Παρασκευή 26 Απριλίου 2019

Σε Ελλάδα και Ευρώπη να τολμήσουμε αγωνιστικά και πολιτικά

Οι επερχόμενες εκλογές σε Ελλάδα και Ευρώπη γίνονται εν μέσω σημαντικών κοινωνικο-πολιτικών ανακατατάξεων, αλλά και σοβαρών διαιρέσεων στο αστικό στρατόπεδο. Όπως δείχνουν και τα «κίτρινα γιλέκα» στη Γαλλία, μπορούμε να εκμεταλλευθούμε αυτές τις διαιρέσεις για να βάλουμε φραγμό στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, προωθώντας παράλληλα το ξανακέρδισμα των δικαιωμάτων μας και την ανασυγκρότηση της εργατικής πρωτοπορίας.

Η έλλειψη ηγεσίας της εργατικής μας τάξης είναι το μεγάλο πρόβλημα, αλλά και ο αντίπαλος δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Με τόλμη και ευελιξία στην τακτική μας, μπορούμε τώρα να γυρίσουμε τον συσχετισμό δυνάμεων προς όφελός μας.



1. Με τις δημοτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές του Μαΐου να πλησιάζουν, αλλά και όντας κοντά στο τέλος της κοινοβουλευτικής θητείας της παρούσας κυβέρνησης, είναι αναμενόμενο να διαμορφώνεται στη χώρα ένα κλίμα παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου. Βεβαίως, το πιο πιθανό είναι ότι οι εθνικές εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο· αλλά οι ευρωεκλογές –και σε έναν βαθμό και οι αυτοδιοικητικές εκλογές– λειτουργούν αντικειμενικά ως προοίμιο, ή έστω ως μια κρίσιμη «δημοσκόπηση», για τις εθνικές εκλογές. Η εργατική μας τάξη, αν και δεν θα πρέπει να υποτιμήσει τις εκλογικές μάχες που έχει μπροστά της, θα πρέπει να έχει καθαρό ότι: α) Οι εκλογές μέσα στο αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα είναι το γήπεδο της αστικής τάξης, κι έτσι μόνο έμμεσα κέρδη μπορούν να βγουν για την τάξη μας από το α ή β εκλογικό αποτέλεσμα. β) Μέχρι να φθάσουμε και στις εθνικές εκλογές, θα τρέξει πολύ νερό στ’ αυλάκι, και στη χώρα μας και πανευρωπαϊκά.
Ξεκινώντας απ’ το τελευταίο, μεγάλες κοινωνικο-πολιτικές ανακατατάξεις βρίσκονται σε εξέλιξη σε τρεις ιδιαίτερα σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γαλλία, το μεγάλο λαϊκό κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» συνεχίζει ν’ αψηφά ηρωικά την πρωτοφανή τρομοκρατία του καθεστώτος Μακρόν, στέλνοντας μήνυμα σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς ότι ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να ηττηθεί, και στο πεζοδρόμιο αλλά και πολιτικά. Στην Αγγλία η κατάσταση με το Brexit έχει περιπλακεί, καθώς συγκρούονται αστικές δυνάμεις που θέλουν εδώ και τώρα Brexit, ακόμα και χωρίς συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, και άλλες που είτε φοβούνται την αποχώρηση από την Ε.Ε. χωρίς συμφωνία είτε απλώς αναζητούν προσχήματα προκειμένου να ανατρέψουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2016. Τέλος, στην Ισπανία, που έχει γενικές εκλογές τον Απρίλιο, είναι κρίσιμο να αποτραπεί σχηματισμός κυβέρνησης από τρεις ορκισμένους εχθρούς της εργατικής τάξης, το κλασικό δεξιό Λαϊκό Κόμμα, τους ακροδεξιούς του Vox και τους νεοφιλελεύθερους «κεντρώους» των Ciudadanos. Το να αποτραπεί αυτή η εξέλιξη θα ήταν ένα θετικό μήνυμα ειδικά για τους βασανισμένους από τα μνημόνια λαούς της Νότιας Ευρώπης.

