια, γιατί βλέπει και τα χάλια της αντιπολίτευσης. Μια δεκάδα κόμματα είτε είναι πλήρως υποταγμένα στα «αφηγήματα» της κυβέρνησης, είτε αδυνατούν, για οποιονδήποτε λόγο, να συνδεθούν με τη διάχυτη αντικυβερνητική δυσαρέσκεια και να παίξουν ρόλο στην αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων.
Και εδώ υπάρχει μια συζήτηση που είναι τελείως λάθος. Ο κόσμος που καταλαβαίνει πόσο σημαντικό είναι να πέσει η πλέον αντιλαϊκή-αντιδημοκρατική κυβέρνηση των τελευταίων 50 χρόνων είναι τελείως λάθος να ψάχνει ποιο κόμμα, ποιος συνδυασμός κομμάτων ή, ακόμα χειρότερα, ποια «χαρισματική» προσωπικότητα μπορεί να το πετύχει αυτό. Έτσι το μόνο που καταφέρνουμε είναι να αποπροσανατολιζόμαστε από τα πραγματικά μέτωπα και να σπαταλάμε χρόνο και δυνάμεις σε πολιτικάντικους υπολογισμούς. Έτσι δίνουμε χρόνο στην κυβέρνηση.
Το βάρος πρέπει να πέσει εκεί που πραγματικά κρίνεται ο συσχετισμός: στο πεζοδρόμιο, στις κάθε είδους κινητοποιήσεις, στη συνεπή και στιβαρή προπαγάνδα ενάντια στο καθεστώς, στην οργάνωση του κόσμου που είναι σε κίνηση. Οι νέες πρωτοπόρες δυνάμεις του λαού θα βγουν από το κίνημα των Τεμπών, τις απεργίες, τις κινητοποιήσεις του κόσμου της εκπαίδευσης, τις κινητοποιήσεις για τα δημοκρατικά δικαιώματα, το αντιπολεμικό κίνημα, τις τοπικές πρωτοβουλίες κάθε είδους. Εξάλλου, μόνο κάτω από μια τέτοια πίεση και αυτή ακόμα η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση θα αναγκαστεί, σε έναν βαθμό τουλάχιστον, να προσαρμόσει το πρόγραμμά της και τη στάση της στις λαϊκές απαιτήσεις.
Το καθεστώς Μητσοτάκη είναι πληγωμένο – δεν πρέπει να του δώσουμε χρόνο να συνέλθει! Ας διδαχθούμε από το παράδειγμα του γαλλικού λαού, που με την αφοβία του και την αποφασιστικότητά του έχει φέρει το εκεί νεοφιλελεύθερο καθεστώς σε πολιτικό αδιέξοδο διαρκείας. Μόνο αν η λαϊκή δυσαρέσκεια μετατραπεί σε αποφασιστική αντίσταση θα ανοίξει ο δρόμος για θετικές πολιτικές διεργασίες και θα ανατραπεί ο συσχετισμός δυνάμεων. Ας αδράξουμε τις ευκαιρίες!
6.11.2025
Η Συντακτική Επιτροπή
