«Δανειστές», κυβέρνηση και
εργοδότες διαπραγματεύονται πόσο σφιχτές θα πρέπει να είναι οι αλυσίδες της
εργατικής μας τάξης ώστε να βγει από την κρίση το σύστημά τους. Ήρθε η ώρα να
μιλήσουμε κι εμείς, οι εργάτες, οι φτωχοί εργαζόμενοι. Και ν’ απαιτήσουμε το
πιο ιερό από τα δικαιώματά μας, το δικαίωμα να διαπραγματευόμαστε συλλογικά το
μεροκάματό μας.
Η πορεία εκφυλισμού και διάλυσης της
Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μια χρυσή ευκαιρία να ανασυγκροτηθεί το συνειδητό
προλεταριάτο σε όλη την ήπειρό μας. Φτάνει να τολμήσει να την εκμεταλλευθεί.
1. Η
ελληνική εργατική μας τάξη, άγρια χτυπημένη από έξι χρόνια μνημονίων αλλά χωρίς
να έχει σκύψει το κεφάλι, βρίσκεται μπροστά σε μια κρίσιμη συγκυρία. Στα μέσα
Οκτωβρίου αρχίζει και επισήμως η «διαπραγμάτευση» για το εργασιακό, στην οποία
κυβέρνηση, «δανειστές», ΔΝΤ και ντόπια αφεντικά θα κρίνουν αν θα σταματήσουν
κάπου εδώ την υποτίμηση της εργατικής μας δύναμης, ή θα προχωρήσουν σε ακόμα
πιο ξεκάθαρη ασιατοποίηση των εργασιακών σχέσεων και αμοιβών μας. Το βασικό
τους κριτήριο είναι τι εξυπηρετεί καλύτερα τη σταθερότητα και ασφάλεια του
κοινωνικού τους συστήματος και την αδιατάρακτη συνέχιση του
μνημονιακού-δανειακού πλαισίου. Από εκεί και πέρα, ο καθένας έχει και τις δικές
του επιδιώξεις.
Η κυβέρνηση, που ξέρει ότι επιβιώνει χάρη στην ανοχή
ενός τμήματος των μισθωτών, επιμένει ότι θα τα δώσει όλα σε αυτή τη
«διαπραγμάτευση» (τ’ ακούσαμε και στο ασφαλιστικό αυτά…) και ότι θα επιτύχει
επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων. Υποστηρίζει ότι έχει συμφωνήσει σε
σημαντικό βαθμό με τους Ευρωπαίους «δανειστές» και ότι το πρόσφατο πόρισμα της
«επιτροπής σοφών» ευνοεί τη διαπραγματευτική της θέση. Είναι αλήθεια ότι το
πόρισμα αυτό μιλάει για επαναφορά των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, της
επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων και του καθορισμού του κατώτατου
μισθού από τους «κοινωνικούς εταίρους», ενώ δεν επιμένει στο λοκ-άουτ, τις
ομαδικές απολύσεις και τον περιορισμό του δικαιώματος στην απεργία. Ωστόσο, α)
το πόρισμα αυτό δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα για τους «θεσμούς», β) στα πιο κρίσιμα ζητήματα βάζει
«ασφαλιστικές δικλείδες» που κάλλιστα μπορούν να αξιοποιηθούν για να μην
αλλάξει τίποτα σε σχέση με το μνημονιακό εργασιακό πλαίσιο (π.χ.
αντιπροσωπευτικότητα 50% στις συλλογικές συμβάσεις) και γ) σε άλλα θέματα
προχωράει σε ακόμα πιο αντιδραστικές
κατευθύνσεις (π.χ. μαθητεία, επιδότηση των εργοδοτών, μειωμένα ωράρια σε
επιχειρήσεις με «προβλήματα» κ.λπ.).
Για τους εκπροσώπους των
ευρωπαϊκών «θεσμών» δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ακριβώς τι στάση θα κρατήσουν,
ούτε είναι δεδομένο ότι συμφωνούν και μεταξύ τους. Αλλά τη βασική τους θέση την
έχουν διατυπώσει ούτως ή άλλως στο 3ο Μνημόνιο, όπου λέγεται ξεκάθαρα ότι η
Ελλάδα δεν θα πρέπει να επιστρέψει σε ό,τι ίσχυε πριν από τα μνημόνια. Και αυτά
η κυβέρνηση Τσίπρα τα έχει υπογράψει.
Από την άλλη, το ΔΝΤ είναι
δεδομένο ότι θα επιμείνει σε ακόμα μεγαλύτερη «απορρύθμιση» (δηλαδή
τριτοκοσμοποίηση) της αγοράς εργασίας, συνδέοντας μάλιστα στενά αυτή την
απαίτηση με τη μείωση του ελληνικού χρέους και την παραμονή του στο «δανειακό
πρόγραμμα». Τέλος, από τους εγχώριους
μεγαλοκαπιταλιστές μόνο πισώπλατες μαχαιριές μπορούμε να περιμένουμε, όπως
έκανε ο ΣΕΒ πρόσφατα, που έβαλε από το παράθυρο στη συζήτηση και την κατάργηση
του 13ου και 14ου μισθού για τους νεοπροσλαμβανόμενους.
