Το Μεταβατικό Πρόγραμμα, που γράφτηκε από τον Λέοντα Τρότσκυ, αποτέλεσε το ιδρυτικό ντοκουμέντο της 4ηςΔιεθνούς (1938). Με το Μεταβατικό Πρόγραμμα ο Τρότσκυ απάντησε στο μεγαλύτερο πρόβλημα που απασχόλησε ποτέ το επαναστατικό εργατικό κίνημα: πώς μπορούν οι επιμέρους αγώνες της εργατικής τάξης, σε διαφορετικές συγκυρίες και με διαφορετικά επίπεδα συνείδησης, να συγκεντρωθούν και να συγκλίνουν προς ένα ανώτερο επίπεδο πάλης, με στόχο την ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης; Και η απάντηση αυτή υπήρξε τόσο καλά επεξεργασμένη που ακόμα και σήμερα, σχεδόν εννιά δεκαετίες μετά, τα αιτήματα του Μεταβατικού Προγράμματος διατηρούν όλη τους την επικαιρότητα. Ακόμα και αριστερές δυνάμεις που δεν έχουν καμιά σχέση με τον τροτσκισμό έχουν υιοθετήσει πολλά από αυτά τα αιτήματα και, τελευταία, ακόμα και την ορολογία «μεταβατικά αιτήματα». Παρουσιάζουμε εδώ μόνο τρεις από αυτές τις διεκδικήσεις: τον εργατικό έλεγχο στη βιομηχανία, την απαλλοτρίωση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας και την κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Το «εμπορικό μυστικό» και ο εργατικός έλεγχος στη βιομηχανία
Ο φιλελεύθερος καπιταλισμός, που στηριζόταν στον συναγωνισμό και το ελεύθερο εμπόριο, ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Ο διάδοχός του, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, όχι μόνο δεν περιορίζει την αναρχία στην αγορά, αλλά αντίθετα της έχει δώσει έναν χαρακτήρα ιδιαίτερα σπασμωδικό. Η ανάγκη του «ελέγχου» της οικονομίας, της κρατικής «καθοδήγησης» της βιομηχανίας και του «σχεδιασμού» αναγνωρίζεται σήμερα –τουλάχιστον στα λόγια– απ’ όλα σχεδόν τα αστικά και μικροαστικά ρεύματα, από τον φασισμό μέχρι τη σοσιαλδημοκρατία. Για τους φασίστες είναι κυρίως ένα ζήτημα μιας «σχεδιασμένης» καταλήστευσης του λαού για μιλιταριστικούς σκοπούς. Οι σοσιαλδημοκράτες προσπαθούν να αδειάσουν τον ωκεανό της αναρχίας με το κουτάλι ενός γραφειοκρατικού «σχεδιασμού». Μηχανικοί και καθηγητές γράφουν άρθρα για την «τεχνοκρατία». Στα δειλά «ρυθμιστικά» πειράματά τους οι δημοκρατικές κυβερνήσεις σκοντάφτουν στο ακατανίκητο σαμποτάζ του μεγάλου κεφαλαίου.
Η πραγματική σχέση που υπάρχει ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους δημοκρατικούς «ελεγκτές» χαρακτηρίζεται πολύ καθαρά από το γεγονός ότι οι κύριοι «μεταρρυθμιστές» σταματούν με θρησκευτική ευλάβεια στο κατώφλι των τραστ και των βιομηχανικών και εμπορικών «μυστικών» τους. Εδώ βασιλεύει η αρχή της «μη ανάμειξης». Οι λογαριασμοί ανάμεσα στον ατομικό καπιταλιστή και την κοινωνία παραμένουν ένα μυστικό του καπιταλιστή: Δεν αφορούν την κοινωνία. Η δικαιολογία που δίνουν για την αρχή του εμπορικού «μυστικού» είναι φαινομενικά, όπως και στην εποχή του φιλελεύθερου καπιταλισμού, ο ελεύθερος «ανταγωνισμός». Στην πραγματικότητα, τα τραστ δεν έχουν μυστικά μεταξύ τους. Το εμπορικό μυστικό στην εποχή μας είναι μέρος μιας διαρκούς συνωμοσίας του μονοπωλιακού καπιταλισμού ενάντια στα συμφέροντα της κοινωνίας. Τα σχέδια για περιορισμό του απολυταρχισμού των «οικονομικών μοναρχών» παραμένουν αξιοθρήνητες φάρσες, όσο οι ατομικοί ιδιοκτήτες των κοινωνικών μέσων παραγωγής μπορούν να κρύβουν από τους παραγωγούς και τους καταναλωτές τις μηχανορραφίες της εκμετάλλευσης, της ληστείας, της απάτης. Η κατάργηση του «εμπορικού μυστικού» είναι το πρώτο βήμα για έναν πραγματικό έλεγχο της βιομηχανίας.
