Οι υποσχέσεις της κυβέρνησης
ότι τελειώνει η λιτότητα και έρχεται η ανάπτυξη διαψεύδονται από το καθεστώς
σκληρής επιτήρησης χωρίς ορατό τέλος που έχουν επιβάλει οι «δανειστές». 113
είναι τα νέα αντιλαϊκά «προαπαιτούμενα» μόνο για τους επόμενους δέκα μήνες. Η
διάθεση για αντίσταση μπορεί και πρέπει να ξαναγεννηθεί – ο αποφασιστικός
αγώνας των συμβασιούχων των δήμων το απέδειξε.
Παρά το γεγονός ότι τα απανωτά
μνημονιακά μέτρα λειτουργούν ως μόνιμος «κόφτης» για την ανάπτυξη, οι εργοδότες
μας σε μια σειρά κλάδους αυξάνουν τα κέρδη τους. Καιρός να οργανωθούμε και να
διεκδικήσουμε κι εμείς οι εργαζόμενοι αυτά που μας στέρησαν τόσα χρόνια!
1. Το
τελευταίο επεισόδιο στο σίριαλ που ακούει στο όνομα «διαπραγμάτευση της
ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές» έληξε με μια έκβαση που ήταν λίγο πολύ
αναμενόμενη. Η κυβέρνηση εξασφάλισε την πολυπόθητη «δόση», που μέσω της
αποπληρωμής του μεγάλου ομολόγου του Ιουλίου θα ξαναγυρίσει σχεδόν ολόκληρη
στους «δανειστές», αφού προηγουμένως είχε νομοθετήσει πλήθος αντιλαϊκά «προαπαιτούμενα»,
με σημαντικότερα τη μεγάλη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, που θα
ισχύσουν από το 2019 και 2020 αντίστοιχα. Μέτρα τα οποία στην πραγματικότητα
δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη σχέση με τη «βιωσιμότητα» του χρέους αλλά αποτελούν καθαρά
ταξικές επιλογές για την παγίωση του καθεστώτος της επιτήρησης της χώρας και
της υπερεκμετάλλευσης του εργαζόμενου λαού.
Από την άλλη, η κυβέρνηση δεν
απέσπασε πρακτικά καμία δέσμευση για την «ελάφρυνση» του χρέους, και το όλο
ζήτημα παραπέμπεται να συζητηθεί όχι πια μετά τις γερμανικές εκλογές
(Σεπτέμβριος 2017) αλλά μετά την ολοκλήρωση του «προγράμματος» (τέλος 2018). Ο
κυρίαρχος μάλιστα του στρατοπέδου των «δανειστών», ο Σόιμπλε, επιμένει ότι το
θέμα δεν υφίσταται καν και ότι μέχρι το 2060 (!), που η χώρα θα πρέπει να έχει
συνεχώς πρωτογενή πλεονάσματα 2% και άνω, υπάρχει άφθονος χρόνος για κάποια
παρέμβαση, εάν και εφόσον χρειαστεί…
Στο ζήτημα το οποίο
αποτελούσε τη σημαία (ή μάλλον το φύλλο συκής) της όποιας φιλεργατικότητας του
ΣΥΡΙΖΑ, τις συλλογικές συμβάσεις δηλαδή, τα νέα δεν είναι και τόσο ευχάριστα,
αφού η επαναφορά τους παραπέμπεται
επίσης στο τέλος του προγράμματος και συνδέεται πλέον με την «επιτυχία» του.
Το ΔΝΤ, μάλιστα, επιμένει ότι το υπάρχον εργασιακό καθεστώς (της απόλυτης
ζούγκλας) είναι μια χαρά και θα ήταν προς το συμφέρον της χώρας (!) να μην
αλλάξει.
Κατά τη διάρκεια των
«διαπραγματεύσεων», ξεκαθάρισε επίσης και κάτι άλλο. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πια ένα
κατά βάση «αριστερό», «φιλολαϊκό» κόμμα, που «αναγκάζεται» να εφαρμόζει
μνημόνια επειδή δεν έχει άλλη επιλογή, αλλά
ένα κόμμα που αποδέχεται πλέον τον ιδεολογικό πυρήνα του μνημονίου. Τα
στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ονομάζουν πλέον «μεταρρυθμίσεις» το ξεπούλημα της δημόσιας
περιουσίας και το σάρωμα κάθε περιορισμού στην ασυδοσία του κεφαλαίου, ενώ με καμάρι
αποδέχονται την «ιδιοκτησία του
προγράμματος»· ότι δηλαδή αυτά που μας επιβάλλουν τα μνημόνια θα πρέπει
πρώτα εμείς να τα θέλουμε και να τα προωθούμε πιο αποφασιστικά και από τους
ίδιους τους τροϊκανούς!
