Τα μεγάλα κινήματα που ξέσπασαν τα
τελευταία χρόνια,όπως το κίνημα για 15
δολάρια ελάχιστο ωρομίσθιο, βρίσκονται πίσω από την ελπιδοφόρο πολιτική
μετατόπιση του αμερικανικού λαού
|
Ιδιαίτερα
αισιόδοξα είναι τα νέα που μας έρχονται
από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής,
με αφορμή την κούρσα των προεδρικών
εκλογών, η οποία αναδεικνύει νέες, άκρως
ενδιαφέρουσες πολιτικές και κοινωνικές
τάσεις στην ισχυρότερη χώρα του πλανήτη.
Παρόλο
που τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ ασχολούνται κυρίως
με τον «φαινόμενο Τραμπ»,
πολύ μεγαλύτερη είδηση αποτελεί το «φαινόμενο Σάντερς». Και εξηγούμαστε: Ξεκινώντας πριν από μερικούς μήνες από το πουθενά, χωρίς μεγάλους χορηγούς και χωρίς προβολή από τα ΜΜΕ, χάρη σε μια μαζική λαϊκή υποστήριξη, έχει φτάσει να διεκδικεί με αξιώσεις το χρίσμα των Δημοκρατικών ένας μέχρι πρότινος άσημος υποψήφιος, ο Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος: Πρώτον, δηλώνει «σοσιαλιστής», πράγμα πρωτοφανές και σχεδόν απαγορευμένο για την κεντρική πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Δεύτερον, αναδεικνύει σε κυρίαρχο το ταξικό ζήτημα, καταγγέλλοντας «την οικονομική ανισότητα, τους δισεκατομμυριούχους, το 1% που καρπώνεται όλα τα κέρδη σε βάρος του 99%, το οικονομικό κατεστημένο που ελέγχει τα εκλογικά αποτελέσματα, την πληροφόρηση και την κατανομή του πλούτου». Τρίτον, συμπυκνώνει το πολιτικό του πρόγραμμα ως εξής: «Ένα Μεγάλο New Deal 18 τρισεκατομμυρίων, από τα οποία τα 15 θα πάνε σε πρόγραμμα ιατρικής περίθαλψης για όλους. Ενίσχυση της κοινωνικής ασφάλισης, ελάχιστο ωρομίσθιο 15 δολάρια, δωρεάν δημόσια κολέγια, αυξήσεις στις συντάξεις και περισσότερες θέσεις απασχόλησης στις υποδομές. Αυτά θα πληρωθούν από τρεις φόρους. Φόρος στην κερδοσκοπία της Γουόλ Στρητ, φόρος στον πλούτο, υψηλότεροι φόροι στις επιχειρήσεις» (συνέντευξή του στις 11.1.16 στην Bloomberg Newsweek). Και τέταρτον, έχει ταχθεί δημοσίως κατά της πολιτικής λιτότητας στην Ελλάδα και υπέρ του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα.
πολύ μεγαλύτερη είδηση αποτελεί το «φαινόμενο Σάντερς». Και εξηγούμαστε: Ξεκινώντας πριν από μερικούς μήνες από το πουθενά, χωρίς μεγάλους χορηγούς και χωρίς προβολή από τα ΜΜΕ, χάρη σε μια μαζική λαϊκή υποστήριξη, έχει φτάσει να διεκδικεί με αξιώσεις το χρίσμα των Δημοκρατικών ένας μέχρι πρότινος άσημος υποψήφιος, ο Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος: Πρώτον, δηλώνει «σοσιαλιστής», πράγμα πρωτοφανές και σχεδόν απαγορευμένο για την κεντρική πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Δεύτερον, αναδεικνύει σε κυρίαρχο το ταξικό ζήτημα, καταγγέλλοντας «την οικονομική ανισότητα, τους δισεκατομμυριούχους, το 1% που καρπώνεται όλα τα κέρδη σε βάρος του 99%, το οικονομικό κατεστημένο που ελέγχει τα εκλογικά αποτελέσματα, την πληροφόρηση και την κατανομή του πλούτου». Τρίτον, συμπυκνώνει το πολιτικό του πρόγραμμα ως εξής: «Ένα Μεγάλο New Deal 18 τρισεκατομμυρίων, από τα οποία τα 15 θα πάνε σε πρόγραμμα ιατρικής περίθαλψης για όλους. Ενίσχυση της κοινωνικής ασφάλισης, ελάχιστο ωρομίσθιο 15 δολάρια, δωρεάν δημόσια κολέγια, αυξήσεις στις συντάξεις και περισσότερες θέσεις απασχόλησης στις υποδομές. Αυτά θα πληρωθούν από τρεις φόρους. Φόρος στην κερδοσκοπία της Γουόλ Στρητ, φόρος στον πλούτο, υψηλότεροι φόροι στις επιχειρήσεις» (συνέντευξή του στις 11.1.16 στην Bloomberg Newsweek). Και τέταρτον, έχει ταχθεί δημοσίως κατά της πολιτικής λιτότητας στην Ελλάδα και υπέρ του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα.