Οι εργάτες έχουν το δικαίωμα, όχι λιγότερο από τους καπιταλιστές, να ξέρουν τα «μυστικά» της επιχείρησης, του τραστ, ολόκληρου του βιομηχανικού κλάδου, ολόκληρης της εθνικής οικονομίας. Πριν απ’ όλα, οι τράπεζες, η βαριά βιομηχανία και οι συγκεντροποιημένες μεταφορές πρέπει να μπουν κάτω από τον εξεταστικό φακό.
Τα άμεσα καθήκοντα του εργατικού ελέγχου είναι: να ξεκαθαρίσει ποια είναι τα έσοδα και ποιες οι δαπάνες της κοινωνίας, ξεκινώντας από τις ατομικές επιχειρήσεις. Να καθορίσει το πραγματικό μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που οικειοποιούνται οι καπιταλιστές σαν άτομα και σαν σύνολο. Να ξεσκεπάσει τις παρασκηνιακές κομπίνες και τις απάτες των τραπεζών και των τραστ. Τέλος, να παρουσιάσει ενώπιον ολόκληρης της κοινωνίας αυτή την παράλογη σπατάλη ανθρώπινης εργασίας που είναι το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής αναρχίας και της ωμής επιδίωξης του κέρδους.
Κανένας αξιωματούχος του αστικού κράτους δεν είναι σε θέση να φέρει σε πέρας αυτή τη δουλειά, όποιες κι αν είναι οι εξουσίες με τις οποίες μπορεί κανείς να την περιβάλει. Ολόκληρος ο κόσμος στάθηκε μάρτυρας της αδυναμίας του προέδρου Ρούσβελτ και του πρωθυπουργού Λεόν Μπλουμ μπροστά στις συνωμοσίες των «60» ή των «200 οικογενειών» των αντίστοιχων εθνών τους. Για να τσακιστεί η αντίσταση των εκμεταλλευτών είναι αναγκαία η μαζική πίεση του προλεταριάτου. Μόνο οι εργοστασιακές επιτροπές μπορούν να εγγυηθούν έναν πραγματικό έλεγχο πάνω στην παραγωγή, παίρνοντας κοντά τους –με την ιδιότητα του συμβούλου και όχι του «τεχνοκράτη»– έντιμους και αφοσιωμένους στον λαό ειδικούς: λογιστές, στατιστικολόγους, πολιτικούς μηχανικούς, επιστήμονες κ.λπ.
Ιδιαίτερα η πάλη ενάντια στην ανεργία δεν είναι νοητή χωρίς την απαίτηση για μια πλατιά και τολμηρή οργάνωση δημοσίων έργων. Όμως, τα δημόσια έργα μπορούν να έχουν μια μόνιμη και προοδευτική σημασία, τόσο για την κοινωνία όσο και για τους ίδιους τους ανέργους, μόνο στον βαθμό που αποτελούν μέρος ενός γενικού πλάνου που έχει καταστρωθεί για να καλύψει έναν σημαντικό αριθμό χρόνων. Μέσα στα πλαίσια ενός τέτοιου πλάνου, οι εργάτες θα διεκδικήσουν το ξαναρχίνισμα της δουλειάς, για λογαριασμό της κοινωνίας, στις ιδιωτικές επιχειρήσεις που έκλεισαν με την κρίση. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο εργατικός έλεγχος θα παραχωρούσε τη θέση του στην άμεση εργατική διαχείριση.
