Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Ο Φραντς Μέρινγκ για τον 1ο τόμο του «Κεφαλαίου» του Μαρξ (3o μέρος)

 

Φραντς Χέρινγκ (1846-1919)
Παρουσιάζουμε στην Ιστορική Στήλη μας, σε τρία μέρη, το κείμενο του Φραντς Μέρινγκ για τον 1ο τόμο του «Κεφαλαίου» του Μαρξ. Είναι ένα τμήμα της ογκώδους βιογραφίας του Μέρινγκ για τον Κάρολο Μαρξ, που εκδόθηκε στα 1918. Ο Φραντς Μέρινγκ υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του γερμανικού επαναστατικού κινήματος και γενικά από τους σημαντικότερους μαρξιστές διανοούμενους. Γεννήθηκε το 1846 στην Πομερανία. Γόνος εύπορης οικογένειας, σπούδασε φιλοσοφία και σταδιακά κερδήθηκε από τις σοσιαλιστικές ιδέες. Έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας. Διακρίθηκε μεταξύ άλλων ως μαχητικός δημοσιογράφος. Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου διαφοροποιήθηκε από την προδοσία της σοσιαλδημοκρατίας, που ψήφισε τις πολεμικές δαπάνες και έστειλε τους Ευρωπαίους εργάτες στο ιμπεριαλιστικό σφαγείο. Ακολούθησε τους Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ και οι τρεις τους έγιναν οι ηγέτες της οργάνωσης Σπάρτακος, από την οποία γεννήθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας. Η εξέγερση των Σπαρτακιστών, όμως, τον Ιανουάριο του 1919, απέτυχε. Οι Λίμπκνεχτ και Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκαν και ο ίδιος ο Μέρινγκ, επηρεασμένος από την τύχη των πιο στενών συντρόφων του, αρρώστησε βαριά και πέθανε λίγες ημέρες αργότερα. Άφησε πίσω του ένα σπουδαίο έργο, πάνω σε ζητήματα πολιτικά, ιστορικά, φιλοσοφικά και αισθητικά, από τη σκοπιά του διαλεκτικού υλισμού.

 

Σκηνή από την εξέγερση των Σπαρτακιστών, Ιανουάριος 1919
Τo κεφάλαιο δεν αναπαράγει απλώς τον εαυτό του, αυξάνει συνεχώς τον όγκο του, κι έτσι ο Μαρξ αφιερώνει το τελευταίο μέρος του πρώτου τόμου του στην εξέταση της «Διαδικασίας της Συσσώρευσης».

Δεν είναι μόνο η υπεραξία που προέρχεται από το κεφάλαιο, αλλά και το κεφάλαιο προέρχεται από την υπεραξία. Ένα μέρος της παραγόμενης ετήσια υπεραξίας που διανέμεται μεταξύ των κατεχουσών τάξεων καταναλίσκεται από τις ίδιες σαν εισόδημα, ένα άλλο μέρος όμως συσσωρεύεται σαν κεφάλαιο. Η απλήρωτη εργασία που έχει αποσπαστεί από τους εργάτες χρησιμοποιείται τώρα σαν μέσο για την απόσπαση και άλλης πρόσθετης απλήρωτης εργασίας από αυτούς. Μέσα στο συνεχές ρεύμα της παραγωγής, όλο το κεφάλαιο που έχει προκαταβληθεί αρχικά γίνεται μια φθίνουσα ποσότητα συγκριτικά με το άμεσα συσσωρευμένο κεφάλαιο, δηλαδή την υπεραξία εκείνη ή το υπερπροϊόν εκείνο που ξαναμετατρέπεται πάλι σε κεφάλαιο, είτε εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο του στα χέρια εκείνου που το έχει συσσωρεύσει πρώτος είτε στα χέρια κάπου άλλου. Ο νόμος της ατομικής ιδιοκτησίας, που βασίζεται στην εμπορευματική παραγωγή και την κυκλοφορία των εμπορευμάτων, μεταβάλλεται στο εντελώς αντίθετό του, λόγω της εσώτερης και αναπόφευκτης διαλεκτικής του. Οι νόμοι της εμπορευματικής παραγωγής φαίνεται να δικαιολογούν το δικαίωμα ιδιοκτησίας πάνω στην ατομική εργασία. Οι κάτοχοι των εμπορευμάτων αντικρύζουν με ίσα δικαιώματα ο ένας τον άλλο. Το μόνο μέσο για να αποκτήσει κανείς το ξένο εμπόρευμα είναι να πουλήσει το δικό του εμπόρευμα, και το εμπόρευμά του δεν μπορεί κανείς να το παραγάγει παρά μόνο με την εργασία. Η ιδιοκτησία από την πλευρά του κεφαλαιούχου εμφανίζεται τώρα σαν ένα δικαίωμα ιδιοποίησης της απλήρωτης εργασίας των άλλων ή του προϊόντος της, και από την πλευρά του εργάτη σαν αδυναμία του να διατηρήσει στην κατοχή του το ίδιο το προϊόν του.

