Παρασκευή 26 Απριλίου 2019

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΚΑΙ «ΧΩΡΟΙ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ»


Οι «χώροι ελεγχόμενου θανάτου», όπως εύστοχα χαρακτηρίστηκαν, αποδεικνύουν ότι το σύστημα δεν θέλει να αντιμετωπίσει αυτή τη μάστιγα

Όχι στους χώρους ελεγχόμενου θανάτου! Πραγματική απεξάρτηση 
και συνολική πάλη ενάντια στην τοξικοεξάρτηση και
 το σύστημα που τη γεννά!

Αυτό που πραγματικά πρέπει να αναγνωρίσουμε στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η συνέπεια και η συνέχεια που επιδεικνύει ειδικά στον τομέα της αντιμετώπισης των ναρκωτικών με μια πολιτική που ουσιαστικά είναι νεοφιλελεύθερη. Όσο η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει και η αντίσταση των νέων γίνεται μια επικίνδυνη πιθανότητα τόσο το σύστημα θα βρίσκει μεθόδους καταστολής και χειραγώγησης. Σ’ αυτό το πλαίσιο έχουν γίνει μεθοδικές προσπάθειες τελευταία για τη νομιμοποίηση, στη συνείδηση των λαϊκών οικογενειών και ειδικά στη νεολαία, της χρήσης των ναρκωτικών ουσιών. Με υποστηρικτές όλους αυτούς τους θιασώτες της «ναρκο-κουλτούρας» και του «δικαιωματισμού» και με κυρίαρχα τα ιδεολογήματα του «ατομικού δικαιώματος στη χρήση» από τη μια και των «θεραπευτικών» ιδιοτήτων της κάνναβης από την άλλη.

Με το πρόσφατο νομοσχέδιο, η κυβέρνηση, με τη σύμφωνη γνώμη σχεδόν σύσσωμης της Βουλής, νομοθετεί τη δημιουργία «Χώρων Εποπτευόμενης Χρήσης» ναρκωτικών (ΧΕΧ, ή αλλιώς “shooting rooms”– «χώροι για να τρυπιέσαι»!). Ένα μέτρο το οποίο συζητιέται εδώ και 15 χρόνια από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Παράλληλα, ενόψει ενός πολλά υποσχόμενου τουριστικού καλοκαιριού, και με τις πολυεθνικές να θέλουν ένα «καθαρό», «ευπρεπισμένο» και «απολυμασμένο» αστικό κέντρο, το νομοσχέδιο αποσκοπεί στο να «καθαρίσει» η Αθήνα από τις πιάτσες και να γίνουν αόρατοι οι χρήστες, με το να συγκεντρωθούν σ’ αυτούς τους χώρους (ΧΕΧ), το πιθανότερο σε περιοχές όσο γίνεται πιο μακρινές και πιο αθέατες.
Μιλάμε για χώρους όπου ο ενδοφλέβιος χρήστης θα παίρνει τη δόση του με επίβλεψη ειδικού προσωπικού, με σκοπό την αποφυγή θανάτων από υπερβολική δόση! Ωστόσο, δεν διασφαλίζεται από πουθενά ότι δεν θα γίνεται παράλληλη χρήση άλλων ουσιών, παράνομων ή μη, πριν μπουν και αφού βγουν από τους ΧΕΧ, στο πλαίσιο της πολυτοξικομανίας τους. Επίσης, τα δεδομένα άλλων χωρών μας δείχνουν ότι οι χώροι αυτοί υπάρχει κίνδυνος να ενθαρρύνουν τη χρήση και να μειώσουν τα κίνητρα για θεραπεία. Το νομοσχέδιο αφήνει διάπλατα ανοιχτές τις πόρτες για την εκμετάλλευση αυτών των ΧΕΧ και την εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης δυστυχίας από τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
Όλα αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα της κρίσης, που παρ’ όλα αυτά έχει τα χαμηλότερα ποσοστά χρηστών σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ενώ θα έπρεπε να ακολουθηθούν πολιτικές που εστιάζουν στην έγκαιρη πρόληψη και θεραπεία, όπως τα «στεγνά» θεραπευτικά προγράμματα, τα οποία σημειωτέον έχουν ποσοστό επιτυχίας πάνω από 70%. Άρα η απεξάρτηση είναι εφικτή! Αντίθετα, η κυβέρνηση οδήγησε στην υποστελέχωση και υποχρηματοδότηση αυτών των προγραμμάτων και εφαρμόζει την επίπλαστη «ανθρωπιστική» πολιτική της ΕΕ, της «μείωσης της βλάβης», που βασίζεται στην άποψη ότι η τοξικομανία είναι μια «χρόνια, ανίατη νόσος του εγκεφάλου», άρα χρειάζεται φάρμακο, τα υποκατάστατα στην προκειμένη περίπτωση, τα οποία παράγονται βέβαια από τις φαρμακοβιομηχανίες! Το ποιος ωφελείται από αυτές τις πολιτικές είναι ολοφάνερο: πολυεθνικές και τουριστικό κεφάλαιο, ΜΚΟ και φαρμακοβιομηχανίες.
Η εξάρτηση από εξαρτησιογόνες ουσίες (και κάθε εξάρτηση ασφαλώς) είναι ένα καθαρά κοινωνικό φαινόμενο και, ως τέτοιο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το κοινωνικό πλαίσιο το οποίο το γεννά και το τροφοδοτεί. Είναι ένα ταξικότατο φαινόμενο, πλήρως συνυφασμένο με τα σύμφυτα χαρακτηριστικά του καπιταλισμού, όπως η ανεργία, τα οικονομικά αδιέξοδα, η φτώχεια, η αποξένωση κ.ά.
Αυτό που απαιτείται, λοιπόν, δεν είναι οι χώροι όπου θα αργοπεθαίνουν νέα παιδιά υπό εποπτεία. Η αντιναρκωτική πολιτική πρέπει να περιλαμβάνει: Δημόσιο και δωρεάν Φορέα Πρόληψης-Θεραπείας και Κοινωνικής Επανένταξης. Ανάπτυξη μονάδων «στεγνών» προγραμμάτων ως βασικό μοντέλο θεραπείας. Στελέχωση και χρηματοδότηση των ήδη υπαρχόντων. Προγράμματα εκπαίδευσης και ενημέρωσης σε όλα τα σχολεία. Τα νέα παιδιά χρειάζονται χώρους έκφρασης, μόρφωσης, άθλησης· κοινωνίες που να τους ανοίγουν δρόμους με όραμα και αυτοπεποίθηση και όχι πνιγηρές από την ανεργία, την οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση.

Όλγα Στεφανίδου