Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Στην ακί του στοχάστρου ΒΟΛΗ ΚΑΤΑ ΒΟΛΗ

 

Του Γιάννη Βερούχη (1931-2010)

 

 

1) Οι φόροι του κυβερνώντος κόμματος

 

Το κόμμα της κυβερνητικής εξουσίας (το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, όπως παραπλανητικά ονομάζεται) είναι στην πραγματικότητα ένα κόμμα αστικό. Αυτό το έχουμε ξαναγράψει. Είναι αστικό στην ιδεολογία του. Είναι αστικό στο πρόγραμμά του. Είναι αστικό στην πολιτική του. Είναι αστικό στην ιστορία του. Είναι αστικό στην ηγεσία του. Και το ότι έχει και εργαζόμενους –όχι του ιδιωτικού τομέα αλλά του κρατικού μηχανισμού και των ΔΕΚΟ– αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα διότι εργαζόμενα μέλη έχουν και τα αστικά κόμματα.

Για όλα αυτά μπορούμε να μιλήσουμε μια άλλη φορά λεπτομερειακά. Άλλωστε προτιμούμε να μιλάμε πάντα στην κατάλληλη στιγμή αλλά και πάντα συγκεκριμένα. Και το πιο συγκεκριμένο ζήτημα της επικαιρότητας είναι οι κρατικοί φόροι. Σ’ αυτό συμφωνούμε όλοι μας. Ας μιλήσουμε λοιπόν για τους κρατικούς φόρους σε σχέση με το κυβερνών κόμμα.

Οι κοινωνικές τάξεις μέσα στο αστικό κοινωνικό σύστημα είναι συγκεκριμένες. Είναι η εργατική, είναι η μικροαστική, είναι η αγροτική, είναι η αστική. Και σ’ αυτό συμφωνούμε όλοι μας. Να πιάσουμε λοιπόν τα πράγματα με τη σειρά τους.
Πρώτον: Το κυβερνών κόμμα φόρτωσε πάνω στην εργατική τάξη –που το ίδιο αυτό κόμμα έχει καταδικάσει στην ανέχεια και την ανεργία– το 73% των κρατικών φόρων. Αυτό αναγκάστηκε να το ομολογήσει δημόσια ο ίδιος ο υπουργός των Οικονομικών. Κατά συνέπεια, κάθε άνθρωπος με ανεξάρτητη σκέψη καταλαβαίνει, ότι αυτό το κόμμα σε καμιά περίπτωση δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, και ότι ασφαλώς δεν είναι εργατικό.
Δεύτερον: Το κυβερνών κόμμα με την αύξηση των φόρων πάνω στη μικροαστική τάξη, σπρώχνει την τάξη αυτή –που και αυτήν το ίδιο αυτό κόμμα έχει οδηγήσει στην οικονομική συμπίεση προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου– στην παρακμή και καταστροφή και γι’ αυτό και αυτή εξεγείρεται.
Με τη φορολογία βάσει των προτεινομένων «αντικειμενικών κριτηρίων» τα κατώτερα και πολυπληθέστερα στρώματα της μικροαστικής τάξης οδηγούνται στη χρεοκοπία και την ανεργία. Και αυτή η αραίωση των μικροαστών, είναι μια ενέργεια της αστικής τάξης που αποσκοπεί στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.
Όπως και να ’χει, το βέβαιο είναι ότι το κυβερνητικό κόμμα δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα της μικροαστικής τάξης, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν είναι κόμμα αυτής της τάξης.
Τρίτον: Το κυβερνών κόμμα επιχειρεί να αυξήσει τους φόρους πάνω στην αγροτική τάξη και οι αγρότες διαμαρτυρόμενοι καταλαμβάνουν εθνικές οδούς. Και αυτό είναι μια απόδειξη ότι το κόμμα αυτό δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα της αγροτικής τάξης, γιατί δεν είναι δικό της.
Τέταρτον: Το κυβερνών κόμμα όχι μόνο έχει απαλλάξει την αστική τάξη από κάθε σοβαρή φορολογία –με διάφορα νομικά κόλπα– αλλά έχει συνάψει και συνάπτει τεράστια εξωτερικά και εσωτερικά δάνεια, που τα διανέμει απλόχερα στην αστική τάξη με διάφορα προσχήματα –αναπτυξιακός νόμος ’82 κ.λπ. κ.λπ.– και στη συνέχεια φορτώνει τον λογαριασμό της εξόφλησής τους στην πλάτη ολόκληρου του εργαζόμενου λαού.