Οι
θέσεις αυτές, που για την κεντρική
πολιτική σκηνή των ΗΠΑ θεωρούνται έως
και επαναστατικές, αντανακλούν
μια στροφή προς τα αριστερά ενός μεγάλου
μέρους της αμερικανικής κοινωνίας και
κυρίως της εργατικής τάξης και των
μικρομεσαίων στρωμάτων,
που στις πλάτες τους έχουν φορτωθεί
μονομερώς οι συνέπειες της οικονομικής
κρίσης του 2008. Αντανακλούν
επίσης την πίεση που ασκούν σημαντικά
κινήματα,
όπως το «Occupy
Wall
Street»,
στρεφόμενο κατά της ασυδοσίας του
χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, και το
παναμερικανικό εργατικό «κίνημα για
ελάχιστο ωρομίσθιο 15 ευρώ».
Ασχέτως
του αν ο Σάντερς θα καταφέρει να πάρει
το χρίσμα απέναντι στη χρηματοδοτούμενη
από το τραπεζικό σύστημα Χίλαρι Κλίντον,
και χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες για τα
όρια ενός εγχειρήματος που διεξάγεται
σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και μέσα
στο καθαρά αστικό κόμμα των Δημοκρατικών,
το όλο φαινόμενο μας κάνει πολύ
αισιόδοξους, γιατί αναδεικνύει μια
βαθύτερη δυναμική στα αμερικανικά
πολιτικά πράγματα.
Από
την άλλη, βέβαια, έχουμε και το αρνητικό
φαινόμενο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος
εκφράζει το μύθο του καπιταλιστικού
μικροαστικού «αμερικανικού ονείρου»
αναμεμειγμένο με δόσεις ρατσισμού και
ιμπεριαλιστικής υπεροψίας. Ακόμη όμως
και αυτός παρουσιάζεται ως ανεξάρτητος
από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, το
οποίο επίσης καταγγέλλει, γεγονός
καθόλου τυχαίο για τις εν γένει διαθέσεις
της αμερικανικής κοινωνίας.
Όπως
και να ’χει, και μόνο το γεγονός ότι
ένας αυτοαποκαλούμενος «σοσιαλιστής»
φιγουράρει για πρώτη φορά στην ιστορία
με αξιώσεις στη διεκδίκηση της προεδρίας
των ΗΠΑ, αποτελεί ένα ορόσημο, το οποίο
υπερβαίνει τον κεϋνσιανισμό του Ρούσβελτ
και σηματοδοτεί
ένα πρωτοφανές για τη χώρα πάντρεμα των
εγχώριων παραδόσεων με τις προοδευτικές
ιδεολογικές και πολιτικές παραδόσεις
της ηπειρωτικής Ευρώπης. Χωρίς βιαστικούς
ενθουσιασμούς, σίγουρα αξίζει να
παρακολουθήσουμε στενά τα όσα θα συμβούν,
γιατί φαίνεται ότι οι υπόγειες κοινωνικές
διεργασίες των τελευταίων ετών έχουν
διαμορφώσει ελπιδοφόρες προοπτικές
για τη μεγάλη αυτή χώρα και συνακόλουθα
για ολόκληρο τον κόσμο.
Βασίλης
Παπανικολάου