Το «αναπτυξιακό» σχέδιο της κυβέρνησης
είναι ένα μείγμα μνημονιακών «μεταρρυθμίσεων», αποτυχημένων συνταγών και
ευχολογίων
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έδωσε στη
δημοσιότητα το «αναπτυξιακό» σχέδιό της για την Ελλάδα, με τίτλο «Μια
στρατηγική ανάπτυξης για το μέλλον». Κατ’ αρχάς, πρόκειται για μια έκθεση αποδοχής των αιματηρών μνημονιακών
πολιτικών που επιβλήθηκαν στη χώρα τα τελευταία χρόνια και εξωραϊσμού του «έργου» των προηγούμενων
μνημονιακών κυβερνήσεων. Γι’ αυτό και στην έκθεση αναφέρεται ότι τα ήδη ψηφισμένα μέτρα αποτελούν ισχυρό
«υπόβαθρο» ανάκαμψης, ότι έχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις στον
δημοσιονομικό τομέα (δηλαδή, άγριες περικοπές σε μισθούς, φορο-ληστεία κ.λπ.),
στο ασφαλιστικό σύστημα (δηλαδή, πετσόκομμα συντάξεων, ενοποίηση των ταμείων
προς τα κάτω, περικοπή ασφαλιστικών δικαιωμάτων), στην ανακεφαλαιοποίηση των
τραπεζών (που έγινε με την αρπαγή των χρημάτων του ελληνικού λαού) κ.λπ., πολιτικές οι οποίες μάλιστα θα συνεχιστούν,
με «αντίβαρο» –ίσως– κάποια ψίχουλα στις πιο εξαθλιωμένες κοινωνικές ομάδες.
Από εκεί και πέρα, το κυβερνητικό
«αναπτυξιακό» σχέδιο για τη χώρα δεν είναι παρά μια ξαναζεσταμένη σούπα – με
βάση αποτυχημένες συνταγές του παρελθόντος και, φυσικά, με διαρκή λιτότητα. Ο «αναπτυξιακός»
σχεδιασμός θα βασιστεί ουσιαστικά στους
κλάδους στους οποίους στηριζόταν και προ κρίσης ο ελληνικός καπιταλισμός (τουρισμός,
ναυτιλία, μεταφορές κ.λπ.). Απουσιάζει δηλαδή ο βασικός κορμός μιας πραγματικής
παραγωγικής ανασυγκρότησης, η βιομηχανία,
και ένα κρατικό σχέδιο πάνω σε αυτή. Στόχος μάλιστα γίνεται η μετατροπή της χώρας σε διαμετακομιστικό
κέντρο, σε κόμβο μεταφορών και ενέργειας (logistics, αγωγοί φυσικού αερίου,
ξεπούλημα μεταφορικών δικτύων κ.λπ.). Στην πράξη, συνεχίζεται η προ μνημονίου
πολιτική της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης, που είχε και έχει στόχο τη
μετατροπή της Ελλάδας σε βάση για τις εξορμήσεις της, δηλαδή, η πολιτική που κυρίως οδήγησε τη χώρα στην
κρίση.
Την ίδια στιγμή, μιλάνε για προσέλκυση
ξένων επενδύσεων μέσω της μείωσης της φορολογίας των επιχειρήσεων. Για τον
πραγματικό παραγωγικό τομέα, αυτά δεν είναι παρά ευχολόγια, γιατί στη σημερινή συγκυρία
είναι εντελώς αμφίβολο κατά πόσον ξένοι καπιταλιστές θα έρθουν στην Ελλάδα για
μαζικές παραγωγικές επενδύσεις. Οι επενδύσεις στις οποίες ουσιαστικά
αναφέρονται αφορούν τον τουρισμό, το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων, την
εφοδιαστική αλυσίδα κ.λπ., δηλαδή, ό,τι έχει
χαμηλό κόστος και φέρνει γρήγορο κέρδος. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαία η εμμονή για συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων,
με χαρακτηριστικά παραδείγματα την πώληση του ΟΣΕ, τον διαμελισμό-ξεπούλημα της
ΔΕΗ, το ξεπούλημα των λιμανιών, της ΔΕΣΦΑ, των αεροδρομίων, του νερού κ.ά. καθώς
και των δημόσιων ακινήτων ή χώρων (Ελληνικό). Αλλά ακόμα και από το Πρόγραμμα
Δημοσίων Επενδύσεων φαίνεται ότι η κυβερνητική στρατηγική δεν προβλέπει καμία δημόσια επένδυση στον παραγωγικό τομέα.
Για να βγει η Ελλάδα και ο λαός
μας από το αδιέξοδο της κρίσης, της ανεργίας και της φτώχειας, στα οποία μας έχουν
βυθίσει οι Έλληνες καπιταλιστές με τις υπηρετικές τους κυβερνήσεις, χρειάζεται ένα κεντρικό σχέδιο πραγματικής
παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Το σχέδιο αυτό δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει:
την κρατικοποίηση των στρατηγικών τομέων
της οικονομίας (ενέργεια, μεταφορές, λιμάνια, τραπεζικό σύστημα κ.λπ.), δημόσιες επενδύσεις στη βιομηχανία,
επαναλειτουργία εργοστασίων, με τον απαραίτητο εκσυγχρονισμό τους, εργατικό έλεγχο σε όλα τα παραπάνω,
πραγματική στήριξη του αγροτικού τομέα, αύξηση της χρηματοδότησης της έρευνας στα
δημόσια πανεπιστήμια και δημόσια ερευνητικά κέντρα και προσανατολισμός της
στις παραγωγικές και κοινωνικές ανάγκες του ελληνικού λαού, δημόσιες επενδύσεις σε δραστηριότητες υψηλής τεχνολογίας, στις
οποίες η χώρα μας διαθέτει ειδικευμένο προσωπικό, ιδιαίτερα στη νέα γενιά, αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, άμεση
στήριξη του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτό το σχέδιο μόνο ο ελληνικός
λαός μπορεί να το επιβάλει, με τους αγώνες του.
Μ. Σάκος