Γιάννης-Βλαδίμηρος Βερούχης
|
Στις 4 Ιουνίου συμπληρώνονται
6 χρόνια από το θάνατο του αγαπημένου μας συντρόφου και δασκάλου, του
Κομμουνιστή-Τροτσκιστή ηγέτη Γιάννη-Βλαδίμηρου Βερούχη (1931-2010). Αλλά ο
λόγος που θα μιλήσουμε για μια ακόμη φορά για τον Γιάννη δεν είναι επετειακός.
Θυμίζοντας και αναδεικνύοντας την προσφορά του Γιάννη Βερούχη στο ελληνικό επαναστατικό
και εργατικό κίνημα ουσιαστικά προβάλλουμε την ιστορία και τις κατακτήσεις του
ελληνικού Κομμουνισμού-Τροτσκισμού. Και αυτή η ιστορία είναι μια ιστορία εννέα
περίπου δεκαετιών σκληρών αγώνων, αυταπάρνησης, θυσιών και αδιάλλακτης
προσήλωσης στη μαρξιστική ιδεολογία και τον επαναστατικό σκοπό. Για το δίκιο
των καταπιεσμένων, για την κοινωνική απελευθέρωση της εκμεταλλευόμενης
εργατικής μας τάξης, για την επανάσταση και τον σοσιαλισμό. Είναι, λοιπόν, μια
ιστορία για την οποία είμαστε πέρα για πέρα περήφανοι.
Σταθμοί της ιστορίας μας
Ποιοι είναι, όμως, οι μεγάλοι
σταθμοί, οι μεγάλες κατακτήσεις στην πορεία του ελληνικού
Κομμουνισμού-Τροτσκισμού, μια πορεία που στο μεγαλύτερό της μέρος διανύθηκε
κάτω από τη διπλή τρομοκρατία της αστικής αντίδρασης και του αντεπαναστατικού
σταλινισμού; Είναι:
Πρώτον: Η οικοδόμηση μιας πρότυπης επαναστατικής
οργάνωσης 2.500 προλεταρίων μαχητών, της Κομμουνιστικής Οργάνωσης
Μπολσεβίκων-Λενινιστών (Αρχειομαρξιστών), που ήταν το ελληνικό τμήμα της
Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης του Λέοντα Τρότσκυ. Για την οποία οργάνωση ο
ίδιος ο Τρότσκυ είπε ότι «είναι η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμή μας διεθνώς» και η
οποία έφτασε να ελέγχει 50 εργατικά σωματεία, τρία μεγάλα κινήματα της εποχής
του Μεσοπολέμου (αναπήρων και θυμάτων πολέμου, φυματικών, ανέργων), να
αναδεικνύεται πρώτη ή δεύτερη δύναμη σε αρκετά Εργατικά Κέντρα και να διαθέτει
σχηματισμούς σε όλες τις πόλεις και κωμοπόλεις της Ελλάδας, καθώς και σε πολλά
χωριά.
Δεύτερον:
Η ιδεολογική υπεράσπιση του μαρξισμού
ενάντια στις σταλινικές διαστρεβλώσεις πάνω σε δύο κορυφαία ζητήματα, που
ήταν η φύση του ελληνικού καπιταλισμού και η φύση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (σε
συνδυασμό με τα καθήκοντα που απέρρεαν από τη συμμετοχή της ΕΣΣΔ σε αυτόν). Ένα
έργο που έφερε σε πέρας με τις σπουδαίες αναλύσεις του ο μεγάλος μαρξιστής
διανοούμενος Παντελής Πουλιόπουλος.
Τρίτον: Η έμπρακτη υπεράσπιση του διεθνισμού και
της επανάστασης στα δύσκολα χρόνια της φασιστικής Κατοχής και της
«Απελευθέρωσης», μια στάση αρχών που το κίνημά μας πλήρωσε με περισσότερους
από 100 νεκρούς, στη μεγάλη τους πλειονότητα δολοφονημένους μεθοδευμένα από τη
σταλινική ηγεσία του ΚΚΕ και στη συντριπτική τους πλειονότητα προερχόμενους από
το ρεύμα της ΚΟΜΛΕΑ.
Τέταρτον:
Η πρωτοπόρος δράση μέσα στο εργατικό
κίνημα της προδικτατορικής (αλλά και της μεταπολιτευτικής) περιόδου, με μεγάλες
επιτυχίες σε μια σειρά τομείς της εργατικής τάξης, όπως οι οικοδόμοι, οι
εργάτες ξύλου, και κυρίως οι λιθογράφοι, το σωματείο των οποίων οι σύντροφοί
μας πήραν υπό τον απόλυτο έλεγχό τους και μετέτρεψαν σε ένα πρότυπο εργατικό
σωματείο – επιθετική «αιχμή» όλου του εργατικού κινήματος.
Πέμπτον:
Η αντίσταση κατά της Χούντας των
συνταγματαρχών, την οποία οι σύντροφοί μας ξεκίνησαν από την πρώτη ημέρα της
κήρυξής της, φτιάχνοντας τη μεγαλύτερη αντιδικτατορική οργάνωση, τις
Δημοκρατικές Επιτροπές Αντίστασης (ΔΕΑ), με σημαντική δράση ιδίως τα πρώτα –και
πιο δύσκολα– χρόνια της δικτατορίας και με μεγάλο αριθμό καταδικασμένων,
βασανισμένων και επικηρυγμένων.