Όταν το νεότερο προλεταριάτο άρχισε να αντιλαμβάνεται αυτό το πρόβλημα, όταν το προλεταριάτο της Λυών σήμανε τον κώδωνα της εξέγερσης και το αγροτικό προλεταριάτο της Αγγλίας έβαλε φωτιά στα σπίτια των καταπιεστών του, οι αγοραίοι οικονομολόγοι εφηύραν τη «θεωρία της αποχής», σύμφωνα με την οποία το κεφάλαιο συσσωρευόταν από την «ηθελημένη αποχή» των κεφαλαιούχων, θεωρία που ο Μαρξ καταπολέμησε εξίσου αδυσώπητα, όσο και πριν από αυτόν την είχε καταπολεμήσει ο Λασσάλ. Μια περίπτωση «αποχής» που πραγματικά συντελεί στη συσσώρευση του κεφαλαίου είναι η αναγκαστική «αποχή» των εργατών, ο απάνθρωπος υποβιβασμός των ημερομισθίων κάτω από την αξία της εργατικής δύναμης, για να διοχετευθούν, έστω και εν μέρει, τα αναγκαία για την κατανάλωση των εργατών κεφάλαια προς την πλευρά των κεφαλαίων της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Αυτή είναι και η πραγματική προέλευση των παραπόνων για την «πολυτελή» ζωή των εργατών, η ατέλειωτη ιερεμιάδα για τα πιάνα με ουρά τα οποία, όπως υποστηρίζεται αόριστα, ορισμένοι εργάτες αγόρασαν κάποτε, όλες οι φθηνές και αηδιαστικές συνταγές μαγειρικής των χριστιανών κοινωνικών μεταρρυθμιστών και όλα τα άλλα ανάλογα τεχνάσματα και οι απάτες που χρησιμοποιούν οι θεωρητικοί υπηρέτες του καπιταλισμού.