Η επεξεργασία ακόμα και του πιο στοιχειώδους οικονομικού πλάνου –από τη σκοπιά των συμφερόντων των εργατών και όχι των εκμεταλλευτών– είναι αδύνατη χωρίς τον εργατικό έλεγχο, χωρίς δηλαδή να διεισδύσει το μάτι των εργατών σε όλα τα ελατήρια, φανερά και κρυφά, που κινούν την καπιταλιστική οικονομία. Οι επιτροπές των διαφόρων μεμονωμένων επιχειρήσεων πρέπει να εκλέξουν, στις αντίστοιχες συνδιασκέψεις τους, επιτροπές για τα τραστ, για ολόκληρους βιομηχανικούς κλάδους, οικονομικούς τομείς, και τελικά για την εθνική οικονομία σαν σύνολο. Έτσι, ο εργατικός έλεγχος γίνεται ένα σχολείο της σχεδιασμένης οικονομίας. Στη βάση της εμπειρίας του ελέγχου, το προλεταριάτο θα προετοιμαστεί για να διευθύνει άμεσα την εθνικοποιημένη οικονομία όταν θα έρθει η ώρα.
Στους καπιταλιστές, κυρίως τους μικρούς και τους μεσαίους, που καμιά φορά προτείνουν οι ίδιοι να ανοίξουν τα λογιστικά τους βιβλία μπροστά στους εργάτες –συνήθως για να τους αποδείξουν την ανάγκη για χαμηλότερα μεροκάματα– οι εργάτες απαντούν πως εκείνο που τους ενδιαφέρει δεν είναι η λογιστική κατάσταση των χρεοκοπημένων ή μισο-χρεοκοπημένων ατομικών καπιταλιστών αλλά η λογιστική κατάσταση όλων των εκμεταλλευτών σαν σύνολο. Οι εργάτες δεν μπορούν ούτε θέλουν να προσαρμόσουν το επίπεδο των όρων της ζωής τους στις απαιτήσεις των μεμονωμένων καπιταλιστών που έχουν γίνει θύματα του ίδιου του καθεστώτος τους. Ο σκοπός είναι να αναδιοργανωθεί ολόκληρο το σύστημα της παραγωγής και της διανομής πάνω σε μια πιο αξιοπρεπή και αποδοτική βάση. Αν η κατάργηση του εμπορικού μυστικού είναι η αναγκαία προϋπόθεση για τον εργατικό έλεγχο, αυτός ο έλεγχος είναι το πρώτο βήμα στον δρόμο για τη σοσιαλιστική διεύθυνση της οικονομίας.
Απαλλοτρίωση μεμονωμένων ομάδων καπιταλιστών
Το σοσιαλιστικό πρόγραμμα της απαλλοτρίωσης, δηλαδή της πολιτικής ανατροπής της κεφαλαιοκρατίας και της κατάργησης της οικονομικής κυριαρχίας της, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση στη σημερινή μεταβατική περίοδο να μας εμποδίζει να προτάξουμε, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν, το αίτημα για την απαλλοτρίωση ορισμένων στρατηγικών κλάδων της βιομηχανίας, ζωτικών για την ύπαρξη ενός κράτους αλλά και των πιο παρασιτικών ομάδων της μπουρζουαζίας.
Έτσι, σε απάντηση στις παθητικές ιερεμιάδες των κυρίων δημοκρατών για τη δικτατορία των «60 οικογενειών» στις ΗΠΑ ή των «200 οικογενειών» στη Γαλλία, αντιτάσσουμε το αίτημα της απαλλοτρίωσης αυτών των 60 ή 200 καπιταλιστών αφεντάδων.
Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ζητάμε την απαλλοτρίωση των μονοπωλιακών εταιρειών της πολεμικής βιομηχανίας, των σιδηροδρόμων, των πιο σημαντικών πηγών πρώτων υλών κ.λπ.
Η διαφορά ανάμεσα στα αιτήματα αυτά και στο χοντροκέφαλο ρεφορμιστικό σύνθημα της «εθνικοποίησης» βρίσκεται στα εξής: 1) Εμείς απορρίπτουμε κάθε αποζημίωση. 2) Προειδοποιούμε τις μάζες για τους δημαγωγούς του Λαϊκού Μετώπου, που, ενώ μιλάνε με την άκρη των χειλιών τους για «εθνικοποίηση», στην πραγματικότητα παραμένουν πράκτορες του κεφαλαίου. 3) Καλούμε τις μάζες να μην υπολογίζουν παρά μόνο στη δική τους επαναστατική δύναμη. 4) Συνδέουμε το ζήτημα της απαλλοτρίωσης με το ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας από τους εργάτες και τους αγρότες.
