Με την οργάνωση, την τόλμη,
την πάλη, την καθαρή πολιτική σκέψη, ν’ ανοίξουμε δρόμο για να πάρουμε πίσω τα
δικαιώματά μας και τις κατακτήσεις μας. Τα τελευταία μέτρα της κυβέρνησης
αποδεικνύουν ότι το σύστημα μπορεί και, σε μεγάλο βαθμό, είναι αναγκασμένο να
κάνει παραχωρήσεις. Οι οποίες θα είναι τόσο περισσότερες όσο πιο γρήγορα
προχωρήσει η συσπείρωση της τάξης μας και η ανασυγκρότηση της πρωτοπορίας της!
Στις εκλογές που έχουμε μπροστά μας, να
αποτραπεί η παλινόρθωση των νεοφιλελεύθερων παλαιομνημονιακών δυνάμεων, αλλά
και να ενισχυθεί η συνολική αντίθεση στην υποθήκευση της χώρας και στη βαθιά
αντιλαϊκή Ευρωπαϊκή Ένωση.
Λέμε ευθέως την άποψή μας για
αυτά τα μέτρα. Δεν πρόκειται ούτε για «ψίχουλα», «ελεημοσύνη» κ.λπ. ούτε κατά
βάση για προεκλογικές παροχές, όπως βλακωδώς ισχυρίζονται δεξιά και «αριστερή»
αντιπολίτευση. Και λέμε «βλακωδώς», γιατί τα
μέτρα αυτά, μαζί με εκείνα που έχουν προηγηθεί (αύξηση κατώτατου μισθού 11%,
επαναφορά συλλογικών συμβάσεων, ακύρωση νομοθετημένης περικοπής συντάξεων,
καθιέρωση της αιτιολόγησης των απολύσεων κ.ά.): α) έχουν ένα αρκετά σημαντικό
οικονομικό, πολιτικό αλλά και ψυχολογικό αντίκτυπο στην ελληνική κοινωνία, β)
δεν είναι και τόσο «προεκλογικά», δεδομένου και του καθεστώτος εποπτείας της
χώρας από τους «δανειστές», και γ) συνιστούν μια αρκετά μεθοδική προσπάθεια για
έξοδο του ελληνικού καπιταλισμού από τη σοβαρότερη κρίση της ιστορίας του, με
βάση την ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης και τη διατήρηση μιας κάποιας
«κοινωνικής συνοχής».
Οφείλουμε να πούμε ότι τα
μέτρα αυτά ως σύνολο, καθώς και γενικά η στρατηγική του επιτελείου του ΣΥΡΙΖΑ –και
του κομματιού της αστικής τάξης που εμφανώς έχει συνταχθεί μαζί του– εκφράζουν μια απομάκρυνση από την κεντρική
φιλοσοφία των μνημονίων, που, θυμίζουμε, προέβλεπε: την παγίωση του εργασιακού
καθεστώτος ζούγκλας, την κατάργηση 13ου-14ου μισθού/σύνταξης, τη «διεύρυνση της
φορολογικής βάσης» ακόμα και στους πλέον χαμηλόμισθους, απολύσεις στο δημόσιο
κ.λπ.
Εμείς οι
Κομμουνιστές-Τροτσκιστές ήμαστε η μοναδική δύναμη μέσα στην αριστερά που είχαμε
προβλέψει αυτή την εξέλιξη, καθώς διαγνώσαμε έγκαιρα ότι: το μνημόνιο, παρότι πέτυχε στο να φορτώσει την κρίση στον εργαζόμενο
λαό, είχε έναν εντελώς αντιφατικό χαρακτήρα. Δεν υπήρχε περίπτωση να ισορροπήσει
ο ελληνικός καπιταλισμός με τη συνέχιση μιας πολιτικής τριτοκοσμοποίησης της
χώρας. Ακριβώς επειδή η Ελλάδα δεν είναι Λετονία ή Γουατεμάλα, δυνάμεις μέσα από την ίδια την αστική τάξη
θα επεδίωκαν να διασώσουν τον σχετικώς ανεπτυγμένο χαρακτήρα του ελληνικού
καπιταλισμού και τη σημαντική θέση του στην περιοχή, με βάση ένα νέο
μοντέλο διαχείρισης της κατάστασης. Σε αυτές τις δυνάμεις αντιστοιχούσε και μια
νέα πολιτική ηγεσία, την οποία προσέφερε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, προερχόμενος ιστορικά
από την παράταξη της αριστεράς, μπορούσε να απευθυνθεί και στην εργατική τάξη, στα
κατώτερα στρώματα.