Ποιος λείπει από αυτή τη
«διαπραγμάτευση»; Μα ο βασικός ενδιαφερόμενος, δηλαδή η ελληνική εργατική τάξη!
Γι’ αυτό ακριβώς, για να μην αποφασίσουν
για εμάς χωρίς εμάς, οφείλουμε τώρα να βάλουμε τη δική μας σφραγίδα στις
εξελίξεις. Να ανοίξει το θέμα μέσα σε όλους τους εργασιακούς χώρους και όλα
τα σωματεία, να δουλέψουμε με επιτροπές αγώνα όπου δεν υπάρχουν σωματεία ή αυτά
είναι εργοδοτικά. Με ενότητα, οργάνωση, τόλμη, πρωτοτυπία στις μορφές
αντίδρασης και καλά προετοιμασμένους αγώνες, να απαιτήσουμε: Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις,
ελεύθερος συνδικαλισμός. Κατάργηση όλου του μνημονιακού αντεργατικού πλαισίου. Κατάργηση
των ατομικών συμβάσεων, οι επιχειρησιακές να έχουν ισχύ μόνο όταν προβλέπουν
καλύτερους όρους για τον εργαζόμενο από τις κλαδικές. Κανένας περιορισμός στο δικαίωμα της απεργίας, καμιά κρατική
επιτροπεία στα συνδικάτα, κανένας περιορισμός σε δικαιώματα που επιτρέπουν στα
συνδικάτα μας να λειτουργούν και να υπερασπίζονται τα συμφέροντά μας.
Το δικαίωμα της εργατικής τάξης να διαπραγματεύεται
συλλογικά την αμοιβή της είναι ιερό και έχει κερδηθεί με αίμα. Είναι η καρδιά
της ενότητας και της ύπαρξης της τάξης μας. Και αν αυτό ισχύει γενικά, ισχύει δέκα φορές περισσότερο στην Ελλάδα,
όπου η μεγάλη πλειονότητα των μισθωτών δουλεύει σε μικρές επιχειρήσεις και όπου
έχουμε να κάνουμε με μια εργοδοσία ιστορικά αρπακτική, τυχοδιωκτική και
αδίστακτη.
2. Ενώ το
εργασιακό θα αποκρυσταλλώσει τον βασικό συσχετισμό δύναμης μεταξύ εργοδοσίας
και εργατικής τάξης, στο θέμα της εξόδου από την κρίση, της πολυαναμενόμενης
«ανάκαμψης», η κατάσταση παραμένει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Η συζήτηση για
τη μείωση του χρέους παραπέμπεται ουσιαστικά για το 2018, με την Ε.Ε. και το
ΔΝΤ να ρίχνουν συνεχώς ο ένας το μπαλάκι στον άλλο. Στην πραγματικότητα, δεν
βιάζονται να ανοίξουν τέτοια θέματα όταν έχουν μπροστά τους προκλήσεις όπως το Brexit και
οι γερμανικές εκλογές. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η Ελλάδα υποχρεώνεται σε
εξωπραγματικά πλεονάσματα του προϋπολογισμού για να μπορεί να εξυπηρετεί το
δυσθεώρητο χρέος, κάτι που συντηρεί το κλίμα αβεβαιότητας. Αυτό με τη σειρά του
σημαίνει ότι δεν αναμένονται σημαντικές ξένες επενδύσεις, εκτός από τις καθαρά
αρπακτικές (ιδιωτικοποιήσεις δημόσιας περιουσίας).
Οι ντόπιοι μεγαλοκαπιταλιστές
έχουν βγάλει όλα τα λεφτά τους στο εξωτερικό και τίποτα δεν δείχνει ότι
σκοπεύουν να τα ξαναφέρουν. Όσο για τις ελληνο-κινεζικές συμφωνίες, όσο κι αν η
κυβέρνηση δέχθηκε να γίνει ο Πειραιάς… κινεζική αποικία, δεν έχουν μεγάλες
προοπτικές, λόγω του αυξανόμενου προστατευτισμού έναντι των κινεζικών προϊόντων
στην Ευρώπη, αλλά και της υποχώρησης του παγκόσμιου εμπορίου. Από την άλλη, το
μικρομεσαίο κεφάλαιο πλήττεται από το αυξημένο ασφαλιστικό και φορολογικό βάρος
και βέβαια από τη στασιμότητα της κατανάλωσης.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει στο ζήτημα αυτό να σκεφτόμαστε
μηχανιστικά. Καμιά κρίση, ακόμα και η ελληνική, δεν κρατά αιώνια. Το χαμηλό εργατικό κόστος και ορισμένες διευκολύνσεις
της κυβέρνησης (π.χ. ευνοϊκές ρυθμίσεις σε θέματα χρεών, επιδοτήσεις) μπορούν
να δημιουργήσουν μια κινητικότητα στο εγχώριο κεφάλαιο. Από την άλλη, η
παραοικονομία, το «μαύρο» χρήμα, ζει και βασιλεύει. Δεν είναι τυχαίο ότι η
κυβέρνηση δεν τόλμησε τελικά να γενικεύσει τη χρήση της πιστωτικής κάρτας. Υπό
έναν συνδυασμό προϋποθέσεων, ο οποίος βέβαια δεν είναι και τόσο εύκολος, μπορεί
μέσα στον επόμενο χρόνο να δούμε ορισμένα σημάδια ανάκαμψης. Σε κάθε περίπτωση, δεν μιλάμε για κάποια άξια
λόγου ανάπτυξη ούτε για σημαντική μείωση της ανεργίας. Η οικονομική αστάθεια
θα παραμείνει, το πρόβλημα της συρρίκνωσης της παραγωγής επίσης, η εργοδοσία θα
κάνει το παν δυνατόν για να κρατήσει το μεροκάματο χαμηλά και την τάξη μας σε
ανασφάλεια. Ενώ δεν πρέπει να αγνοούμε και την επίδραση από τις δυσοίωνες
προοπτικές της παγκόσμιας και κυρίως της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής οικονομίας.