Η Πρώτη έκδοση του 1ου τόμου
του «Κεφαλαίου» του Μαρξισμού, 
1867
Ο γενικός νόμος της καπιταλιστικής συσσώρευσης έχει ως εξής: το μεγάλωμα του κεφαλαίου περιλαμβάνει το μεγάλωμα του μεταβλητού του τμήματος, δηλαδή, του μέρους εκείνου που μετατρέπεται σε εργατική δύναμη. Αν η σύνθεση του κεφαλαίου διατηρείται πάντοτε αμετάβλητη, αν μια ορισμένη αναλογία των παραγωγικών μέσων απαιτεί πάντοτε την ίδια ποσότητα εργατικής δύναμης για να την θέσει σε κίνηση, τότε είναι φανερό ότι η ζήτηση της εργατικής δύναμης θα αυξάνεται αναλογικά μαζί με την αύξηση του κεφαλαίου, όπως το ίδιο θα γίνεται και με το κεφάλαιο των μέσων διατροφής των εργατών· όσο ταχύτερα θα αυξάνει το κεφάλαιο, τόσο ταχύτερα θα πρέπει να αυξάνουν και αυτά. Όπως η απλή αναπαραγωγή συνεχώς αναπαράγει την ίδια αναλογική σχέση του κεφαλαίου, το ίδιο και η συσσώρευση αναπαράγει τη σχέση αυτή του κεφαλαιούχου σε μεγαλύτερη κλίμακα: περισσότεροι ή μεγαλύτεροι κεφαλαιούχοι από το ένα μέρος, περισσότεροι μισθωτοί εργάτες από το άλλο μέρος. Η συσσώρευση του κεφαλαίου είναι επομένως ταυτόχρονα αύξηση και του προλεταριάτου, στην υποτιθέμενη δε περίπτωση η αύξηση αυτή πραγματοποιείται υπό τους ευνοϊκότερους για τους εργάτες όρους. Ένα μεγαλύτερο μέρος του αυξανόμενου δικού τους υπερπροϊόντος, που σε μεγαλύτερη ολοένα κλίμακα μετατρέπεται σε κεφάλαιο, επιστρέφει σε αυτούς με τη μορφή μέσων πληρωμής, ώστε να μπορούν να αυξάνουν την κατανάλωσή τους και να εφοδιάζονται περισσότερο άφθονα με είδη ρουχισμού, επίπλωσης κ.λπ. Οπωσδήποτε όμως η σχέση εξάρτησής τους έναντι του κεφαλαιούχου δεν μεταβάλλεται διόλου, ακριβώς όπως κι ένας δούλος δεν παύει να είναι δούλος επειδή τρέφεται καλά και τον καλοντύνουν. Οι εργάτες θα πρέπει πάντοτε να παρέχουν μια ορισμένη ποσότητα απλήρωτης εργασίας και μολονότι αυτή η ποσότητα μπορεί να ελαττωθεί, αυτό δεν μπορεί να γίνει ποτέ μέχρι τέτοιου σημείου ώστε να τεθεί σε κίνδυνο ο καπιταλιστικός χαρακτήρας της παραγωγικής διαδικασίας. Αν τα ημερομίσθια υψωθούν πάνω από το σημείο αυτό, τότε αμβλύνεται το κίνητρο του κέρδους, η δε συσσώρευση του κεφαλαίου επιβραδύνεται, μέχρις ότου τα ημερομίσθια κατέβουν πάλι σε ένα επίπεδο που αντιστοιχεί στις ανάγκες της αποδοτικής χρησιμοποίησής του.