Αν συνυπολογίσουμε τη στρατηγική συμμαχία αυτής της κυβέρνησης,
και γενικά του ελληνικού καπιταλισμού, με την Αμερική του Τραμπ και τις
σημαντικές αλλαγές που σημειώνονται στην Ευρώπη (άνοδος του
ευρωσκεπτικισμού, Brexit, Ιταλία, «κίτρινα γιλέκα»,
κρίση σοσιαλδημοκρατίας κ.λπ.), μπορούμε
να καταλάβουμε πώς φτάσαμε σε μια κατάσταση όπου η κυβέρνηση Τσίπρα βρήκε
έδαφος να «πατήσει», και γιατί αυτή η κυβέρνηση δεν είναι απλώς η συνέχεια των
Γ. Παπανδρέου-Σαμαρά-Βενιζέλου.
Τέλος, ο ελληνικός λαός δεν έπαψε όλα αυτά τα χρόνια να αγωνίζεται με όποιον
τρόπο μπορεί ενάντια στη μνημονιακή ισοπέδωση, γεγονός που συνέβαλε αποφασιστικά
σε έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό δυνάμεων.
2. Να
είμαστε καθαροί: τα περισσότερα από τα νέα μέτρα του Τσίπρα απευθύνονται στα αστικά και όχι στα
εργατικά στρώματα και το πλαίσιο της υπερχρέωσης-επιτήρησης-υποθήκευσης της
χώρας παραμένει. Με δεδομένη την
παρασιτική και άκρως τυχοδιωκτική φύση της ελληνικής αστικής τάξης, την
κατάσταση του ευρωπαϊκού και διεθνούς καπιταλισμού, αλλά και ελλείψει μεγάλων
παραγωγικών επενδύσεων, η χώρα μπορεί να ξαναμπεί σε ένα καθοδικό σπιράλ
ύφεσης-φτωχοποίησης. Ωστόσο, είμαστε τώρα σε μια νέα φάση, σε μια φάση σχετικής σταθεροποίησης της
εσωτερικής οικονομικής κατάστασης. Τα αφεντικά μας, σε μια σειρά κλάδους,
αυξάνουν τους τζίρους τους, τις επενδύσεις τους, τα κέρδη τους, ενώ η ανεργία
μειώνεται. Αυτή η φάση δίνει στην εργατική μας τάξη μια ευκαιρία για οργάνωση, συσπείρωση, αύξηση της διαπραγματευτικής μας
δύναμης· ώστε να απαιτήσουμε πίσω ό,τι χάσαμε από τα μνημόνια, να διεκδικήσουμε
πολύ περισσότερα από αυτά που παραχωρεί σήμερα η κυβέρνηση, και τελικά να
προετοιμάσουμε την ανατροπή όλου του καθεστώτος της χρεοκρατίας-επιτροπείας.
3. Σε αυτές
τις εκλογικές διαδικασίες που έχουμε μπροστά μας, η εργατική μας τάξη δεν έχει στην πραγματικότητα ένα δικό της κόμμα να
την εκπροσωπήσει, ένα κόμμα που θα εξέφραζε με συνέπεια τα άμεσα και
ιστορικά της συμφέροντα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αδιαφορήσουμε
για τον εκλογικό-πολιτικό συσχετισμό που θα διαμορφωθεί, γιατί αυτός θα
επηρεάσει τις συνθήκες της πάλης μας, και βέβαια και της ζωής μας.