Ακόμα κι έτσι, η κυβέρνηση, η
εγχώρια αστική τάξη, αλλά και ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού, ελπίζει
ότι τώρα μπορεί να ανοίξει ένας δρόμος σταθεροποίησης της οικονομίας και
επιστροφής στην ανάπτυξη, από την οποία, άλλος λίγο άλλος πολύ, όλοι θα
ανασάνουμε. Δεν θεωρούμε καθόλου αρνητικό ο κόσμος να ελπίζει σε κάτι καλύτερο.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Το
μνημονιακό χρονοδιάγραμμα δεν επιτρέπει ιδιαίτερη αισιοδοξία.
Ήδη ανακοινώνεται από πολλές
πλευρές ότι η ανάπτυξη για φέτος δεν θα ξεπεράσει το 1,5%, ενώ από τον
Σεπτέμβριο οι «θεσμοί» επιστρέφουν για πέντε
νέες «αξιολογήσεις», που πρέπει να κλείσουν σε 14 μήνες, λιγότερους απ’
όσους χρειάστηκαν για να κλείσει μία και μόνη αξιολόγηση, η δεύτερη. Και
φυσικά, οι αξιολογήσεις αυτές έχουν ακόμα κάποιες εκατοντάδες «προαπαιτούμενα»,
εκ των οποίων 113 μέχρι το β΄ τρίμηνο του 2018. Αυτά περιλαμβάνουν: σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές
και στα λίγα επιδόματα που έχουν απομείνει (π.χ. οικογενειακά, αναπηρικά
κ.λπ.), χτύπημα των μικρομεσαίων μέσω
του ανοίγματος των «κλειστών» επαγγελμάτων, στοχευμένες επιθέσεις στους
εργαζόμενους του δημοσίου (π.χ. αξιολόγηση), νέες περικοπές στην υγεία και περιορισμό του δικαιώματος στην απεργία.
Κάπου εκεί θα ανοίξει και ο
νέος εκλογικός κύκλος, αφού θα ήταν αυτοκτονία για τον Τσίπρα να πάει σε
εκλογές μετά την έναρξη των μεγάλων περικοπών του 2019. Οπότε λογικά θα έχουμε
εκλογές στο τέλος του 2018. Ο Μητσοτάκης μιλάει από τώρα για «σκληρές
αλήθειες», πάει να πει για νέες περικοπές, συν την εκστρατεία «νόμου και
τάξης». Έτσι, μέσα σε ένα σκηνικό κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης, αν η
οικονομία έχει προλάβει να πάρει λίγο τα πάνω της μέσα στο 2018, θα πέσει πάνω στον τοίχο των κάθετων
μειώσεων μισθών και συντάξεων του 2019-2021. Ο καθένας καταλαβαίνει τι θα
σημάνει αυτό για τη συνολική ζήτηση, σε μια αγορά σμπαραλιασμένη από 8 χρόνια
μνημονίων... Και όλα αυτά με πλεονάσματα 3,5% για μια πενταετία, και με το ΔΝΤ να επιμένει ότι το χρέος δεν
είναι βιώσιμο και ότι θα απαιτηθούν μικρότερα μεν πλεονάσματα, αλλά ακόμα
περισσότερες περικοπές!
2. Από την
άλλη πλευρά, οι εξελίξεις στην πραγματική ζωή δεν προδιαγράφονται ούτε
προσχεδιάζονται με «συμφωνίες» και «προαπαιτούμενα», και γι’ αυτό θα ήταν
μεγάλο σφάλμα να υποτιμήσουμε κάποιες τάσεις και δυναμικές που καταγράφονται τελευταία.
Παρά το γεγονός ότι οι
εργοδότες συνεχίζουν να επικαλούνται τη γενικότερη κατάσταση για να κρατούν
χαμηλά τα μεροκάματά μας, οι δουλειές
τους πάνε καλύτερα! Σημαντικές ελληνικές επιχειρήσεις, εισηγμένες στο
χρηματιστήριο, γύρισαν από πέρυσι σε υψηλή κερδοφορία, οι επενδύσεις κινούνται
αυτή τη στιγμή ανοδικά κατά 11%, ενώ αξιοσημείωτη είναι η αύξηση σε παραγωγή
κεφαλαιουχικών αγαθών, όπως και σε άμεσες ξένες επενδύσεις. Από την άλλη, η ανεργία μπορεί να μειώνεται με ρυθμούς
χελώνας, αλλά σε ορισμένους τομείς παρατηρείται ήδη έλλειψη εξειδικευμένου
προσωπικού – κάτι στο οποίο συμβάλλει και η φυγή πολλών νέων στο εξωτερικό
αλλά και το γνωστό άθλιο επίπεδο του ελληνικού καπιταλισμού όσον αφορά την
οργάνωση της αγοράς εργασίας.
