Η μείωση του αφορολόγητου
κατά περίπου 3.000 ευρώ και η κατάργηση των προσωπικών διαφορών στις συντάξεις:
ανοίγουν νέο κύκλο εξαθλίωσης του ελληνικού λαού, αποθρασύνουν τις πιο μαύρες
αντιλαϊκές δυνάμεις και απομακρύνουν κάθε προοπτική εξόδου από την κρίση. Να
μην περάσουν!
Επιμένουμε: η παγκόσμια
σύγκρουση ανάμεσα στις αστικές δυνάμεις που υπερασπίζονται τις «ανοιχτές
αγορές» και εκείνες που θέλουν επιστροφή στον εθνικό προστατευτισμό είναι μια
ευκαιρία για το εργατικό κίνημα να ενισχύσει τις θέσεις του. Να την
εκμεταλλευθούμε με τόλμη και αποφασιστικότητα.
1. Τα όσα
διαμείβονται τις τελευταίες εβδομάδες σε σχέση με τη λεγόμενη «αξιολόγηση»
συνιστούν ένα ποιοτικό βάθεμα στην επίθεση των ντόπιων και ξένων τοκογλύφων
στον εργαζόμενο ελληνικό λαό. Με πρόσχημα ένα «χρηματοδοτικό κενό», οι
«δανειστές» απαιτούν κάθετη μείωση όλων των μισθών και συντάξεων, μέσω της
μείωσης του αφορολόγητου κατά περίπου 3.000 ευρώ και της κατάργησης των
προσωπικών διαφορών στις συντάξεις. Τα εγχώρια μεγαλοαστικά επιτελεία (ΣΕΒ,
τραπεζίτες κ.λπ.) και η παλαιο-μνημονιακή αντιπολίτευση πλειοδοτούν. Και η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που μόλις χθες έλεγε «ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα»,
τα έχει ήδη δεχθεί όλα.
Αυτό σημαίνει ότι κάθε μισθωτός, ακόμα κι αυτός που το
εισόδημά του είναι κάτω από τον κατώτατο μισθό, θα χάσει ετησίως γύρω στον ένα
μισθό και κάθε συνταξιούχος από μία έως και πάνω από δύο συντάξεις.
Το ότι το νέο τσεκούρι θα
πέσει από το 2019 δεν σημαίνει τίποτα, διότι οι αρνητικές συνέπειες θα
«εισπραχθούν» από τώρα. Και πράγματι, από εκεί που η κυβέρνηση μιλούσε για
αύξηση του ΑΕΠ 2,7% για το 2017, τώρα πολλοί λένε ότι θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με ένα 0,5%.
Η προοπτική περαιτέρω μείωσης
της ήδη πολύ ασθενούς εσωτερικής ζήτησης ματαιώνει κάθε σκέψη επέκτασης
δραστηριοτήτων για το μικρό και μεσαίο κεφάλαιο. Οι μεγαλοκαπιταλιστές ούτως ή
άλλως έχουν βγάλει τα λεφτά τους στο εξωτερικό από το ξεκίνημα της κρίσης, ενώ οι όποιες ξένες επενδύσεις κατευθύνονται σε
παρασιτικούς τομείς είτε έχουν καθαρά αρπακτικό χαρακτήρα.
Τι γίνεται, όμως, με τα
λεγόμενα «αντίμετρα», τα οποία
ζητάει η κυβέρνηση – και γι’ αυτό δεν έχει κλείσει την «αξιολόγηση»; Είναι
σίγουρο ότι δεν θα επαρκέσουν ούτε για φύλλο συκής σε σχέση με το έγκλημα που
διαπράττεται. Γίνεται λόγος για μια ελάχιστη μείωση του ΕΝΦΙΑ, για μια ελάχιστη
μείωση του κατώτατου φορολογικού συντελεστή, κάποια κονδύλια για παιδικούς
σταθμούς και προγράμματα απασχόλησης κ.λπ. Εδώ παρουσιάζεται ως «αντίμετρο» για
την αύξηση της φορολογίας των χαμηλόμισθων η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων!
Όσο για τη διαρροή της κυβέρνησης ότι επανέρχονται οι κλαδικές συλλογικές
συμβάσεις, ας κρατήσουμε πολύ μικρό
καλάθι. Το ΔΝΤ έχει στυλώσει τα πόδια, ενώ πιθανότατα θα τεθούν τέτοιες
προϋποθέσεις που εύκολα οι εργοδότες θα αχρηστεύσουν στην πράξη την
«επαναφορά».
Ακόμα και σε αυτά τα εντελώς
αμφίβολα «αντίμετρα», όμως, οι «δανειστές» απαντούν με απαίτηση για… επιπλέον
μέτρα, όπως η «απελευθέρωση» των ομαδικών απολύσεων, το 50%+1 για την έγκριση μιας απεργίας, η επαναφορά του λοκάουτ
και, βέβαια, η ολοκλήρωση του
ξεπουλήματος της ΔΕΗ.