Για την κυβέρνηση τα είπαμε
πιο πάνω. Από την άλλη, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η Νέα
Δημοκρατία του Μητσοτάκη, κινείται σε
μια νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, που έχει και στοιχεία ρεβανσισμού απέναντι στις
κοινωνικές δυνάμεις που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Εκφράζει εκείνα τα
τμήματα του ελληνικού καπιταλισμού που επιμένουν στο τσάκισμα, την πλήρη
ελαστικοποίηση-αποδιοργάνωση της εργατικής τάξης. Καθώς και τις αυταπάτες
ορισμένων μικροαστικών στρωμάτων ότι η «συρρίκνωση του κράτους» θα τους δώσει
χώρο να αναπνεύσουν, μέσω μιας δραστικής μείωσης της φορολόγησής τους.
Η μικροαστική τάξη, και ιδίως τα φτωχότερα στρώματα
αυτής, δεν πρέπει να παρασυρθούν από αυτή την ατζέντα. Όχι μόνο δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από την
εξαθλίωση μισθωτών-συνταξιούχων και την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών,
αλλά η θέση τους ίσα ίσα είναι δίπλα στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους,
που αποτελούν άλλωστε και το μεγαλύτερο μέρος της πελατείας τους.
4. Στο
ευρωπαϊκό επίπεδο τώρα, οι ελπίδες ότι η
Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να «ανανεωθεί» διαψεύδονται από μια σειρά εξελίξεις,
όπως η απόρριψη των προτάσεων Μακρόν από τη Γερμανία, η αύξηση του χάσματος
Βορρά-Νότου, οι προστατευτικές επιθέσεις της Αμερικής του Τραμπ κ.ά.
Στη Γαλλία, τα «κίτρινα γιλέκα» έχουν φέρει τον νεοφιλελεύθερο Μακρόν
σε πολιτικό αδιέξοδο και τον έχουν αναγκάσει σε παραχωρήσεις. Στην Ισπανία, με τις τελευταίες εκλογές,
αποφεύχθηκε ο κίνδυνος σχηματισμού κυβέρνησης δεξιάς-ακροδεξιάς. Όλες οι
συστημικές δυνάμεις του ευρωπαϊκού καπιταλισμού φοβούνται ότι το αποτέλεσμα των
ευρωεκλογών μπορεί να συμβάλει στην
όξυνση της κρίσης της Ε.Ε. Αυτό θα ήταν ένα καλοδεχούμενο νέο.
Καθήκον των μικρών αλλά
υπαρκτών επαναστατικών πρωτοποριών σε όλη την ήπειρό μας είναι να
εκμεταλλευθούν τα αδιέξοδα του ταξικού αντιπάλου ώστε να ανασυγκροτηθούν πολιτικά και ιδεολογικά και να μπορέσουν να
προσφέρουν νέες, αξιόμαχες ηγεσίες στο ευρωπαϊκό προλεταριάτο.
5. Τι στάση
πρέπει να κρατήσουμε, λοιπόν, στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις; Όσον
αφορά τις δημοτικές εκλογές: Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να έχει
αντιδραστικοποιηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο μπορούν και σε αυτό το
πλαίσιο να υπάρξουν αντιστάσεις. Και οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι η συνείδηση των εργαζομένων επηρεάζεται και
από το τοπικό επίπεδο, από τον τόπο όπου ζουν. Έτσι, θα πρέπει να
στηρίξουμε αριστερά δημοτικά ψηφοδέλτια
που έχουν αποδείξει ότι βρίσκονται κοντά στους εργαζόμενους, κοντά στις
κοινωνικές ανάγκες των φτωχότερων δημοτών, όχι στα λόγια αλλά στην πράξη.