Όλα τα παραπάνω δεν τα λέμε
για να ενισχύσουμε αυταπάτες περί «εξόδου από τα μνημόνια», περί «ορμητικής
ανάπτυξης» κ.λπ. Αλλά γιατί έχει σημασία η εργατική τάξη να ξέρει πού πατάει
και τι μπορεί να διεκδικήσει. Και πράγματι, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες
στην οργάνωσή της, παρά την έλλειψη ηγεσίας, η εργατική μας τάξη μπορεί και σήμερα να διεκδικήσει. Όσο
παρασιτικός κι αν έχει γίνει ο καπιταλισμός, όσο απατεώνες κι αν είναι ειδικά
οι Έλληνες εργοδότες, όσο κι αν η μνημονιακή «θεραπεία» συνειδητά φουντώνει την
ύφεση για να σπρώξει ακόμα πιο χαμηλά το επίπεδο διαβίωσής μας, μας έχουν ανάγκη! Ο κάθε καπιταλιστής,
μικρός και μεγάλος, που θέλει να αρχίσει να ξαναβγάζει κέρδος σε αυτή τη χώρα,
που θέλει να ξαναστήσει ή να επεκτείνει τη δουλειά του, μας έχει ανάγκη. Και
αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε.
Πριν από μερικές εβδομάδες,
μιλούσαμε για κάποιες πρώτες κινήσεις οργάνωσης και αντίστασης των εργαζομένων
μετά από καιρό (κούριερ, H&M κ.λπ.). Ακολούθησε ο σημαντικός αγώνας των εκτάκτων υπαλλήλων των δήμων στην καθαριότητα. Το
γεγονός ότι οι συμβασιούχοι διεκδίκησαν με τόλμη το ιερό δικαίωμα στη δουλειά,
κόντρα σε όλο το μνημονιακό σύστημα, τους δημάρχους, την κυβέρνηση, την
αντιπολίτευση που ουρλιάζει για ιδιωτικοποίηση, δείχνει ότι οι δυνατότητες αντίστασης ακόμα και στις
σημερινές συνθήκες είναι κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητες. Ακόμα περισσότερο,
το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεσμεύτηκε για παράταση των συμβάσεων και μοριοδότηση
ενόψει διαγωνισμού για μονιμοποίηση, δείχνει ότι ο ταξικός συσχετισμός δεν είναι τόσο αρνητικός όσο θέλουν να πιστεύουν
κάποιοι. Αυτό το μήνυμα πρέπει να περάσει σε όλους τους εργασιακούς χώρους.
3. Για όλους
τους παραπάνω λόγους, πιστεύουμε ότι η εργατική μας τάξη και ο εργαζόμενος
ελληνικός λαός δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη απέναντι στη μνημονιακή
γενοκτονία. Η διάθεση για αντίσταση θα ενισχυθεί, ειδικά σε χώρους όπου υπάρχει
μια στοιχειώδης συνδικαλιστική οργάνωση, ή κάποιοι πρωτοπόροι εργαζόμενοι που
μπορούν να βγουν μπροστά και να αλλάξουν το κλίμα. Πολιτικά, μπορεί η
νεοφιλελεύθερη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ να ρίχνει νερό στον μύλο του Μητσοτάκη, αλλά ακόμα και οι στημένες δημοσκοπήσεις δείχνουν
ότι ο ελληνικός λαός δεν έχει ενθουσιαστεί καθόλου με τις νεοφιλελεύθερες
συνταγές προσέλκυσης «επενδυτών» μέσω της πλήρους τριτοκοσμοποίησης της χώρας.
Όσον αφορά δε τον διεθνή
περίγυρο, κι από εκεί θα έρθει βοήθεια. Η
σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων των «ανοιχτών αγορών» (Ε.Ε., Κίνα) και των δυνάμεων
του «εθνικού προστατευτισμού» (ΗΠΑ, Αγγλία) δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες
στην εργατική μας τάξη να προκαλέσει ρήγματα στο αστικό στρατόπεδο και να τα
εκμεταλλευτεί για να βελτιώσει τη θέση της. Αυτό αποδείχτηκε περίτρανα στην
Αγγλία, όπου η εργατική τάξη εκμεταλλεύτηκε τη νέα κατάσταση που δημιουργεί
το Brexit, ανέβασε τον αγωνιστικό της πήχη και έσπρωξε αριστερά
το Εργατικό Κόμμα, με τις ανάλογες συνέπειες για τον ταξικό συσχετισμό δυνάμεων.
Το ίδιο μπορεί να γίνει στη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιβηρική χερσόνησο και
αλλού. Μέσα από τα αδιέξοδα που
δημιουργεί η κρίση της Ε.Ε. και της «νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας», οι ευρωπαϊκές
εργατικές τάξεις μπορούν, με νέες, άφθαρτες, ταξικά αδιάλλακτες ηγεσίες, να
περάσουν στην αντεπίθεση. Ας φροντίσουμε η Ελλάδα και η ελληνική εργατική μας
τάξη να μη μείνει μακριά από αυτές τις ευκαιρίες!
6.7.2017
Η Συντακτική Επιτροπή