Οι αγρότες έχουν όλο το δίκιο με το μέρος τους. Ξεσηκώνονται γιατί η κυρίαρχη ευρωπαϊκή και εγχώρια-κυβερνητική αγροτική πολιτική τους έχει φέρει σε αδιέξοδο. Με ενότητα και αποφασιστικότητα, η αγροτιά μπορεί να νικήσει. Η αλληλεγγύη όλου του εργαζόμενου ελληνικού λαού –που πρέπει να εκφραστεί και με την προκήρυξη γενικής απεργίας– θα σπάσει το κλίμα τρομοκρατίας και απειλών που προσπαθεί να επιβάλει η κυβέρνηση. Αυτός ο αγώνας μπορεί να παρακινήσει και τα καταπιεζόμενα στρώματα της πόλης, την εργατική τάξη, τους μικρομεσαίους, τη νεολαία, που δοκιμάζονται εξίσου από την αντιλαϊκή πολιτική.
Παρά την απουσία αποτελεσματικής αντιπολίτευσης στη βουλή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραμένει κοινωνικά περιχαρακωμένη. Τα πρωτοπόρα στοιχεία του λαού πρέπει τώρα να εντείνουν τη δράση τους για νέα μέτωπα πάλης ενάντια στην κυβέρνηση της ακρίβειας, του αυταρχισμού, της πολεμοκαπηλίας.
1. Οι μεγαλειώδεις αγροτικές κινητοποιήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη διαψεύδουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την προπαγάνδα του καθεστώτος Μητσοτάκη για την κατάσταση της χώρας και του λαού. Και επιβεβαιώνουν ότι μόνο η οργανωμένη, μαζική κινητοποίηση των εργαζομένων της πόλης και της υπαίθρου μπορεί να αναδείξει τα πραγματικά μέτωπα μέσα στην κοινωνία, να απομονώσει και τελικά να ανατρέψει το αντιδημοκρατικό-αντιλαϊκό καθεστώς.
Η καθυστέρηση των επιδοτήσεων, μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου ΟΠΕΚΕΠΕ, σε συνδυασμό με τις ανεπανόρθωτες καταστροφές που έχει υποστεί η εγχώρια κτηνοτροφία, ήταν οι κύριες αφορμές που έβγαλαν τον αγροτικό κόσμο στα μπλόκα. Οι αιτίες είναι πολύ ευρύτερες. Είναι η εκτόξευση του κόστους παραγωγής (καύσιμα, ρεύμα, ζωοτροφές, λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.λπ.), την οποία όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει, αλλά αντίθετα ευνοεί η κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Είναι η ασυδοσία των «μεσαζόντων», που μειώνει διαρκώς το μερίδιο του παραγωγού από την τελική τιμή του αγροτικού προϊόντος, ενώ αφήνει τους καταναλωτές των πόλεων με απλησίαστες τιμές και αυξανόμενες διατροφικές ελλείψεις. Είναι φυσικά η συνολική πολιτική του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και της Ε.Ε.,που έχει διαμορφώσει ένα καταστροφικό –ειδικά για χώρες σαν την Ελλάδα– μοντέλο πρωτογενούς παραγωγής, χωρίς να υπολογίσουμε τις συνέπειες της ψευδεπίγραφης «πράσινης μετάβασης». Δίπλα σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η γενικότερη εγκατάλειψη της ελληνικής υπαίθρου που εντάθηκε με τη μνημονιακή και νεοφιλελεύθερη πολιτική.
Για όλους τους παραπάνω λόγους πρέπει να κατανοηθεί ότι η ελληνική αγροτιά δίνει αυτή τη στιγμή στα μπλόκα έναν αγώνα υπάρξεως. Αλλά και έναν αγώνα που αφορά άμεσα την εργατική τάξη και τους εργαζομένους των πόλεων. Η αποφασιστικότητα των αγροτών ξεπερνάει κάθε πρόσφατη κινητοποίηση του είδους. Τα μπλόκα πολλαπλασιάζονται, μαζικοποιούνται, ενώ και η κρατική καταστολή αντιμετωπίζεται μέχρι στιγμής επιτυχημένα. Για να νικήσει η αγροτιά θα χρειαστεί ενότητα, αποφασιστικότητα καθώς και φρέσκα, τολμηρά και ανεξάρτητα ηγετικά στοιχεία. Όπως επίσης θα χρειαστεί –και πρέπει να λάβει– τη συμπαράσταση των συνειδητών εργαζομένων των πόλεων. Είναι επιτακτική ανάγκη η κήρυξη γενικής πανεργατικής απεργίας για συμπαράσταση στους αγρότες, που να έχει ξεκάθαρη αντικυβερνητική πολιτική στόχευση και να κάνει το μήνυμα αυτού του αγώνα να ακουστεί δυνατά μέσα στις πόλεις.