Η ανάγκη να προωθήσουμε το σύνθημα της απαλλοτρίωσης στην καθημερινή μας αγκιτάτσια, συγκεκριμένα και όχι μόνο προπαγανδιστικά με τη γενική του μορφή, απορρέει από το γεγονός ότι οι διάφοροι κλάδοι της βιομηχανίας βρίσκονται σε διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, κατέχουν μια διαφορετική θέση στη ζωή της κοινωνίας και περνάνε από διάφορα στάδια της πάλης των τάξεων. Μονάχα η γενική επαναστατική κινητοποίηση του προλεταριάτου μπορεί να βάλει την ολοκληρωμένη απαλλοτρίωση της μπουρζουαζίας στην ημερήσια διάταξη. Ο σκοπός των μεταβατικών διεκδικήσεων είναι να προετοιμάσουν το προλεταριάτο να λύσει αυτό το πρόβλημα.
Απαλλοτρίωση των ιδιωτικών τραπεζών και κρατικοποίηση του πιστωτικού συστήματος
Ιμπεριαλισμός σημαίνει κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου. Δίπλα στις κοινοπραξίες και τα τραστ, και συχνά πάνω απ’ αυτά, οι τράπεζες συγκεντρώνουν στα χέρια τους την πραγματική διοίκηση της οικονομίας. Μέσα στη διάρθρωσή τους, οι τράπεζες αντανακλούν σε μια συγκεντρωτική μορφή ολόκληρη τη δομή του σύγχρονου καπιταλισμού: συνδυάζουν τις τάσεις του μονοπωλίου με τις τάσεις της αναρχίας. Οργανώνουν τα θαύματα της τεχνολογίας, των γιγαντιαίων επιχειρήσεων, των κολοσσιαίων τραστ, αλλά επίσης οργανώνουν την ακρίβεια, τις κρίσεις και την ανεργία. Είναι αδύνατον να κάνει κανείς ένα σοβαρό βήμα στην πάλη ενάντια στο δεσποτισμό των μονοπωλίων και την καπιταλιστική αναρχία –που αλληλοσυμπληρώνονται στο καταστροφικό τους έργο– αν αφήσει τα αρχηγεία των τραπεζών στα χέρια του αρπακτικού κεφαλαίου.
Για να δημιουργήσουμε ένα ενιαίο σύστημα επενδύσεων και πιστώσεων σύμφωνα με ένα ορθολογικό σχέδιο που να ανταποκρίνεται στα συμφέροντα όλου του λαού είναι αναγκαίο να συγχωνεύσουμε όλες τις τράπεζες σε ένα και μόνο εθνικό ίδρυμα. Μόνο η απαλλοτρίωση των ιδιωτικών τραπεζών και η συγκέντρωση ολόκληρου του πιστωτικού συστήματος στα χέρια του κράτους θα προμηθεύσουν το τελευταίο με τα πραγματικά αναγκαία μέσα, δηλαδή, με τους υλικούς πόρους –και όχι μονάχα με χαρτιά και γραφειοκρατικά μέσα– για τον σχεδιασμό της οικονομίας.
Η απαλλοτρίωση των τραπεζών δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση την απαλλοτρίωση των μικρών τραπεζικών καταθέσεων. Αντίθετα: Για τους μικροκαταθέτες, η ενιαία κρατική τράπεζα θα είναι ικανή να δημιουργήσει πολύ πιο ευνοϊκούς όρους απ’ ό,τι οι ιδιωτικές τράπεζες. Κατά τον ίδιο τρόπο, μόνο η κρατική τράπεζα μπορεί να δημιουργήσει για τους αγρότες, τους βιοτέχνες και τους μικρεμπόρους συνθήκες ευνοϊκές, δηλαδή, φτηνή πίστη. Όμως, ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι έτσι ολόκληρη η οικονομία –πρώτα απ’ όλα η βαριά βιομηχανία και οι μεταφορές– θα διευθύνεται από ένα ενιαίο οικονομικό επιτελείο και θα υπηρετεί τα ζωτικά συμφέροντα των εργατών και όλων των άλλων εργαζομένων.
Οπωσδήποτε, η κρατικοποίηση των τραπεζών δε θα δώσει αυτά τα ευνοϊκά αποτελέσματα παρά μόνο αν η ίδια η κρατική εξουσία περάσει εξολοκλήρου από τα χέρια των εκμεταλλευτών στα χέρια των εργαζομένων.