Απ’ όλα τα παραπάνω αποδεικνύεται
για μια ακόμα φορά ότι οι ντόπιοι και ξένοι τοκογλύφοι δεν ενδιαφέρονται για
καμιά «επιστροφή στην ανάπτυξη», παρά μόνο για το τσάκισμα της ελληνικής
εργατικής τάξης και γενικώς των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Τι κόστος θα
είχε για αυτούς, μπροστά στα περίπου 250 δις που μας έχουν δανείσει από το 2010
(τα οποία βέβαια ξαναγυρίζουν στις τσέπες τους), να βρουν μια ανώδυνη λύση για
τα 2-3 δις του «χρηματοδοτικού κενού»;
Πολύ σημαντικό, όμως, είναι και
το εξής: ενώ οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ φέρονται ικανοποιημένοι με την περικοπή
των «προσωπικών διαφορών» στις συντάξεις, υπάρχουν φωνές μέσα στη χώρα (π.χ.
Στουρνάρας, ΣΕΒ κ.λπ.) που στρώνουν τον
δρόμο για πολύ μεγαλύτερες μειώσεις, για μετατροπή ουσιαστικά των συντάξεων σε
φιλοδωρήματα. Ώστε να είναι αδύνατον να λειτουργήσει και αυτή ακόμα η οικογενειακή αλληλεγγύη, που
προστάτευσε τόσο κόσμο από την πλήρη εξαθλίωση! Δηλαδή, η εγχώρια μεγαλοαστική
συμμορία είναι πιο αδίστακτη από τους ξένους.
Τα νεοφιλελεύθερα ανθρωποειδή
μισούν βαθιά τον ελληνικό λαό, και ιδίως την ελληνική εργατική τάξη. Ξέρουν
ότι, ακόμα και αν δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να προτάξει μια οργανωμένη
αντίσταση, στη συνείδησή της δεν έχει
απεμπολήσει τα δικαιώματά της. Τα οποία και θα ξαναδιεκδικήσει μόλις της
δοθεί η ευκαιρία. Γι’ αυτό μας θέλουν
πεσμένους στα τέσσερα, να παρακαλάμε για μια οποιαδήποτε δουλειά, ακόμα και
χωρίς μισθό, να ζητάμε και συγγνώμη που δεν υποστηρίξαμε τις μνημονιακές «θεραπείες»
τους από την πρώτη στιγμή. Ε, δεν πρόκειται να κάνουμε το χατίρι σε αυτά τα
κτήνη!
2. Η ψήφιση
των νέων μέτρων θα σημάνει το οριστικό
τέλος κάθε αυταπάτης (και κάθε δημαγωγίας) περί της δυνατότητας ύπαρξης ενός «παράλληλου» προς το μνημόνιο
προγράμματος. Μέχρι τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μνημονιακός εξ ανάγκης, ή
τουλάχιστον αυτό ισχυριζόταν. Κορόιδευε πρώτα τον εαυτό του και εν συνεχεία τον
ελληνικό λαό ότι μπορεί να υπάρξει έξοδος από την κρίση μέσα στο μνημονιακό
πλαίσιο, αρκεί οι «δανειστές» να του επιτρέψουν να εφαρμόσει τη δική του
πολιτική σε ό,τι δεν αποτελεί ρητή μνημονιακή υποχρέωση. Ε, δεν του το επέτρεψαν. Και πώς αντιμετώπισε αυτόν τον τσαμπουκά
των «δανειστών» ο ΣΥΡΙΖΑ; Απλούστατα,
υποτάχθηκε ακόμα πιο πολύ. Τελευταία αρπάχτηκε από τα «αντίμετρα» και την
πεποίθηση ότι, ούτως ή άλλως, η ανάπτυξη είναι καθ’ οδόν, ότι είχε ήδη ξεκινήσει
από το 2016! Λες και δεν ήταν
αναμενόμενο ότι οι νέες περικοπές θα υπονόμευαν και την οποιαδήποτε προοπτική
ανάκαμψης!
Το «πολιτικό αφήγημα» –για να
χρησιμοποιήσουμε μια λέξη του συρμού– της κυβέρνησης Τσίπρα είναι νεκρό. Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε μνημονιακός εκ πεποιθήσεως. Στελέχη του δηλώνουν στα
ίσα ότι κακώς έπεσαν όλα τα φορολογικά βάρη στη «μεσαία τάξη» (ας τα ρίξουμε,
λοιπόν, στους θεόφτωχους), ότι ο κρατισμός είναι ιδεοληψία, ότι το κρατικό
μονοπώλιο στην ενέργεια είναι ξεπερασμένο κ.λπ.
Ο Τσίπρας έχει αρχίσει ήδη να
βαδίζει στα χνάρια του Σαμαρά. Αφού έκανε όλα τα χατίρια των «δανειστών», οι
τελευταίοι ετοιμάζονται να τον πετάξουν και να προετοιμάσουν για στύψιμο την
επόμενη λεμονόκουπα. Στον βαθμό που το 3ο Μνημόνιο έχει και άλλες αξιολογήσεις
(δηλαδή, και άλλα μέτρα) και που καμιά πραγματική ανάπτυξη δεν προβλέπεται μέχρι
την ενεργοποίηση των νέων μέτρων, δεν βλέπουμε τι είναι αυτό που θα μπορούσε να
γλυτώσει τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από την
επερχόμενη στρατηγική πολιτική ήττα. Εκτός αν ο Τσίπρας επιλέξει τη φυγή
των πρόωρων εκλογών, μπας και διασώσει κάτι από το κόμμα του.