Οι δύο τελευταίοι σταθμοί της ιστορίας των Ελλήνων
Κομμουνιστών-Τροτσκιστών φέρουν ανεξίτηλα τη σφραγίδα του Γιάννη Βερούχη. Και ανήκει σε αυτόν η τιμή ότι, αντιδρώντας στη
συστηματική κατασυκοφάντηση του κινήματός μας από την άρχουσα τάξη και τον
σταλινισμό, στο συστηματικό «θάψιμο» της ιστορίας μας, συνέδεσε ξανά, και με τα γραπτά του, κυρίως όμως με τη δράση του, το κομμένο
«νήμα» του κινήματός μας.
Κάθε κίνημα που δεν μαθαίνει
από την προσφορά και τις θυσίες αλλά και τα λάθη των αγωνιστών του, που δεν
βγάζει συμπεράσματα από την ιστορία του, είναι ένα κίνημα νεκρό, χωρίς λόγο
ύπαρξης. Ο Γιάννης το είχε κατανοήσει αυτό όσο κανένας άλλος. Ξεκινώντας απ’
όσα έμαθε από τον πατέρα του (τον Σταύρο Βερούχη, ηγέτη της Γενικής
Συνομοσπονδίας Αναπήρων και Θυμάτων Πολέμου) και άλλους αγωνιστές της
προπολεμικής γενιάς, πρωταγωνιστώντας ο ίδιος σε όλη την αγωνιστική φάση από τη
δεκαετία του ’50 μέχρι και μετά τη δικτατορία, χτίζοντας τέλος μια οργάνωση με
«υλικό» νέους επαναστάτες και διευθύνοντας την εφημερίδα μας, τη Σοσιαλιστική
Προοπτική, τις τελευταίες δεκαετίες, κατάφερε να αποτελέσει τη φυσική συνέχεια του
κινήματός μας.
Εργατική τάξη, οργάνωση, πολιτική
Σήμερα, τόσο στη χώρα μας όσο
και διεθνώς, το Κομμουνιστικό-Τροτσκιστικό μας κίνημα βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή.
Η δολοφονία του ίδιου του Λέοντα Τρότσκυ από τον σταλινισμό συνοδεύτηκε από τη
μεθοδευμένη εξόντωση των τροτσκιστικών στελεχών ή ακόμα και του συνόλου των
τροτσκιστών αγωνιστών σε μια σειρά χώρες (ΕΣΣΔ, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία,
Ελλάδα, Ινδοκίνα κ.λπ.), είτε από τον φασισμό είτε από τον σταλινισμό. Με την «αφρόκρεμα»
του κινήματός μας δολοφονημένη, η ηγεσία της 4ης Διεθνούς πέρασε μετά τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο σε στελέχη που υπολείπονταν κατά πολύ και σε ικανότητες και σε
εμπειρία. Μέσα από διαδικασίες τις οποίες δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε (και
χωρίς να υποτιμούμε τη συνεισφορά μιας πλειάδας συντρόφων μας σε μεγάλες
ταξικές μάχες που δόθηκαν όλα αυτά τα χρόνια), το κίνημά μας βρέθηκε σε μια
κατάσταση πολυδιάσπασης. Και το χειρότερο, με τις διάφορες ηγετικές ομάδες
βυθισμένες στην αυταπάτη ότι ο δρόμος προς τις πλατιές μάζες περνούσε μέσα από
την προσαρμογή σε διάφορα «πλατιά ρεύματα», σοσιαλδημοκρατικής, σταλινικής ή
άλλης προέλευσης. Η πλήρης αστικοποίηση της σοσιαλδημοκρατίας και η παταγώδης
κατάρρευση του σταλινισμού το 1989-’91 επιβεβαίωσαν το αδιέξοδο αυτής της
τακτικής.
Όμως, ας μη λαθεύουν οι
πολιτικοί μας αντίπαλοι. Ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, σε όποια χώρα η
εργατική τάξη κάνει βήματα μπροστά, στο πολιτικό ή το αγωνιστικό επίπεδο, από
τη Γαλλία και την Ιβηρική Χερσόνησο μέχρι τη Λατινική Αμερική, η παρουσία
τροτσκιστών αγωνιστών στην πρώτη γραμμή παίζει καθοριστικό ρόλο. Τώρα που ο καπιταλισμός περνάει στη φάση
της πλήρους παρακμής του και επιτίθεται για να πάρει πίσω όλες τις κατακτήσεις
της εργατικής τάξης, τώρα είναι η ώρα για το κίνημά μας να κάνει ένα νέο
ξεκίνημα. Και σε αυτή την προσπάθεια, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη χώρα
μας, η παρακαταθήκη που μας άφησε ο Γιάννης Βερούχης προσφέρει τα πιο πολύτιμα
εφόδια. Και να μερικά από τα σημαντικότερα:
α) Η πίστη στον αναντικατάστατο ρόλο της εργατικής μας
τάξης. Καμιά οικοδόμηση επαναστατικής
ηγεσίας δεν έχει νόημα και πιθανότητα επιτυχίας μακριά από την εργατική τάξη.
