Θ. Φέσσας και Κ.
Μητσοτάκης. Οι αστοί και οι πολιτικοί
υπηρέτες τους στοχεύουν
στην πλήρη διάλυση
της κοινωνικής
ασφάλισης. |
Οι
προτάσεις για την ασφάλιση που διατύπωσαν πρόσφατα ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θ. Φέσσας
και ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κ. Μητσοτάκης δείχνουν τις προθέσεις της
αστικής τάξης για το ζήτημα.
Ο
πρόεδρος του ΣΕΒ προτείνει: να
καταργηθεί η ασφαλιστική εισφορά των εργαζομένων, που τώρα είναι στο 7%
περίπου του μεικτού μισθού, και η χρηματοδότηση των ταμείων να γίνεται απ’ τη
φορολογία. Επίσης, η κύρια και επικουρική σύνταξη να «κεφαλαιοποιηθούν», δηλαδή
ουσιαστικά να ιδιωτικοποιηθούν. Αυτό
φυσικά ισοδυναμεί με διάλυση της εναπομείνασας δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης.
Η πρόταση, με το σκοπό και τον τρόπο που γίνεται,
δικαιώνει τους παλιούς
αγωνιστές του εργατικού κινήματος, που επέμεναν στο να υπάρχει συμμετοχή των
εργαζόμενων στην ασφάλισή τους, γιατί έτσι την αισθάνονται δική τους και την
υπερασπίζονται.
Οι
προτάσεις του Μητσοτάκη είναι πιο προσαρμοσμένες στο ισχύον σύστημα και γι’
αυτό πρακτικά πιο επικίνδυνες. Προτείνει τη διατήρηση μιας κύριας σύνταξης
(στην ουσία επίδομα), την
«κεφαλαιοποίηση» της επικουρικής, με επιλογή κρατικής ή ιδιωτικής ασφάλισης από
τους ασφαλισμένους, καθώς και την εισβολή των ιδιωτικών εταιρειών στο σύστημα, δηλαδή,
έναν «τρίτο πυλώνα» αμιγώς ιδιωτικό.
Οι
προτάσεις αυτές δείχνουν ότι η αστική τάξη δεν θα σταματήσει τις επιθέσεις της στην
κοινωνική ασφάλιση αν δεν πετύχει τον στρατηγικό της στόχο: την πλήρη διάλυσή της και την παράδοση
εργαζόμενων και συνταξιούχων βορά στα νύχια των αρπακτικών της κεφαλαιοκρατίας
του σχετικού τομέα. Γι’ αυτό επιμένει στην πολιτική που βουλιάζει τα
ασφαλιστικά ταμεία: την ανεργία, την εργοδοτική ασυδοσία-εισφοροδιαφυγή, την
ελαστική και ανασφάλιστη εργασία, τους χαμηλούς μισθούς.
Απ’ αυτή τη
μαύρη προοπτική που του επιφυλάσσεται ο εργαζόμενος ελληνικός λαός μπορεί να
ξεφύγει μόνο με την οργανωμένη πάλη του. Μέσα απ’ αυτή την πάλη και με την
ανατροπή της εγκληματικής αστικής πολιτικής, πρέπει να επιβάλει το μοναδικό
πρόγραμμα που μπορεί να σώσει και να αναζωογονήσει τη δημόσια κοινωνική ασφάλιση:
δημόσιες παραγωγικές επενδύσεις, θέσεις εργασίας για τους ανέργους, σταθερές
εργασιακές σχέσεις, πάταξη της εργοδοτικής ασυδοσίας μέσα από τον έλεγχο των
οργάνων του εργατικού κινήματος.