Είναι φυσικό αυτή η κατάσταση
να «φουσκώνει» τον Μητσοτάκη. Δεν χρειάζεται, εξάλλου, να κάνει τίποτα ο ίδιος.
Το πρόγραμμα είναι δεδομένο –το μνημόνιο–, η προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στον
ιδεολογικό πυρήνα του μνημονίου αβαντάρει
εκ των πραγμάτων τον νεοφιλελευθερισμό, και καθυστερημένοι μικροαστοί, από
αυτούς που βρίζουν τον Τσίπρα ως «κομμουνιστή» (!), υπάρχουν αρκετοί. Μπορεί
όλ’ αυτά να μην επαρκούν για μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της δεξιάς, αλλά και
τσόντες υπάρχουν, μεταξύ άλλων το ΠΑΣΟΚ, ή ίσως κανένα νέο κομματίδιο του
νεοφιλελεύθερου κέντρου – γι’ αυτό άλλωστε έχουν επιστρατευτεί τελευταία όλα τα
Σημιτικά ρετάλια.
3. Σημαίνουν
όλα τα παραπάνω ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια αντιδραστική-δεξιά στροφή; Εμείς δεν πιστεύουμε ότι τα πράγματα θα
κινηθούν τόσο ευθύγραμμα. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό.
Πρώτον, ναι
μεν υπάρχει απογοήτευση από τις πολιτικές εξελίξεις, αλλά η κλασική εργατική
τάξη ιδίως απέχει αρκετά από το να είναι
απελπισμένη. Ο κόσμος δουλεύει πολύ, δουλεύει με μαύρα, δουλεύει με πολύ
λιγότερα απ’ ό,τι πριν την κρίση, αλλά η μέση εργατική οικογένεια επιβιώνει με
θαυμαστή αξιοπρέπεια. Αυτό είναι ένα κρατούμενο. Δεν βλέπουμε, δηλαδή, ούτε
αύξηση της λουμπενοποίησης ούτε στροφή εργατικών στρωμάτων σε αντιδραστικές
λογικές.
Δεύτερον, υπάρχει
μια μικρή αλλά όχι ασήμαντη αύξηση των
εργατικών αντιστάσεων, σε διάφορους χώρους, και με κάποιες μικρές νίκες. Ενώ
δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη και η ενεργοποίηση του μαθητικού κινήματος
ύστερα από πολύ καιρό. Μπορεί τα σωματεία να βρίσκονται σε κακή κατάσταση και η
έλλειψη μιας συγκεκριμένης πολιτικής απάντησης στα μνημόνια να μη βοηθά στη
συσπείρωση, αλλά είμαστε σίγουροι ότι η
διάθεση αντίστασης της τάξης μας θα αυξηθεί.
Τρίτον, ο
διεθνής παράγοντας θα είναι ευνοϊκός. Το
ρήγμα που άνοιξε μέσα στον παγκόσμιο καπιταλισμό, με την εκλογή Τραμπ και
το Brexit, ανάμεσα στους
οπαδούς των «ανοιχτών αγορών» και τους οπαδούς της επιστροφής στον εθνικό
προστατευτισμό θα βαθύνει. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με τις προθέσεις τους αλλά
με το αντικειμενικό αδιέξοδο του παρηκμασμένου καπιταλισμού, που το ανέδειξε
ξεκάθαρα η μεγάλη κρίση που ξεκίνησε το 2008. Επιμένουμε στη βασική εκτίμησή
μας: οι διαμάχες μεταξύ των μεγάλων
ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Ε.Ε., Κίνα, Ιαπωνία κ.λπ.) αλλά και στο εσωτερικό της Ε.Ε. θα
οξυνθούν, και αυτό, τουλάχιστον σε ορισμένες χώρες, θα δημιουργήσει ευνοϊκότερες συνθήκες για την πάλη της εργατικής τάξης.
Η συγκυρία απαιτεί από το πιο ζωντανό κομμάτι της
τάξης μας ενεργητική υπομονή, ψυχραιμία, πολιτική προετοιμασία, εκμετάλλευση
και των μικρότερων μετώπων που ανοίγουν· και πάνω απ’ όλα, να γίνουν βήματα στην
ενίσχυση των πρωτοπόρων επαναστατικών δυνάμεων, που μόνο αυτές μπορούν να
δώσουν στην εργατική τάξη ηγεσίες αντάξιές της, ικανές να φέρνουν νίκες.
Ευκαιρίες να μπει η τάξη μας σε θέση μάχης απέναντι στα νέα γενοκτονικά μέτρα θα
υπάρξουν. Ας φροντίσουμε να τις προετοιμάσουμε και να τις εκμεταλλευθούμε με
τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
5.4.2017
Η Συντακτική Επιτροπή