Και μάλιστα την εργατική τάξη όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Μια
εργατική κοινωνική βάση είναι, επίσης, η μόνη εγγύηση της ενότητας στις γραμμές
μας. Μόνο οι εργάτες κατανοούν βαθιά την ανάγκη της ενότητας και αποστρέφονται
τις διασπάσεις και τους φατριασμούς. Και
η παραμικρή επιτυχία μέσα στο εργατικό κίνημα θα αναδείξει την πολλαπλασιαστική
της δύναμη στην επόμενη κρίσιμη καμπή της συγκυρίας. Όλες οι εξελίξεις των
τελευταίων χρόνων απέδειξαν ότι η εργατική τάξη θέλει και μπορεί να αγωνιστεί,
ότι είναι πολύ αριστερότερα από τις αυτοαποκαλούμενες «ηγεσίες» της.
Εμπιστευόμαστε την τάξη μας σημαίνει ότι εμπιστευόμαστε το ταξικό της αισθητήριο,
που αποδεικνύεται συνήθως πολύ σωστότερο από τις περισπούδαστες αναλύσεις των
«ειδικών».
β) Η επιμονή στη σημασία του οργανωτικού ζητήματος. Κάθε σοβαρή πάλη απέναντι στον ταξικό εχθρό και το
κράτος του είναι αδιανόητη χωρίς την οργάνωση του δικού μας στρατοπέδου. Και
όταν μιλάμε για οργάνωση εννοούμε από το πιο απλό επίπεδο, μιας επιτροπής σε
έναν εργασιακό χώρο, μέχρι το επίπεδο των συνδικάτων και μέχρι το ανώτερο
επίπεδο, της ίδιας της επαναστατικής οργάνωσης της πρωτοπορίας. Ο Γιάννης
Βερούχης, στα βήματα του μπολσεβικισμού και του Λένιν, αντιμετώπισε το
οργανωτικό ζήτημα σαν αυτό που είναι: ένα βαθιά πολιτικό ζήτημα. Είναι επιστήμη και τέχνη μαζί, η επιστήμη
και η τέχνη της διεξαγωγής της ταξικής πάλης σε όλα τα επίπεδα. Εργατικές
επιτροπές, επιτροπές για συγκεκριμένη δράση, πραγματικές συνδικαλιστικές
παρατάξεις και πραγματικά εργατικά συνδικάτα, οργάνωση των απεργιών, ενιαίο
μέτωπο, επαναστατική οργάνωση με δημοκρατία στη συζήτηση και πειθαρχία στη
δράση… αυτά είναι τα «εργαλεία» που πρέπει να ξαναδουλέψουμε αν θέλουμε να
πετύχουμε και πάλι νίκες.
γ) Η αναγκαιότητα των πολιτικών θέσεων και των
πολιτικών προοπτικών. Το να γνωρίζεις
και να τηρείς τις ιδεολογικές αρχές του μαρξισμού δεν λύνει το πρόβλημα του πώς
θα κερδίσεις επιρροή μέσα στην εργατική τάξη. Η γέφυρα ανάμεσα στη θεωρία και
την πράξη είναι η πολιτική, οι συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις πάνω σε
συγκεκριμένα ζητήματα. Μια «γέφυρα» που πρέπει να πατάει γερά και στη
μαρξιστική ιδεολογία μας αλλά και στην πραγματικότητα. Γνώρισμα μιας πραγματικής ηγεσίας είναι ότι τολμά πολιτικές προβλέψεις,
ότι βάζει μπροστά πολιτικές προοπτικές. Μόνο έτσι ανοίγεις δρόμους για να
πάει μπροστά η συνείδηση των καταπιεσμένων. Και πάνω σε όλα αυτά ο Γιάννης
Βερούχης χάραξε νέους δρόμους, επεξεργάστηκε τολμηρές πολιτικές θέσεις πάνω σε
ένα σωρό νέα και παλιά προβλήματα, ξεκινώντας πάντα από την αυθεντική
διδασκαλία του μαρξισμού και αδιαφορώντας για την «κοινή γνώμη» και τα
σκουριασμένα μυαλά των διαφόρων μικροαστικών ψευτο-επαναστατικών κύκλων.
Γι’ αυτό επανερχόμαστε και θα επανερχόμαστε συνεχώς
στη σκέψη και τη δράση του Γιάννη Βερούχη. Σε αυτή την παρακαταθήκη υπάρχει
υγεία, υπάρχει φρεσκάδα, υπάρχει δύναμη και τόλμη, υπάρχει το υλικό για να
αναζωογονήσουμε το επαναστατικό μας κίνημα και να του δώσουμε τη θέση που του αξίζει:
στην ηγεσία της πάλης της εργατικής μας τάξης ενάντια στην καπιταλιστική
βαρβαρότητα!
Πάρις Δάγλας