Αναλόγως με την εξέλιξη του αγώνα, αλλά και τις γενικότερες εξελίξεις, θα πρέπει ν’ ανοίξει και η συζήτηση για ένα διαφορετικό μοντέλο πρωτογενούς παραγωγής. Με νέου τύπου συνεταιρισμούς, άμεσα ελεγχόμενους από τους ίδιους τους αγρότες. Με επιτροπές τιμών αγροτών-εργαζομένων και συνεταιριστικά-κρατικά κανάλια διανομής των αγροτικών προϊόντων, ώστε να μην ελέγχουν την αγορά και τις τιμές οι μεσάζοντες. Με γενικότερη στήριξη από το κράτος της αγροτικής παραγωγής και της ζωής στην επαρχία, ώστε να σταματήσει η εγκατάλειψη, να αυξηθεί η εγχώρια παραγωγή και να αναβαθμιστεί τεχνολογικά.
2. Λίγο πριν την έναρξη των αγροτικών κινητοποιήσεων, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρούσε να επιβάλει μια εικόνα ότι ξεπέρασε τους «μεγάλους σκοπέλους» (Τέμπη, ΟΠΕΚΕΠΕ κ.λπ.), ότι παίρνει φιλολαϊκά μέτρα, ότι διατηρεί την πολιτική ηγεμονία και ότι έχει καλές προοπτικές για τρίτη θητεία. Στη δημιουργία μιας τέτοιας εικόνας συνέβαλαν αρκετοί παράγοντες: οι σημαντικές ενεργειακές και άλλες συμφωνίες με τις ΗΠΑ, που υποτίθεται ότι αναβαθμίζουν «γεωπολιτικά» τη χώρα· το συνεχιζόμενο «κουκούλωμα» των σκανδάλων· οι εξαγγελίες για «επαναφορά» των συλλογικών συμβάσεων· η συνεχιζόμενη ανυπαρξία της αντιπολίτευσης, τα κόμματα της οποίας, αντί να κάνουν πραγματικά αντιπολίτευση, ασχολούνται με τα εσωτερικά τους προβλήματα – μια κατάσταση που επιδεινώθηκε με την «Ιθάκη» του Τσίπρα.
Για λόγους που αφορούν το ηθικό των πιο συνειδητών και πιο αγωνιστικών εργαζόμενων στρωμάτων αλλά και τη στάση των λιγότερο πολιτικοποιημένων και πιο μετριοπαθών στρωμάτων, έχει σημασία η προπαγάνδα της κυβέρνησης να καταπολεμηθεί σε όλα τα παραπάνω σημεία.
Κατ’ αρχάς, κανένα από τα μεγάλα σκάνδαλα, πόσω μάλλον τα Τέμπη, δεν έχει κλείσει. Οι συζητήσεις στην επιτροπή της Βουλής για τον ΟΠΕΚΕΠΕ ανέδειξαν πέρα από κάθε αμφιβολία την ύπαρξη ενός πολυπλόκαμου πελατειακού μηχανισμού που λυμαίνεται τις αγροτικές επιδοτήσεις και ο οποίος είναι ξεκάθαρα συνδεδεμένος με το κυβερνών κόμμα. Το θέμα θα συνεχίσει να συμβάλει στη λαϊκή δυσαρέσκεια, και έχει παίξει ήδη μεγάλο ρόλο στο ξέσπασμα των αγροτικών κινητοποιήσεων.
Όσον αφορά τα Τέμπη, οι εκταφές των νεκρών, οι επερχόμενες διαδηλώσεις της 28ης Φεβρουαρίου (για τη συμπλήρωση τριών χρόνων από το έγκλημα των Τεμπών) και η έναρξη της δίκης τον Μάρτιο θα φέρουν πάλι στην επιφάνεια το όλο ζήτημα. Στο μεταξύ, η κυβέρνηση δεν έχει τολμήσει να πειράξει το μνημείο για τους νεκρούς στο Σύνταγμα. Αυτό δείχνει πολλά, όπως πολλά δείχνουν και οι κατάμεστες αίθουσες στις εκδηλώσεις του κινήματος των Τεμπών, που συνεχίζονται κανονικά.
Οι ενεργειακές, αμυντικές και άλλες συμφωνίες με την Αμερική του Τραμπ όντως ενισχύουν τη θέση του ελληνικού καπιταλισμού στην περιοχή. Ωστόσο, αυτό έχει πολλά αντιφατικά σημεία. Θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να βγουν υδρογονάνθρακες στα ελληνικά ύδατα, αν βγουν τελικά, το ελληνικό δημόσιο δεν θα κερδίσει τίποτε από αυτούς, και ο Έλληνας καταναλωτής θα συνεχίσει να πληρώνει πανάκριβο ρεύμα και πανάκριβα καύσιμα. Γιατί αυτό έχει να κάνει με το πώς είναι στημένη η αγορά ενέργειας στη χώρα και όχι με τη διαθεσιμότητα ενεργειακών πόρων. Επίσης, αμφίβολο είναι αν θα λειτουργήσουν οι περιφερειακοί ενεργειακοί διάδρομοι που θα περνάνε από την Ελλάδα· αυτό θα εξαρτηθεί και από τις εξελίξεις στο Ουκρανικό και από τις διεθνείς ενεργειακές εξελίξεις. Τέλος, αυτές οι «γεωπολιτικές επιτυχίες» της κυβέρνησης Μητσοτάκη απλώς εμπλέκουν τη χώρα μας και τον λαό μας με ακόμα πιο επικίνδυνο τρόπο στις παγκόσμιες ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις. Η εξωτερική πολιτική Μητσοτάκη θα βρεθεί άγρια εκτεθειμένη αν προχωρήσει, όπως φαίνεται πολύ πιθανό, η συνεννόηση της Αμερικής με τη Ρωσία και επιδεινωθεί περαιτέρω η κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης – κάτι που είναι ακόμα πιο πιθανό.
