Η «καραντίνα» που εφαρμόστηκε ως τρόπος αντιμετώπισης της
πανδημίας του κορονοϊού ήταν σίγουρα κάτι πρωτόγνωρο, που συνοδευόταν από φόβο,
όχι μόνο για την απειλή της ασθένειας αλλά και για την οικονομική επιβίωση. Δεν
γίνεται όμως να παραβλέψουμε και το εξής γεγονός: ότι παρ’ όλα αυτά και κατά
γενική ομολογία ήταν και ένα διάστημα ξεκούρασης και ηρεμίας. Σταμάτησαν οι
διαρκείς αναγκαστικές μετακινήσεις, για
την πλειοψηφία των εργαζομένων βρέθηκε χρόνος για να περάσουν με τις οικογένειές
τους, να κάνουν πράγματα για τον εαυτό τους, πράγματα που τους ευχαριστούν, να
απαλλαγούν για λίγο από το εξοντωτικό άγχος μιας πολύ απαιτητικής
καθημερινότητας. Τεράστια ήταν η επίδραση
αυτής της «παύσης» και στο περιβάλλον. Μειώθηκαν ο θόρυβος και η μόλυνση,
καθάρισε η ατμόσφαιρα, ακόμα και στις μεγαλουπόλεις ακούγονταν τα κελαηδίσματα
των πουλιών.
Από την άλλη, βέβαια, στην πανδημία του κορονοϊού οι
αστικές τάξεις είδαν μια χρυσή ευκαιρία
να δοκιμάσουν ένα σύστημα ελέγχου και χειραγώγησης. Η εξάπλωση της επιδημίας
και ο περιορισμός της έχει να κάνει πιο πολύ με τις επιπτώσεις στην οικονομία παρά
στις επιπτώσεις σε ζωές.
Υπάρχει όμως και η δική μας η πλευρά, η πλευρά των
εργαζόμενων, η πλευρά που δίνει αξία
στην ανθρώπινη ζωή. Που δεν θα μείνει στον φόβο και την αγωνία που
προσπαθούν να μας επιβάλλουν αλλά στην ελπίδα και το όραμα. Το όραμα για μια ζωή ανθρώπινη, ήρεμη και δημιουργική. Όχι όμως με
αφορμή τον εγκλεισμό για την αντιμετώπιση μιας ασθένειας. Αλλά για το δικαίωμα
που έχουμε η επιβίωσή μας να μη συνδέεται με μια εξαντλητική σπατάλη δυνάμεων, με
τον συνεχή ανταγωνισμό, με το άγχος, την ανασφάλεια προκειμένου να πλουτίζουν
μια χούφτα καπιταλιστές. Αλλά με την ανάπτυξη κάθε ανθρώπινης δημιουργικής
δύναμης για το καλό και την ευημερία όλης της ανθρωπότητας.
Μαρία Καράβολα