Από την περιθωριοποίηση και την οικονομική εξόντωση στην εγκληματοποίηση
Η «κοινή γνώμη» αλλά και η «πολιτεία» θυμάται τους τσιγγάνους μόνο με κάποια αρνητική αφορμή, όπως η δολοφονία του 18χρονου Ρομαντικό στο Πέραμα από αστυνομικούς |
Ο αντιτσιγγανισμός, οι θεσμικές και πολιτικές πρακτικές περιθωριοποίησης, αποκλεισμού και βίας κατά των Ρομά από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και τα όργανά τους, σε κάθε γωνιά της γης, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Υπάρχει εδώ και αιώνες. Και, δυστυχώς, κάθε φορά έρχεται στην επιφάνεια με τον χειρότερο τρόπο. Όπως τελευταία, με την περίπτωση της εν ψυχρώ δολοφονίας από αστυνομικό νεαρού τσιγγάνου στο Πέραμα.
Στην πλειονότητά τους οι τσιγγάνοι, σε όλο τον κόσμο, ζουν αποκλεισμένοι σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς τους. Οι συνθήκες διαβίωσης στους καταυλισμούς-γκέτο, χωρίς νερό, ρεύμα και αποχέτευση, σε παραπήγματα μέσα στις λάσπες, είναι χειρότερες από τριτοκοσμικές και άκρως επικίνδυνες. Χωρίς ουσιαστική πρόσβαση στην εκπαίδευση και τις υπηρεσίες υγείας, ζουν τη δική τους πολυετή και πολύπλευρη κρίση. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το 96% των περίπου 300.000 Ρομά στην Ελλάδα ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Σημειωτέον, μόλις τη δεκαετία του 1970 πήραν οι τσιγγάνοι της Ελλάδας την ελληνική υπηκοότητα, μετά από αιώνες δηλαδή, και ένα ποσοστό 10%-15% δεν την έχει πάρει ακόμη! Το 81% των γυναικών δεν εργάζεται ούτε και καταρτίζεται επαγγελματικά, ενώ το ποσοστό αυτό στους άνδρες είναι 38%. Το 50% μένει σε παραπήγματα, συχνά επικίνδυνα. Η πλειονότητα είναι αναλφάβητοι, καθώς οι μαθητές αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το αφιλόξενο για αυτούς σχολείο για να εργαστούν. Εκτιμάται ότι το 90% της παραβατικότητας που γίνεται αιτία των φυλακίσεών τους έχει να κάνει με την επιβίωσή τους.
Εργασιακά τα χτυπήματα που έχουν δεχτεί ήταν καθοριστικά για τις συνθήκες διαβίωσής τους. Οι τσιγγάνοι της ΕΕ έχουν υποστεί τρομακτική συρρίκνωση των εισοδημάτων τους: α) λόγω της εκμηχάνισης της γεωργίας, που εκτόπισε εργατικά χέρια. β) Λόγω της μείωσης των μισθών των εργατών γης, ως αποτέλεσμα της μείωσης των τιμών των αγροτικών προϊόντων, που εισάγονται στην ΕΕ, εξαιτίας της κατάργησης των δασμών στα αγροτικά προϊόντα μεταξύ των χωρών της ΕΕ αλλά και μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών. γ) Η πολιτική των «ανοιχτών συνόρων» και η μαζική εισαγωγή παράνομων μεταναστών επέτεινε το ήδη υπάρχον εργασιακό πρόβλημα των Ρομά και τον πλήρη εργασιακό εκτοπισμό τους και ως μικρογυρολόγων και ως εργατών γης, στέλνοντάς τους στις χωματερές των σκουπιδιών. Η παραβατικότητα, που όντως υπάρχει, δεν είναι μόνο απόρροια των συνθηκών ζωής τους. Το κράτος, οι νομαρχίες και οι δήμοι, μέσα από τα πρόστιμα, τις φυλακίσεις, τις εξαγορές ποινών, τις κατασχέσεις εμπορευμάτων κερδίζουν χρήματα. Άρα ένα καθεστώς που υποθάλπει την παραβατικότητα είναι ό,τι πρέπει.
Η υποκρισία των λακέδων του κεφαλαίου και των εντεταλμένων ΜΜΕ, που τρέφονται με τη «φωτογένεια των εξαθλιωμένων», τη μια στιγμή μπορεί να μετατρέψει τους Ρομά σε αποδιοπομπαίους τράγους, υπεύθυνους για όλα τα δεινά της κοινωνίας, ενώ την άλλη στιγμή, όλοι αυτοί, ως οι μεγαλύτεροι «φιλάνθρωποι» και «φιλοτσιγγανιστές», μαζί με τις «φιλεύσπλαχνες» ΜΚΟ, ξοδεύουν δισεκατομμύρια για την αντιμετώπιση, δήθεν, του τσιγγάνικου αποκλεισμού. Αυτοί υλοποιούν «ανθρωπιστικά» προγράμματα, αλλά… οι τσιγγάνοι παραμένουν περιθωριοποιημένοι και στοχοποιημένοι φτωχοδιάβολοι!
Σε κανέναν δεν αρέσει να ζει στο περιθώριο κατατρεγμένος και να βλέπει τα παιδιά του να αργοπεθαίνουν στις χωματερές ή να γυρνάνε στους δρόμους και τα ξενυχτάδικα. Για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των Ρομά ένας είναι ο ένοχος: το αστικό κράτος με τις πολιτικές της εξαθλίωσης, της ανεργίας και της φτωχοποίησης.
Οι τσιγγάνοι είναι πολίτες όπως όλοι μας και ως εκ τούτου έχουν δικαίωμα στην παιδεία, σε ισότιμη πρόσβαση στις δομές υγείας, σε αξιοπρεπείς συνθήκες στέγασης και δημόσιας υγιεινής, στη σταθερή εργασία, σε μέτρα προστασίας για τους ανέργους. Δεν υπάρχει «αναλλοίωτη ανθρώπινη φύση», όπως πολλοί διατείνονται αναφερόμενοι στους Ρομά. Οι κοινωνικές συνθήκες και οι σχέσεις παραγωγής είναι που αλλάζουν τον άνθρωπο και τα χαρακτηριστικά του.
Όλγα Στεφανίδου