2. Όσον αφορά τώρα το εσωτερικό μέτωπο, είναι προφανές ότι ο κύριος όγκος της εργατικής τάξης, των κατώτερων στρωμάτων, ανησυχεί για την πιθανότητα να έρθει στην εξουσία η ακραία νεοφιλελεύθερη ρεβανσιστική ΝΔ του Μητσοτάκη. Από την άλλη, ένα μεγάλο, αντιδραστικό τμήμα της μικροαστικής τάξης διακατέχεται από την αυταπάτη ότι, αν έρθει στην εξουσία ο φιλικός προς την «επιχειρηματικότητα» Μητσοτάκης, θα βελτιώσει τη θέση της, βεβαίως εις βάρος μισθωτών, συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων. Η αστική τάξη, τέλος, είναι διαιρεμένη ανάμεσα σε ένα κομμάτι που προτιμά την κοινωνική ηρεμία –έστω με ορισμένες παραχωρήσεις προς τα λαϊκά στρώματα– και τη σταδιακή ανάκαμψη που προωθεί ο Τσίπρας· ωστόσο, ένα άλλο κομμάτι της έχει συνδέσει την επιβίωσή του στον ανταγωνισμό με την ισοπέδωση των εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, σε βαθμό μεγαλύτερο απ’ ό,τι το έχουν κάνει ήδη τα μνημόνια.
Η εργατική μας τάξη δεν μπορεί να παρακολουθεί αδρανής να διαμορφώνουν την πολιτική ατζέντα τα ελεγχόμενα από τους καπιταλιστές μέσα ενημέρωσης και εταιρείες δημοσκοπήσεων. Πρέπει να πάρει εμπράκτως θέση σε μια σειρά από μεγάλα ζητήματα που βρίσκονται σε εξέλιξη, και τα οποία με τη σειρά τους θα επηρεάσουν καταλυτικά τον γενικότερο ταξικό και πολιτικό συσχετισμό.
Ποια είναι αυτά; Θα υπάρξουν ουσιαστικές αυξήσεις στον ιδιωτικό τομέα, μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού; Θα διασωθεί η πρώτη κατοικία των λαϊκών νοικοκυριών, ή το νέο πλαίσιο που συμφώνησαν κυβέρνηση, τραπεζίτες και «δανειστές» θα ανοίξει τον δρόμο σε μαζικούς πλειστηριασμούς; Θα αποφευχθεί η δραματική μείωση του αφορολόγητου το 2020; Θα ανοίξει ένας δρόμος για επιστροφή 13ου-14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους; Θα δούμε μια τάση επιστροφής των εργαζομένων στα συνδικάτα τους, με εφαλτήριο την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, ή τα ντροπιαστικά γεγονότα στο συνέδριο της ΓΣΕΕ θα σηματοδοτήσουν ακόμα περισσότερη απογοήτευση και πολυδιάσπαση; Θα ανοίξουν, έστω με αφορμή τις δημοτικές εκλογές, μέτωπα σε κρίσιμα ζητήματα καθημερινής διαβίωσης, όπως η ιδιωτικοποίηση δημόσιων χώρων, τα σκουπίδια, τα ενεργειακά ζητήματα; Θα αποτραπεί η αναζωογόνηση της εθνικιστικής ακροδεξιάς, που επιχειρείται με αφορμή το Μακεδονικό; Θα ανοίξει ένας δρόμος για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ή η εγχώρια παρασιτική μεγαλοαστική τάξη θα κοιτάξει πάλι να ληστέψει το δημόσιο ταμείο, και θα μας ξαναβάλει σύντομα στο ΔΝΤ;
Όλα αυτά τα ζητήματα –και πολλά ακόμη– μπορεί να τίθενται πλέον μέσα στο προεκλογικό πλαίσιο αλλά ταυτόχρονα διακυβεύονται στην πράξη. Μέσα στις επιχειρήσεις, μέσα στα νοικοκυριά, στις τοπικές κοινωνίες, στο πεζοδρόμιο. Εμείς οι Κομμουνιστές-Τροτσκιστές λέμε ότι η τάξη μας πρέπει να πάρει έμπρακτα θέση σε όλα αυτά και να βάλει τη δική της σφραγίδα στις εξελίξεις. Ξέρουμε το κενό πολιτικής και συνδικαλιστικής ηγεσίας που ταλανίζει την τάξη μας, αλλά και ο αντίπαλος, η εργοδοσία, η αστική τάξη, δεν βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση, καθώς είναι κι αυτή χτυπημένη από την κρίση, με εξασθενημένη τη θέση της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Αν δεν κάνει κάποιες παραχωρήσεις στα λαϊκά στρώματα, ώστε να σταθεροποιήσει κάπως την εσωτερική οικονομική και κοινωνική κατάσταση, δεν θα μπορέσει να επανεκκινήσει αυτό που λέμε εγχώριο καπιταλισμό· συν ότι και οι «δανειστές» δεν μπορούν να ρισκάρουν τώρα μια επιστροφή της Ελλάδας σε βαθιά ύφεση. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στην εργατική μας τάξη, αν κινηθεί ευέλικτα και τολμηρά, τόσο στο αγωνιστικό πεδίο όσο και στο πολιτικό, να διαμορφώσει έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό δυνάμεων. Που με τη σειρά του μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για ακόμα μεγαλύτερες διεκδικήσεις, ακόμα πιο ριζοσπαστικούς πολιτικούς στόχους κ.ο.κ.