Όσον αφορά τα υποτιθέμενα «φιλολαϊκά» μέτρα της κυβέρνησης, δεν θ’ αλλάξουν τίποτα ουσιαστικό στη γενικευμένη οικονομική ανασφάλεια του εργαζόμενου λαού. Δεν έχουμε πλήρη «επαναφορά» των συλλογικών συμβάσεων, απλώς μια διευκόλυνσή τους σε ορισμένα σημεία, και με δηλωμένη την πρόθεση της κυβέρνησης να αποφευχθούν οι «υπερβολές». Με δυο λόγια, η κυβέρνηση θα επικαλείται τις «περιορισμένες δυνατότητες» των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων για να αποθαρρύνει συλλογικές συμβάσεις με ουσιαστικές αυξήσεις. Το αν θα υπάρξουν τέτοιες θα κριθεί όχι από τις «καλές προθέσεις» κυβέρνησης και εργοδοσίας, αλλά από τη διάθεση των εργαζομένων να συσπειρωθούν στα σωματεία τους και να ξεκινήσουν σοβαρές διεκδικητικές κινητοποιήσεις.
Κάποια μέτρα που αφορούν επιδοματάκια (250 ευρώ στους χαμηλοσυνταξιούχους, ετήσιο επίδομα ύψους ενός ενοικίου για τους ενοικιαστές κ.ά.) ή κάποιες μειώσεις φορολογίας θα έχουν μικρό αντίκτυπο στην πράξη, καθώς όλα τα καταπίνει η ανεξέλεγκτη ακρίβεια. Μπορεί να μειώνεται λίγο η φορολογία εισοδήματος για όσους έχουν παιδιά, αλλά οι περισσότερες φοροελαφρύνσεις αφορούν τα μεγάλα εισοδήματα, ενώ η έμμεση φορολογία τσακίζει τα φτωχότερα στρώματα και η τεκμαρτή φορολόγηση έχει γονατίσει ήδη τα κατώτερα μικροαστικά στρώματα.
3. Η δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησης όχι μόνο είναι υπαρκτή αλλά και οξύνεται. Πέρα από τους αγρότες, χαρακτηριστικά πρόσφατα δείγματα είναι οι αλλεπάλληλες κινητοποιήσεις των ταξιτζήδων –ενός επαγγέλματος όπου μέχρι πρόσφατα κυριαρχούσε η δεξιά–, η αντικυβερνητική ψήφος στις εκλογές των δικηγορικών συλλόγων, οι αντιδράσεις από βουλευτές της ΝΔ στους κυβερνητικούς χειρισμούς στο αγροτικό και η ανοιχτή αντιπολίτευση στον Μητσοτάκη από κομμάτια της ευρύτερης δεξιάς παράταξης (Καραμανλής, Σαμαράς κ.ά.).
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η δυσαρέσκεια δεν αποτυπώνεται προς το παρόν πολιτικά, λόγω του κατακερματισμού και της παράλυσης που χαρακτηρίζουν την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση. Υπάρχουν ωστόσο ευκαιρίες ο κοινωνικός συσχετισμός να γείρει την επόμενη περίοδο αποφασιστικά εις βάρος της νεοφιλελεύθερης μαύρης αντίδρασης. Αν τα πλέον συνειδητά και αγωνιστικά κομμάτια του ελληνικού λαού κινηθούν μαζικότερα και εντονότερα, θα ανοίξει ο δρόμος για ευνοϊκές εξελίξεις και στο «πολιτικό εποικοδόμημα». Πρέπει να ενταθεί η πολύπλευρη δράση των πρωτοπόρων στοιχείων προς αυτή την κατεύθυνση. Να ανοίξουν και άλλα μέτωπα, σε ζητήματα όπως η ακρίβεια, οι εργασιακές σχέσεις, ο αυταρχισμός.
Η νίκη των αγροτικών κινητοποιήσεων θα είναι ένα καθοριστικό βήμα. Μια γενική απεργία σε αλληλεγγύη στους αγρότες θα συνέβαλε καθοριστικά, τσαλακώνοντας την τρομοκρατία και τις απειλές του καθεστώτος και ματαιώνοντας τις προσπάθειες δημιουργίας κλίματος «κοινωνικού αυτοματισμού». Να φτάσει η αλληλεγγύη από την πόλη στην ύπαιθρο και το κλίμα των μπλόκων από την ύπαιθρο στην πόλη!
11.12.2025
Η Συντακτική Επιτροπή