Πολλοί νομίζουν ότι, αν η
οικονομική κατάσταση βελτιωθεί, αυτό θα ενισχύσει τις αυταπάτες για την
κυβέρνηση και θα αποτελέσει ένα είδος δικαίωσης του μνημονιακού δρόμου. Σε
καμιά περίπτωση! Αυταπάτες για την κυβέρνηση δεν υπάρχουν και ο εργαζόμενος
κόσμος ξέρει πολύ καλά ότι κάθε άλλη λύση εκτός από το μνημόνιο θα ήταν
προτιμότερη. Εμείς πιστεύουμε ότι και η
παραμικρή βελτίωση της θέσης της εργατικής μας τάξης θα τη σπρώξει να αρχίσει
να διεκδικεί αυτά που έχασε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Μια έστω και μικρή μείωση
της ανεργίας θα αυξήσει τη διαπραγματευτική μας δύναμη μέσα στις επιχειρήσεις. Κάθε
βελτίωση του ηθικού της τάξης μας θα πρέπει να εξαργυρωθεί όσο το δυνατόν πιο
γρήγορα σε οργάνωση, ανασυγκρότηση των συνδικάτων, κινητοποιήσεις και
διεκδικήσεις. Προς τα εκεί πρέπει να στρέψουμε όλη την προσοχή μας!
3. Οι πιο
σημαντικές εξελίξεις, όμως, θα έρθουν απ’ τα έξω, από την Ευρώπη. Η πορεία εκφυλισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης
αποτελεί την πιο ζωντανή διάψευση του μνημονιακού «μονόδρομου», αποτελεί
ξεκάθαρη πολιτική ήττα για το σύνολο των αστικών δυνάμεων της Ευρώπης. Η
Βρετανία ξεκαθαρίζει ότι την άνοιξη του ’17 βάζει μπρος την οριστική έξοδο από
την Ε.Ε. Κάθε σκέψη του γερμανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του να
«στριμώξουν» τη Βρετανία προκειμένου να φοβηθούν άλλοι υποψήφιοι προς αποχώρηση
αποδεικνύεται γελοία. Η Ιταλία, που πλήττεται θανάσιμα από τη γερμανική
πολιτική της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, ξεσπαθώνει κατά της Γερμανίας.
Στην ίδια τη Γερμανία, η Μέρκελ
υφίσταται βαριές ήττες στις τοπικές εκλογές, ενώ η αποκάλυψη για τη δεινή θέση
της Deutsche Bank αποδεικνύει ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός», ότι η
ηγεμονεύουσα δύναμη της Ε.Ε. είναι και η ίδια στριμωγμένη. Το σημαντικότερο απ’ όλα, στη Γαλλία ξεκίνησαν και πάλι οι δυναμικές κινητοποιήσεις κατά της
εργασιακής «μεταρρύθμισης».
Όλες αυτές τις εξελίξεις
εκείνοι που θέλουν να λέγονται πρωτοπορία της εργατικής τάξης οφείλουν να τις
αξιοποιήσουν στο έπακρο. Είναι η
ευκαιρία να μεγαλώσουμε τη σύγχυση και τη διάσπαση στο στρατόπεδο του
αντιπάλου, να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθηση της τάξης μας, να της καλλιεργήσουμε
την πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός έχει φάει τα ψωμιά του σαν κοινωνικό σύστημα
και ότι την Ευρώπη θα την ενώσει μόνο η εργατική τάξη κάτω από ένα σοσιαλιστικό
καθεστώς. Μέσα από μια τέτοια πάλη, θα δημιουργηθούν και οι καλύτερες
προϋποθέσεις για να αποκτήσουμε τις ηγεσίες που ανταποκρίνονται στα ιστορικά
συμφέροντα της τάξης μας!
5.10.2016
Η Συντακτική Επιτροπή