Μόνο μέσα από τα
σωματεία μας, που πρέπει να τα ξανακάνουμε αξιόμαχα, θα διεκδικήσουμε ένα
αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης
Η πάλη για
συλλογικές συμβάσεις έχει πολύ δρόμο μπροστά της και θέλει πολλή
δουλειά, κατ’
αρχάς μέσα στα σωματεία μας, για να τα ανασυγκροτήσουμε
και να τα θέσουμε σε
θέση μάχης
|
Στους
τέσσερις κλάδους που απ’ τον Αύγουστο ισχύει η επεκτασιμότητα των συμβάσεων
(τράπεζες, γραφεία ταξιδίων, ναυτιλιακές–πρακτορειακές επιχειρήσεις,
τουρισμός), οι εργοδότες είναι υποχρεωμένοι, τυπικά τουλάχιστον, να δίνουν
στους εργαζόμενους τους μισθούς που προβλέπει η σύμβαση (για τους
ξενοδοχοϋπαλλήλους από 860 έως 1.400 ευρώ, ανάλογα με τα χρόνια εργασίας και
την ειδικότητα του κάθε εργαζόμενου), να τηρούν τους εργασιακούς όρους (ωράρια,
άδειες) κ.λπ. Και σ’ αυτούς τους κλάδους, όπως και σε κάθε χώρο δουλειάς, και
πριν ακόμα απ’ τα μνημόνια, είναι γνωστό ότι οι εργοδότες αξιοποιούν κάθε
ευκαιρία για να παραβιάζουν τα εργασιακά δικαιώματα και να αυθαιρετούν εις
βάρος των εργαζομένων. Όμως, η επαναφορά της επεκτασιμότητας έχει μεγάλη
σημασία για τους εργαζόμενους. Εδώ είναι
που θα παίξει κομβικό ρόλο η παρέμβαση των σωματείων, της οργανωμένης έκφρασης
της εργατικής τάξης. Η συλλογική
σύμβαση πρέπει να γίνει αντικείμενο πάλης σε όλους τους χώρους δουλειάς. Τα
σωματεία πρέπει να συντονίσουν τη δράση τους, και όπου χρειάζεται, να έχουμε
και ενοποιήσεις σωματείων, με βασικό στόχο την επέκταση των συμβάσεων σε κάθε
χώρο εργασίας.
Όπου
δεν υπάρχει εργοδοτική ένωση, πρέπει να πιέσουμε για να κερδηθούν αυξήσεις στις
μεγαλύτερες επιχειρήσεις, ώστε να πιεστούν και οι μικρότερες. Να υποχρεώσουμε
την πλειοψηφία των εργοδοτών να εκπροσωπούνται στην ένωσή τους, ώστε να είναι
υπόχρεοι τήρησης της σύμβασης. Να
παλέψουμε για την κατάργηση των ατομικών συμβάσεων που διαλύουν τη συλλογική
συνείδηση της εργατικής τάξης, για να καταργηθεί το αίσχος του υποκατώτατου
μισθού για τους νέους εργαζόμενους, να ελέγχονται οι εργοδοτικές αυθαιρεσίες από
δικά μας όργανα κ.λπ. Από εκεί και πέρα, είναι ανοιχτός ο δρόμος να παλέψουμε
για συμβάσεις με ακόμα καλύτερους μισθολογικούς όρους και συνθήκες εργασίας.
Η
αντίδραση των εργοδοτών πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Ο ρόλος όμως των σωματείων είναι ακριβώς αυτός, να αντιπαλεύουν την
εργοδοτική ασυδοσία.
Είναι
πιθανό στο άμεσο μέλλον να υπάρξουν και άλλα τέτοια μέτρα, μερικού και
αποσπασματικού έστω, φιλεργατικού χαρακτήρα. Είτε γιατί η κυβέρνηση πιέζεται
προεκλογικά, είτε γιατί μια τάση του κεφαλαίου έχει καταλάβει ότι χωρίς ενίσχυση και οργάνωση της εργασίας
και της παραγωγής θα βρίσκεται πάντα στη δίνη της οικονομικής ύφεσης και
στο έλεος της επόμενης αντίστοιχης κρίσης. Τέτοιες εξελίξεις όμως έχουν σημασία
για τους εργάτες. Τους δίνουν ένα
πάτημα, ένα εφαλτήριο να ξεκινήσουν την πάλη για να πάρουν πίσω ό,τι έχασαν τα
προηγούμενα χρόνια. Το να αρχίσει η ελληνική εργατική τάξη να διεκδικεί και
να κερδίζει αυξήσεις και εργασιακά δικαιώματα είναι βασική προϋπόθεση για την
ευρύτερη κοινωνική και πολιτική προοπτική της. Τα άμεσα συμφέροντά της είναι
άρρηκτα δεμένα με τα μακροπρόθεσμα. Για
να γίνει αυτό, όμως, για να ξεκινήσει η εργατική αντεπίθεση, χρειάζονται
σωματεία που με τη δράση τους και την πολιτική τους θα συσπειρώσουν τους
εργαζόμενους, θα πετύχουν νίκες, έστω και μικρές, θα ξαναδώσουν στην
εργατική τάξη την αυτοπεποίθησή της, θα αποδείξουν ότι εκπροσωπούν τα
πραγματικά εργατικά συμφέροντα, και όχι κάποια αλλότρια προς αυτά.
Η μάχη των συλλογικών
συμβάσεων είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την ελληνική εργατική τάξη σε αυτή τη
φάση. Στους πλέον συνειδητούς και τίμιους εργαζόμενους πέφτει το βάρος να την
οργανώσουν και να της δώσουν προοπτική νίκης.
Σ. Κρόκος