Για τα κέρδη των φαρμακευτικών εταιρειών, εκατομμύρια άνθρωποι
εθίστηκαν σε επικίνδυνα φάρμακα, και χιλιάδες πεθαίνουν
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, με επίκεντρο τις μικρές πόλεις, τις αγροτικές κοινότητες και τις πρώην βιομηχανικές περιοχές, η λευκή (κυρίως) εργατική τάξη γνώρισε μια δραματική δημογραφική συρρίκνωση εξαιτίας της «επιδημίας των συνταγογραφούμενων οπιοειδών». Η έλευση του νεοφιλελευθερισμού και της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης», οι πολιτικο-οικονομικές αποφάσεις της αμερικανικής ελίτ, η αποβιομηχάνιση μεγάλων περιοχών της χώρας, η περιθωριοποίηση εκατομμυρίων εργατών αλλά και μελών της μεσαίας τάξης, οι απολύσεις, η απότομη πτώση του βιοτικού επιπέδου, οι περικοπές στους μισθούς, τις συντάξεις και τα επιδόματα υγείας κατέστησαν ένα μεγάλο κομμάτι της αμερικανικής εργατικής τάξης πλεονάζον, «περιττό» και δυνητικά «ανήσυχο».
Η λύση που δόθηκε ήταν τα οπιούχα αναλγητικά, όπως το «αστέρι» της φαρμακοβιομηχανίας Purdue Pharma, το «OxyContin», το οποίο στην αρχή χρησιμοποιήθηκε για να απαλύνει τον πόνο του καρκίνου. Αλλά στη συνέχεια όλα τα ισχυρά οπιούχα σκευάσματα μπήκαν επιθετικά στην αγορά για χρόνιους πόνους (π.χ. από χειρωνακτική εργασία ή κάποιο τροχαίο ατύχημα). Ακόμη και σε μαθητές γυμνασίου, μετά από αθλητικούς τραυματισμούς, συνταγογραφούνται οπιούχα σκευάσματα, αντί για την ασφαλέστερη –αλλά ακριβότερη– φυσικοθεραπεία ή τα φάρμακα που δεν προκαλούν εξάρτηση.
Τα τελευταία χρόνια, με τη φαιντανύλη –ένα συνθετικό οπιοειδές 50 φορές πιο ισχυρό από την ηρωίνη–, η κατάσταση χειροτέρεψε. Από το 1996 έως το 2002 η Purdue υπερδιπλασίασε τις πωλήσεις της και διένειμε κουπόνια, έτσι ώστε οι γιατροί να μπορέσουν να αφήσουν τους ασθενείς τους να δοκιμάσουν δωρεάν, για 30 ημέρες, αυτά τα εξαιρετικά εθιστικά φάρμακα. Μέχρι το 2002 τα συνταγογραφούμενα οπιοειδή σκότωναν ετησίως 5.000 ανθρώπους. Το 2014 πέθαναν 40.000 άνθρωποι και το 2017 ο αριθμός των νεκρών από τα οπιούχα σκευάσματα ξεπέρασε τους 50.000. Η πλειονότητα των θυμάτων είναι λευκοί άνδρες σε ηλικία εργασίας, γυναίκες της εργατικής τάξης και μητέρες μικρών παιδιών. Χάρη στα συμβόλαια της «Big Pharma», των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών, με τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, οι αυτοκτονίες, οι υπερβολικές δόσεις και οι «αιφνίδιοι θάνατοι» σκότωσαν περισσότερους στρατιώτες από ό,τι οι μάχες.
Τα πολιτικά ισχυρά «λόμπι πόνου», χρηματοδοτούμενα από τις φαρμακευτικές εταιρείες, προώθησαν αυτή την τάση για πάνω από δύο δεκαετίες. Χιλιάδες γιατροί και άλλοι επαγγελματίες υγείας αγνόησαν τον προκαλούμενο εθισμό και τους θανάτους, έγιναν έρμαια στους κερδοσκοπικούς στόχους των εργοδοτών τους, υπέκυψαν σε δωροδοκίες και απληστία, και συνταγογραφούν οπιοειδή σκευάσματα χωρίς καν να γνωρίζουν, πολλές φορές, τι άλλα φάρμακα παίρνει ο ασθενής. Σημειωτέον, η παρασκευή, εμπορία και συνταγογράφηση των οπιοειδών σκευασμάτων γίνεται με την έγκριση της ομοσπονδιακής υπηρεσίας φαρμάκων, της FDA.
Ωστόσο το φαινόμενο δεν περιορίστηκε στις ΗΠΑ. Η Αυστραλία ακολουθεί τον δρόμο που χάραξε η Αμερική, τη συνταγογράφηση οπιοειδών, παρόλο που οι θάνατοι από τα οπιοειδή έχουν αυξηθεί. Αλλά και στην Ινδία, προφανώς μετά από πιέσεις των ενδιαφερόμενων λόμπι για νέες αγορές, η κυβέρνηση χαλαρώνει τους νόμους περί συνταγογράφησης οπιοειδών.
Σε έναν ταξικό πόλεμο, όπως είναι ουσιαστικά η συνταγογραφούμενη γενοκτονία, απαιτείται οργάνωση μαζικών κινημάτων, για δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας, αξιοπρεπή εργασία για όλους, έλεγχο των συνταγογραφήσεων, ανάπτυξη μιας εθνικής βάσης δεδομένων για τις συνταγογραφήσεις. Η υγειονομική περίθαλψη να έχει επίκεντρο τον ασθενή και όχι το κέρδος. Και το «primum non nocere» («πάνω απ’ όλα να μη βλάπτουμε» τον ασθενή) θα πρέπει να είναι η κατευθυντήρια ηθική αρχή στην ιατρική. Είναι καιρός η αμερικανική εργατική τάξη, αντί να θρηνεί «πρόωρους θανάτους», να πάρει την τύχη της στα χέρια της, ειδικά τώρα που βρίσκεται πάλι σε άνοδο.
Όλγα Στεφανίδου