Στην κάλπη για τις
περιφέρειες και στις ευρωεκλογές, εκ των πραγμάτων η στάση μας επηρεάζεται από
τις επερχόμενες εθνικές εκλογές. Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να αποτραπεί η παλινόρθωση της άκρως
νεοφιλελεύθερης-ρεβανσιστικής δεξιάς του Μητσοτάκη. Η οποία θα προωθήσει περαιτέρω
την ιδιωτικοποίηση στην ασφάλιση, την υγεία, την παιδεία και θα φορτώσει στον εργαζόμενο λαό τα φορολογικά
βάρη που θα αφαιρέσει από την εργοδοσία. Επίσης, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε
και την ενθάρρυνση που θα υπάρξει για τους κάθε λογής «Μακεδονομάχους»,
εθνικιστές, ακροδεξιούς. Απέναντι σε αυτόν τον κίνδυνο, η πλειοψηφία της
εργατικής τάξης και των φτωχότερων στρωμάτων θα προτιμήσει να ψηφίσει και πάλι
ΣΥΡΙΖΑ. Κατανοούμε αυτή τη στάση, αλλά το
καθήκον μας ως επαναστάτες μαρξιστές είναι να βλέπουμε όχι μόνο το
βραχυπρόθεσμο συμφέρον της εργατικής μας τάξης αλλά και το μακροπρόθεσμο. Ως επαναστάτες
μαρξιστές, λοιπόν, δεν μπορούμε να υποστηρίζουμε πολιτικά μια ηπιότερη,
«φιλολαϊκή» διαχείριση μέσα στο άκρως αντιδραστικό σημερινό πλαίσιο της
ιμπεριαλιστικής Ε.Ε. Κάθε ελάφρυνση του λαού σε αυτό το πλαίσιο θα είναι
προσωρινή, και η επαναστατική πρωτοπορία δεν μπορεί να εγκλωβιστεί πολιτικά στη
λογική του «μη χείρον βέλτιστον». Ακόμα όμως και για να βάλουμε τώρα φραγμό
στον νεοφιλελευθερισμό και την ακροδεξιά, συμφέρει να μείνει ζωντανή μια
αριστερή πρωτοπορία που θα βάζει το ζήτημα της συνολικής αντίθεσης στην
ιμπεριαλιστική Ε.Ε. και τον χρεοκοπημένο ιστορικά καπιταλισμό. Μόνο αυτή η κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει
στην ανασυγκρότηση του εργατικού μας κινήματος.
Με βάση όλα τα παραπάνω, δεν
μπορούμε παρά να χρησιμοποιήσουμε τα ψηφοδέλτια των δυνάμεων που κινούνται στα
αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, εκείνων που κράτησαν μια όσο το δυνατόν πιο συνεπή στάση
ενάντια στα μνημόνια αλλά και ενάντια στην Ε.Ε. Δεν έχουμε πολιτική εμπιστοσύνη
σε κάποια από αυτές τις δυνάμεις, αλλά το να καταγραφεί το βράδυ των εκλογών
ότι, εκτός από την «αριστερά» της διαχείρισης, υπάρχει και η αριστερά της
αντίστασης είναι πολλαπλά ωφέλιμο.
Πολύ μεγαλύτερη σημασία έχει, βέβαια, την επαύριο των
εκλογών να προωθήσουμε αποφασιστικά την αναζωογόνηση του εργατικού μας
κινήματος, να ανοίξουμε τη βεντάλια των διεκδικήσεών μας και να δουλέψουμε για
την ανασυγκρότηση της επαναστατικής πρωτοπορίας. Εκεί θα κριθούμε όλοι μας,
εκεί θα ρίξουμε το βάρος μας εμείς οι Κομμουνιστές-Τροτσκιστές. Μια ευέλικτη, αλλά
καθαρή και τολμηρή πολιτική γραμμή σε όλες τις μεγάλες μάχες που έχουμε μπροστά
μας θα βοηθήσει αποφασιστικά σε αυτή την κατεύθυνση.
8/5/2019
Η Συντακτική Επιτροπή