Το κυβερνών κόμμα ουσιαστικά έχει απαλλάξει φορολογικά ολόκληρη την αστική τάξη, ιδιαίτερα όμως έχει απαλλάξει το μεγαλύτερο και ισχυρότερο κομμάτι της αστικής τάξης. Και αυτό είναι το εφοπλιστικό κεφάλαιο, το οποίο είναι γιγάντιο όχι μόνο για τα ελληνικά μέτρα αλλά και για τα παγκόσμια.

Οι επίσημες στατιστικές αναφέρουν ότι το 52% του συνολικού εμπορικού στόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανήκει στους Έλληνες εφοπλιστές. Δηλαδή στην ελληνική αστική τάξη και απόδειξη όσων λέμε είναι ο νόμος του κυβερνώντος κόμματος 2234/31-8-94 Φύλλο Εφημερίδας Κυβερνήσεως Α 142, που αναδημοσιεύουμε χαρακτηριστικά.

«Απαλλάσσονται όλες οι ναυτιλιακές εταιρείες, από παντός φόρου, τέλους, εισφοράς ή κρατήσεως υπέρ Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου για το εισόδημα αυτών, που αποκτάται από εργασίες ή παροχή υπηρεσιών».

Επίσης παρέχεται απαλλαγή από τον ειδικό φόρο τραπεζιτικών εργασιών Φ.Κ.Ε. και από κάθε τέλος χαρτοσήμου και οποιεσδήποτε κρατήσεις.

Όλα αυτά: Η φοροαπαλλαγή της αστικής τάξης και το φόρτωμα των φόρων πάνω στις άλλες τάξεις και ιδιαίτερα στην εργατική, είναι μια νέα απόδειξη ότι το κυβερνών κόμμα εκπροσωπεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης και ιδιαίτερα της μεγαλοαστικής. Δηλαδή είναι ένα κόμμα αστικό.

Το ότι αυτό ο νόμος 2234 αποσιωπήθηκε από τα τρία μεγάλα κόμματα της αστικής τάξης, τον Τύπο της, την τηλεόρασή της και τη ραδιοφωνία της, αυτό είναι κάτι πολύ φυσικό. Αλλά για τα υπόλοιπα όμως κόμματα, η σιωπή τους αποδεικνύει και την αθλιότητά τους.

Χώρο για άλλα σχόλια δεν έχουμε…

 

Γράφτηκε τον Απρίλιο του 1995

 

2) Οι ληστές των επιτοκίων


"Πιστωτικές κάρτες", η χειρότερη μορφή όλων των 
ληστρικών τραπεζικών δανείων
Ένα πολύ μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, είναι οικονομικά αιχμάλωτο των τραπεζιτών, οι οποίοι απομυζούν ένα μεγάλο μέρος των εισοδημάτων της. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μικροαστική τάξη που οι επιχειρήσεις της βρίσκονται στο έλεος της ληστείας των τραπεζιτών.

Η ληστεία των τραπεζιτών γίνεται διαμέσου της τεράστιας διαφοράς μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων χρημάτων στην τράπεζα που είναι 1,4% και των επιτοκίων δανεισμού από την τράπεζα που είναι 9%. Όσο για τα τραπεζιτικά δάνεια με τη μορφή «πιστωτικής κάρτας», η ληστεία είναι τεράστια διότι αυτών τα επιτόκια είναι πολύ μεγαλύτερα.

▬ Οι τράπεζες είναι οι επιχειρήσεις με τα πλέον μυθώδη κέρδη, που οφείλονται στη ληστεία των επιτοκίων τους.

▬ Η ληστεία όμως των τραπεζιτών παίρνει και διάφορες άλλες εγκληματικές μορφές. Διότι οι τράπεζες δανειοδοτούν με την ίδια ευκολία και αυτούς που μπορούν να εξοφλήσουν το δάνειό τους, αλλά και αυτούς που δεν μπορούν: Σκοπεύοντας στην κατάσχεση της εγγύησης του δανειζόμενου, που είναι κάποιο ακίνητο, το αυτοκίνητό του ή το ίδιο του το σπίτι.

