Το ποιες είνια οι πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης για τη δημόσια υγεία φαίνεται από τις συστηματικές διώξεις κατά συνδικαλιστών γιατρών |
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, τα επιτελεία της, καθώς και τα κομμάτια του ελληνικού
κεφαλαίου που εκφράζει, αποδεικνύουν καθημερινά ότι είναι οι πιο σκοτεινές και με
μίσος –που ξεκινά από την εποχή του εμφυλίου– για τον ελληνικό λαό δυνάμεις. Μετά από
έναν χρόνο πανδημίας δεν μπορούμε να μιλάμε απλά για ελλείψεις ή
αστοχίες. Μπορούμε όμως να μιλάμε για αδιαφορία ή και εκδικητικότητα απέναντι
σε έναν λαό που η ιστορία του και οι κατακτήσεις του δεν αντιστοιχούν στην προσπάθεια
υποβάθμισης της υγείας του σε ένα τριτοκοσμικό επίπεδο.
Η μανία τους ενάντια στον ελληνικό λαό φαίνεται ξεκάθαρα
από τη στάση του κράτους απέναντι στους υγειονομικούς, το πιο σκληρά
δοκιμαζόμενο κομμάτι των εργαζομένων στις σημερινές συνθήκες. Οι οποίοι όχι μόνο δεν έχουν καμία στήριξη στο έργο τους, όχι μόνο δεν
αναγνωρίζεται η αυτοθυσία τους, αλλά διώκονται με τον πιο θρασύ και απροκάλυπτο
τρόπο.
– Ο πρόεδρος του σωματείου του νοσοκομείου Άγιος Σάββας, επίκουρος γιατρός Κ.
Καταραχιάς παίρνει δυσμενή μετάθεση και μετά απολύεται.
– Δίωξη για «διασπορά ψευδών ειδήσεων» στον νοσηλευτή πρόεδρο των
εργαζομένων στο Γενικό Νοσοκομείο Γιαννιτσών.
– Δίωξη του Θανάση Σούλα, πρόεδρου νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ, γιατί αποκάλυψε ότι
δεν υπάρχουν ΜΕΘ.
– Δίωξη στη Δάφνη Κατσίμη, πρόεδρο των γιατρών της Θεσσαλονίκης, από το Τμήμα
Προστασίας Κράτους και Δημοκρατικού Πολιτεύματος!
– Εισαγγελική δίωξη σε βάρος του προέδρου της ΟΕΝΓΕ (νοσοκομειακοί γιατροί).
Αυτές είναι μερικές ενδεικτικές περιπτώσεις διώξεων υγειονομικών. Αν προσθέσουμε σε αυτά την εφαρμογή τυφλών
λοκντάουν, την έλλειψη σχεδιασμού ιχνηλάτησης κρουσμάτων και επιδημιολογικής
επιτήρησης, τον συνωστισμό στα μέσα μαζικής μεταφοράς και τους χώρους δουλειάς,
τη μείωση του ποσού για τη δημόσια υγεία από τον φετινό προϋπολογισμό, την
έλλειψη υγειονομικού προσωπικού, έχουμε αρκετούς από τους λόγους που έχουμε
φτάσει σε αυτό το σημείο.
Οι διαπιστώσεις όμως δεν αρκούν. Η αριστερά χρειάζεται να
προτείνει λύσεις, να δημιουργεί όραμα και να εμπνέει πίστη για τη διεκδίκηση
και κατάκτηση αυτών που δικαιούται ο ελληνικός λαός. Ένα μεγάλο μέρος της λύσης της υγειονομικής κρίσης είναι η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Αυτό που οι «μάνατζερ υγείας»
του υπουργείου απαξιώνουν και λοιδορούν θα μπορούσε να είχε σώσει χιλιάδες ζωές,
αν υπήρχε.
Η εδραίωση του θεσμού του οικογενειακού
γιατρού θα αποσυμπίεζε τα νοσοκομεία, αφού οι ασθενείς θα είχαν επαρκή
ιατρική παρακολούθηση στο σπίτι, προτού εξελιχθούν σε περιστατικά που
χρειάζονται νοσοκομειακή νοσηλεία. Επίσης, απαιτούνται: μια υπηρεσία που θα φροντίζει τις ανάγκες των ασθενών όσο
παραμένουν στο σπίτι, εφοδιασμός με τρόφιμα, φάρμακα, μεταφορά για εξετάσεις,
και μικρές περιφερειακές μονάδες υγείας
που θα αντιμετωπίζουν ελαφριά περιστατικά. Όλα αυτά θα μείωναν τους
ασθενείς στα νοσοκομεία καθώς και τις ανάγκες για ΜΕΘ.
Για να γίνουν αυτά χρειάζεται ένα εντελώς διαφορετικό σκεπτικό για τη
δημόσια υγεία. Ένα σκεπτικό που θα βασίζεται στην παρέμβαση πριν την εκδήλωση
και έξαρση της ασθένειας. Που
επικεντρώνεται στην πρόληψη κυρίως και στη διατήρηση μιας γενικότερης καλής κατάστασης
της υγείας του πληθυσμού, με παροχή μέσων και τρόπων που να την εξασφαλίζουν.
Με αφορμή την πανδημία είναι η ώρα να αγωνιστούμε και να επιβάλουμε τις ανάγκες
του λαού στο θέμα της δημόσιας υγείας. Εδώ, στη χώρα του Ιπποκράτη, του
μεγαλύτερου γιατρού της ανθρωπότητας δεν θα αφήσουμε να γίνει η παροχή
υπηρεσιών υγείας μέσο κερδοσκοπίας και πλουτισμού αλλά μέσο εξύψωσης και τιμής
για την ανθρώπινη ζωή.
Μαρία Καράβολα