Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2020

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΔΙ ΕΝΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΡΟΪΟΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΕΙ

Με κεντρικό σχεδιασμό και υποστήριξη, με τη συνεργασία των παραγωγών,
 με νέου τύπου συνεταιρισμούς, το ελαιόλαδο μπορεί να γίνει ένα πραγματικά
χρυσοφόρο προϊόν για τη χώρα μας και τον λαό μας

Η παρουσία του ελαιόλαδου και της ελιάς στην ελληνική ιστορία, όπως αποτυπώνεται στη μυθολογία, την ποίηση, την ιατρική, τις διατροφικές μας συνήθειες, το εμπόριο, τα ήθη και τα έθιμα, τη θρησκεία, έχει ιστορία 6.000 ετών. Εδώ και αιώνες το λάδι και η ελιά αποτελούν βασική διατροφή  για τους Έλληνες.
Η Ελλάδα είναι (ακόμη) τρίτη στην παραγωγή ελαιόλαδου σε παγκόσμιο επίπεδο, με μέσο όρο παραγωγής 300.000 τόνους ετησίως. Η ελιά (ελαιοποιήσιμη) είναι από τις σημαντικότερες καλλιέργειες στη χώρα μας· είναι η πρώτη σε έκταση καλλιέργεια, με 7.926.425 στρέμματα και πάνω από 132.000.000 ελαιόδεντρα. Επηρεάζει οικονομικά άμεσα, μέσω της ελαιοκομίας και της ελαιοπαραγωγής, 600.000 οικογένειες. Λόγω της θάλασσας και των εδαφοκλιματικών συνθηκών, παράγουμε ένα εξαιρετικά ποιοτικό ελαιόλαδο, με το 80% της συνολικής παραγωγής να είναι έξτρα παρθένο ελαιόλαδο!

Παρόλα αυτά, παρόλο που το ελαιόλαδο αναμφισβήτητα αποτελεί τεράστιο εθνικό πλούτο, δυστυχώς αυτός ο πλούτος παραμένει αναξιοποίητος εδώ και χρόνια. Ή μάλλον αναξιοποίητος από το ελληνικό κράτος, γιατί οι Ιταλοί μια χαρά το μοσχοπουλούν στην Ευρώπη με ιταλικές ετικέτες, αφού προηγούμενα το αγοράσουν χύμα και πάμφθηνο οι εδώ μεσάζοντες από τους Έλληνες παραγωγούς.
Τι φταίει λοιπόν που εκατομμύρια ευρώ προστιθέμενης αξίας, αντί να τα καρπώνεται ο Έλληνας ελαιοπαραγωγός, τα καρπώνεται ο Ιταλός έμπορος; Ποιες είναι οι αιτίες που δεν επιτρέπουν στο ελληνικό ελαιόλαδο να πάρει τη θέση που του αρμόζει;
Εδώ και δεκαετίες οι αγροτικοί συνεταιρισμοί (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων) έχουν μετατραπεί από τους εκάστοτε πολιτικούς σε πεδία πελατειακών σχέσεων, διαφθοράς και διαπλοκής εις βάρος της ελληνικής αγροτιάς. Η πολιτική που ακολουθήθηκε, με αποκορύφωμα τη δεκαετία του ’80 είχε ως αποτέλεσμα, αντί να επενδυθούν τα δις ευρώ των επιδοτήσεων, να υπάρξει κρατικός σχεδιασμός και επιστημονική στήριξη στην αγροτική παραγωγή, να πάει ένα βήμα παραπέρα ο τρόπος καλλιέργειας και ο τρόπος διάθεσης του προϊόντος, με σωστή τυποποίηση και προβολή του ελαιόλαδου, να μειωθεί το κόστος παραγωγής, είχε λοιπόν ως αποτέλεσμα να αναπτυχθεί η νοοτροπία της εξάρτησης των Ελλήνων παραγωγών από τις επιδοτήσεις (καλύπτουν το 40% των εσόδων τους γενικά). Από το 1981 έως το 1997 για την τυποποίηση η Ελλάδα εισέπραξε 1,4 δις ευρώ, και σήμερα μόλις το 27% της ελληνικής παραγωγής έχει ελληνική ετικέτα! Με τέτοια «αγροτική πολιτική», πώς να μην αλωνίζουν οι επιτήδειοι έμποροι/μεσάζοντες ανεβοκατεβάζοντας τις τιμές του ελαιολάδου καταπώς συμφέρει στην τσέπη τους!
Για να μην έχει την ίδια τύχη το ελαιόλαδο με τα άλλα εθνικά μας προϊόντα (καπνός, σταφίδα, βαμβάκι, ζαχαρότευτλα, σκληρό σιτάρι) που απαξιώθηκαν και εξαφανίστηκαν από την ελληνική παραγωγή, πρέπει:
1) Να δημιουργηθούν αγροτικοί συνεταιρισμοί χωρίς κομματικά δεκανίκια, κοινωνικού χαρακτήρα, υπό τον έλεγχο των αγροτών. Πώληση του καρπού στο ελαιοτριβείο, κοινή άλεση και απευθείας αποθεματοποίηση από τον συνεταιρισμό. Πληρωμή των παραγωγών για την αξία του ελαιολάδου τους με το σύστημα της προκαταβολής και συμπληρωματική εκκαθάριση. Συγχωνεύσεις συνεταιρισμών και αντικίνητρα για τη συνέχιση της πολυδιάσπασής τους. Να δημιουργηθούν Ομάδες Παραγωγών βιολογικών προϊόντων, ολοκληρωμένης διαχείρισης ΠΟΠ/ΠΓΕ (Προστασία Ονομασία Προέλευσης/Προστασία Γεωγραφικής Ένδειξης).
2) Να προωθηθούν οι ομαδικές καλλιέργειες, με συγκροτημένη και ενιαία πολιτική συγχωνεύσεων, μέσω των παρεμβάσεων των συνεταιρισμών, ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο των πολυτεμαχισμένων κλήρων, με στόχο τη βελτίωση των ποσοτικών αποδόσεων σε λάδι και της ποιότητας του ελαιοκάρπου.
3) Αυστηρός έλεγχος στα ελαιοτριβεία για την τήρηση των κανόνων που εξασφαλίζουν την ασφάλεια και την υγιεινή των εγκαταστάσεων και την προστασία του περιβάλλοντος. Υποχρεωτική τυποποίηση σε 5λιτρα με ετικέτα όπου θα αναγράφονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία.  Ανάπτυξη κάθε είδους συνεργασίας για να αντιμετωπιστούν τυχόν προβλήματα, να μειωθεί το κόστος και να συγκεντρώνεται ικανή ποσότητα ελαιόλαδου, διαπραγματεύσιμη στους όρους της αγοράς.
4) Τα εκατομμύρια των τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας ετησίως είναι δυνητικοί καταναλωτές του ελαιόλαδου στις χώρες τους. Αυτό βέβαια προϋποθέτει να γνωρίσουν το προϊόν τυποποιημένο, να το γευτούν όχι μόνο ως απλό τρόφιμο, αλλά ως αναπόσπαστο στοιχείο της μεσογειακής διατροφής, που έτσι κι αλλιώς είναι, και της κουλτούρας μας.

Όλγα Στεφανίδου