Μολοταύτα, μόνον όταν η συσσώρευση του κεφαλαίου πραγματοποιείται χωρίς μεταβολή στη σχέση μεταξύ των σταθερών και μεταβλητών του συστατικών μπορεί να γίνεται ελαφρότερη και λιγότερο ενοχλητική η χρυσή αλυσίδα που ο μισθωτός εργάτης σφυρηλατεί μόνος του. Στην πραγματικότητα, όμως, η διαδικασία της συσσώρευσης συνοδεύεται από μια μεγάλη επανάσταση σε αυτό που ο Μαρξ ονομάζει οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Το σταθερό κεφάλαιο μεγαλώνει σε βάρος του μεταβλητού κεφαλαίου. Η συνεχώς ανερχόμενη παραγωγικότητα της εργασίας συντελεί στο να αυξάνει η μάζα των παραγωγικών μέσων ταχύτερα παρά ο όγκος της εργατικής δύναμης που ενσωματώνεται σε αυτά. Η ζήτηση της εργατικής δύναμης δεν αυξάνει ανάλογα με τη συσσώρευση του κεφαλαίου, αλλά μειώνεται συγκριτικά. Το ίδιο αποτέλεσμα προκαλείται με άλλο τρόπο από τη συγκέντρωση του κεφαλαίου που πραγματοποιείται εντελώς ξεχωριστά από τη συσσώρευσή του, συνέπεια του γεγονότος ότι οι νόμοι του καπιταλιστικού ανταγωνισμού συντελούν στην καταβρόχθιση των μικρότερων κεφαλαιούχων από τους μεγαλύτερους. Ενώ το πρόσθετο κεφάλαιο που σχηματίζεται κατά τη διαδικασία της συσσώρευσης χρειάζεται διαρκώς πιο λίγους εργάτες σχετικά με το μέγεθός του, το παλαιό κεφάλαιο που αναπαράγεται σε μια νέα σύνθεση απομακρύνει ολοένα περισσότερους από τους εργάτες που απασχολούσε προηγουμένως. Με αυτόν τον τρόπο εμφανίζεται ένα πλεόνασμα σχετικό πολλών εργατών, σχετικό δηλαδή από την άποψη των αναγκών της αξιοποίησης του κεφαλαίου, ένας εφεδρικός βιομηχανικός στρατός που πληρώνεται κάτω από την αξία της εργατικής του δύναμης σε περιόδους κακές ή χαλαρές για τις επιχειρήσεις, που βρίσκει δουλειά ακανόνιστα και που σε άλλες χρονικές περιόδους η ζωή του εξαρτάται από τη δημόσια βοήθεια, αλλά που πάντοτε όμως συντελεί ώστε να μειώνεται η αντίσταση των εργαζομένων εργατών και να υποβιβάζεται το επίπεδο των ημερομισθίων τους.

Αυτός ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός είναι ένα αναγκαίο προϊόν της διαδικασίας της συσσώρευσης, δηλαδή, της αύξησης του πλούτου πάνω σε καπιταλιστική βάση, συγχρόνως δε εξελίσσεται ο ίδιος σε μοχλό του καπιταλιστικού συστήματος. Μαζί με τη συσσώρευση και την παράλληλη ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, η δύναμη του κεφαλαίου για απότομες μεγεθύνσεις του αναπτύσσεται και αυτή ταυτόχρονα και απαιτεί μεγάλες μάζες εργατών που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε νέες αγορές ή σε νέους παραγωγικούς κλάδους, αμέσως, χωρίς χρονοτριβή και χωρίς τη διακοπή της παραγωγικής εργασίας σε άλλες σφαίρες. Η χαρακτηριστική πορεία της σύγχρονης βιομηχανίας, το σχήμα ενός δεκάχρονου κύκλου (διακοπτόμενου μόνο από μικρότερες διακυμάνσεις) περιόδων μέσης δραστηριότητας, παραγωγής με υψηλή πίεση, κρίσης και στασιμότητας, βασίζεται πάνω στον συνεχή σχηματισμό, τη μεγαλύτερη ή μικρότερη απορρόφηση και τον ανασχηματισμό του εφεδρικού βιομηχανικού στρατού. Όσο μεγαλύτερος είναι λοιπόν ο κοινωνικός πλούτος, η ποσότητα του χρησιμοποιούμενου κεφαλαίου, η έκταση και ο ρυθμός της αύξησής του, κι επομένως όσο μεγαλύτερο είναι το απόλυτο μέγεθος του εργαζόμενου πληθυσμού και της παραγωγικότητας της εργασίας του, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο σχετικός υπερπληθυσμός, δηλαδή, ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός. Το συγκριτικό του μέγεθος αυξάνει μαζί με την αύξηση του πλούτου. Όσο μεγαλύτερος είναι ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός σχετικά με τον ενεργό βιομηχανικό στρατό, τόσο μεγαλύτερα είναι τα τμήματα εκείνα των εργατών που η ένδειά τους βρίσκεται σε αντίστροφη αναλογία με τον μόχθο της εργασίας τους. Και τελικά όσο μεγαλύτερο είναι το τμήμα των φτωχών Λαζάρων της εργατικής τάξης και όσο μεγαλύτερος είναι ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο αριθμός εκείνων που αναγνωρίζεται επίσημα πως ανήκουν στην κατηγορία των απόρων. Αυτός είναι ο απόλυτος γενικός νόμος της καπιταλιστικής συσσώρευσης.