3. Στο ερώτημα τι κάνουμε τώρα, απαντάμε: Πρώτον, παρά το προεκλογικό κλίμα και ίσα ίσα με αφορμή αυτό, συμμετέχουμε σε ό,τι συλλογικό κινείται, ανοίγουμε μέτωπο όπου συσπειρώνεται μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων διατεθειμένων να διεκδικήσουν, να αγωνιστούν. Από τα συνδικάτα και τα εργασιακά θέματα μέχρι τους δήμους και τις γειτονιές.
Δεύτερον, στην προπαγάνδα και τη δράση, αξιοποιούμε τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες αστικές δυνάμεις, ανάμεσα στις διαφορετικές λογικές αστικής διαχείρισης. Στον βαθμό που η εργατική μας τάξη δεν διαθέτει σήμερα ένα πραγματικά δικό της κόμμα, δεν κρατάμε ίσες αποστάσεις απέναντι σε όλους τους εκφραστές της αστικής πολιτικής, αλλά ρίχνουμε το βάρος μας ενάντια στους πιο επικίνδυνους· ώστε να ανορθώσουμε το ηθικό της τάξης μας, τραβώντας παράλληλα και τα πιο συγχυσμένα, μετριοπαθή ή απογοητευμένα κομμάτια. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι καθαρό ότι ο πιο επικίνδυνος αντίπαλος είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η νεοφιλελεύθερη ακροδεξιά· που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι δύο συμπληρωματικά όργανα του πιο αδίστακτου κομματιού του κεφαλαίου, εκείνου που επιμένει στο τσάκισμα, την αποδιοργάνωση, την πλήρη πολιτική περιθωριοποίηση της εργατικής τάξης.
Στη χώρα μας, όμως, η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη, καθώς ούτως ή άλλως από το 2010 η Ελλάδα είναι αλυσοδεμένη σε ένα νεοφιλελεύθερο πλαίσιο πολιτικής, που καθορίστηκε από τα μνημόνια, την υπερχρέωση, την εποπτεία των «δανειστών». Ακόμα κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να διαμορφώσει μια άλλη στρατηγική, που περιλαμβάνει και ορισμένες παραχωρήσεις στα λαϊκά στρώματα στη λογική της ενίσχυσης της εσωτερικής ζήτησης, ωστόσο δεν ξεφεύγει και αυτός από το παραπάνω πλαίσιο. Από την άλλη, είναι προφανές ότι το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί σε αυτή την οριακή συγκυρία είναι να επιστρέψουν στην εξουσία ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, αγκαλιά με τους «Μακεδονομάχους» που ζητάνε κεφάλια «αριστερών προδοτών» και με το πιο εξαχρειωμένο και αντεργατικό τμήμα της αστικής τάξης. Ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτές οι δυνάμεις μόνο με τον φόβο και την απελπισία μπορούν να κυβερνήσουν, γι’ αυτό και δεν θα διστάσουν να μας ξαναβάλουν στο ΔΝΤ.
Εμείς οι συνειδητοί εργάτες, οι φτωχοί, οι καταπιεζόμενοι πρέπει να αποτρέψουμε με τους αγώνες μας και με την πολιτική μας στάση αυτό το ενδεχόμενο. Από την άλλη, δεν δίνουμε συγχωροχάρτι στη «μετριοπαθή» μνημονιακή αστική διαχείριση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά απαιτούμε πίσω όλα τα δικαιώματά μας και επιδιώκουμε να συγκρουστούμε με όλες τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, με όλο το καθεστώς της λιτότητας διαρκείας, του ευρωμονόδρομου, της «επιτήρησης»· για να ανοίξουμε έναν άλλο δρόμο για τη χώρα μας, μακριά από την Ε.Ε., τον παρασιτισμό της εγχώριας αστικής τάξης και τις αλυσίδες της χρεοκρατίας-τραπεζοκρατίας.
Ξέρουμε ότι ο δρόμος αυτός δεν είναι εύκολος. Μια αποφασισμένη, αξιόμαχη, τίμια επαναστατική ηγεσία του εργατικού μας κινήματος και της συνειδητής εργατικής μας τάξης είναι όρος για να τον βαδίσουμε με επιτυχία. Ας εκμεταλλευθούμε τις μεγάλες αντιθέσεις που αναπτύσσονται μέσα στο σύστημα και την πλούσια πείρα των τελευταίων χρόνων και ας δώσουμε τώρα μια αποφασιστική ώθηση στη συγκρότηση της εργατικής πρωτοπορίας!

5/4/2019
Η Συντακτική Επιτροπή