 ▬ Οι κατασχέσεις γίνονται από «θυγατρικές» εταιρείες των τραπεζών και ακολουθούν στημένοι πλειστηριασμοί –χωρίς την παρουσία κρατικών εκπροσώπων–, όπου τα προσυνεννοημένα «κοράκια» αποτελειώνουν το θύμα.

Πάρα πολλά θύματα των τραπεζιτών έχασαν το σπίτι τους για μηδαμινά χρέη.

 

Τι πρέπει να γίνει

Αυτή η τερατώδης σκευωρία που καταλήγει στη μυθώδη και αυθαίρετη αποθησαύριση μιας χούφτας ληστών τραπεζιτών από τη μία, και μια απέραντη δυστυχία ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού από την άλλη, πρέπει να εκλείψει με την άμεση εφαρμογή τριών μέτρων.

Πρώτον: Να καταργηθεί η τεράστια διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και των επιτοκίων χορηγήσεων, και να περιοριστεί η διαφορά στο διπλάσιο. Δηλαδή για επιτόκια καταθέσεων 1,4% να μην επιτρέπεται επιτόκιο χορήγησης δανείου άνω του 2,8%. Και με αυτά όμως τα επιτόκια των τραπεζιτών τα κέρδη τους θα είναι και πάλι μεγάλα.

Δεύτερον: Να παγώσουν αμέσως όλοι οι λογαριασμοί, και να υπολογιστούν όλα τα ανεξόφλητα δάνεια με τα νέα επιτόκια.

Και τρίτον: Να ακυρωθούν όλες οι κατασχέσεις της τελευταίας δεκαετίας, και να επιστραφούν όλες οι ουσιαστικά κλεμμένες περιουσίες.

 

Πως μπορεί να γίνει

Κατ’ αρχήν πρέπει να ξέρουμε καλά ότι δεν αρκεί να έχουμε δίκιο, αλλά πρέπει να έχουμε και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την τόλμη, να διεκδικήσουμε το δίκιο μας.

Επίσης να ξέρουμε ότι οι τραπεζίτες δεν πρόκειται να παραιτηθούν από την τεράστια ληστεία τους με το καλό. Ούτε φυσικά και οι υποτακτικές τους κυβερνήσεις, όποιες και να είναι.

Γι’ αυτό όλα τα θύματα των τραπεζιτών, ανεξάρτητα της οποιασδήποτε άλλης διαφοράς τους, πρέπει να αρχίσουν τις συνεννοήσεις, κατά επάγγελμα, γειτονιά, συνοικία, και να μπουν σε μια διαδικασία αγώνα. Αρχικά με διαμαρτυρίες, τοιχοκολλήσεις, προκηρύξεις, και μετά με συγκεντρώσεις διαδηλώσεις, και τελικά να περικυκλώσουν τα ληστρικά άντρα των τραπεζών, και να ασκήσουν τις απαιτούμενες πιέσεις.

 ▬ Σ’ αυτόν τον αγώνα ο καθένας θα πολεμήσει με τα ηθικά όπλα που διαθέτει. Οι τραπεζίτες της αυθαιρεσίας και της ληστείας, αυτοί που ποδοπατούν κάθε ηθικό και ανθρώπινο νόμο πιθανότατα να κατηγορήσουν εμάς τα θύματά τους, για ασέβεια του νόμου. Αυτή η περίπτωση δεν θα μας ενδιαφέρει. Διότι για μας, ο πλέον ηθικός και ανθρώπινος νόμος, είναι το ιερό δίκιο του αδικημένου.

 

Γράφτηκε τον Ιανουάριο του 2006

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Συνεχίζουμε, με αναδημοσίευση παλιών κομματιών (που διατηρούν όλη τους την επικαιρότητα και την πολιτική σημασία), τη σπουδαία αυτή στήλη, που έγραφε ο αλησμόνητος σύντροφος, δάσκαλος και ηγέτης Γιάννης Βερούχης.