Οι ιστορικές τάσεις της καπιταλιστικής συσσώρευσης απορρέουν από το νόμο αυτόν. Χέρι με χέρι με τη συσσώρευση και τη συγκέντρωση του κεφαλαίου, αναπτύσσεται κλιμακούμενη με σταθερά αυξανόμενο ρυθμό η μορφή συνεργασίας στη διαδικασία της εργασίας, η συνειδητή τεχνολογική εφαρμογή της επιστήμης στην παραγωγή, η οργανωμένη και με ομαδική συνεργασία καλλιέργεια της γης, η μετατροπή των παραγωγικών μέσων σε μορφές χρησιμοποιήσιμες μόνο από κοινού και η εξοικονόμηση των μέσων παραγωγής με τη χρησιμοποίησή τους σαν ομαδικών παραγωγικών μέσων της συνδυασμένης κοινωνικής εργασίας. Μαζί με τον σταθερά ελαττούμενο αριθμό των μεγιστάνων εκείνων του καπιταλισμού που σφετερίζονται και μονοπωλούν όλα τα οφέλη που προέρχονται από τη διαδικασία του μετασχηματισμού αυτού, υπάρχει μια αντίστοιχη αύξηση στον όγκο της αθλιότητας, καταπίεσης, σκλαβιάς, ξεπεσμού και εκμετάλλευσης, αλλά επίσης ταυτόχρονα και στην αγανάκτηση της εργατικής τάξης, που σταθερά αυξάνει σε μέγεθος και γυμνάζεται, ενοποιείται και οργανώνεται από τον μηχανισμό της ίδιας της διαδικασίας της καπιταλιστικής παραγωγής. Το μονοπώλιο του κεφαλαίου εξελίσσεται σε ένα εμπόδιο του τρόπου παραγωγής που αναπτύχθηκε μαζί και κάτω από αυτό το μονοπώλιο. Η συγκεντροποίηση των παραγωγικών μέσων και η κοινωνικοποίηση της εργασίας φθάνουν σε ένα σημείο όπου δεν συμβιβάζονται πια με το καπιταλιστικό τους περίβλημα. Η νεκρική καμπάνα της καπιταλιστικής ατομικής ιδιοκτησίας σημαίνει τότε, και οι απαλλοτριωτές απαλλοτριώνονται.

Η προσωπική ιδιοκτησία η βασισμένη πάνω στην προσωπική εργασία αποκαθίσταται πάλι, αλλά πάνω στη βάση των επιτευγμάτων της καπιταλιστικής εποχής, σαν συνεργασία ελεύθερων εργατών και σαν κοινή από μέρους τους κατοχή της γης και των παραγωγικών μέσων που έχουν παραχθεί από την εργασία. Φυσικά η μετατροπή της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, που ήδη στην πράξη στηρίζεται σε έναν κοινωνικό τρόπο παραγωγής, σε κοινωνική ιδιοκτησία δεν θα είναι καθόλου τόσο επίπονη και δύσκολη όπως ήταν η μετατροπή της κομματιασμένης ατομικής ιδιοκτησίας, που βασιζόταν στην προσωπική εργασία, σε καπιταλιστική ιδιοκτησία. Στη μια περίσταση πρόκειται για την απαλλοτρίωση της μεγάλης μάζας του πληθυσμού από μερικούς σφετεριστές, στην άλλη περίπτωση θα πρόκειται για την απαλλοτρίωση των λίγων σφετεριστών από τις μεγάλες λαϊκές μάζες.