Τι
υπάρχει πίσω από την ανακοίνωση του Τραμπ περί «αποχώρησης» των αμερικανικών
στρατευμάτων από τη Συρία
Η
ανακοίνωση από τον Τραμπ για αποχώρηση του αμερικανικού στρατού από την Συρία ήταν
η αφορμή για ποικίλα σχόλια, από όλες τις πολιτικές πλευρές, καθώς και από
στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης. Πολλά ακούστηκαν, από «αδυναμία» των ΗΠΑ έως
την «τρέλα» του Τραμπ, ξεχνώντας ότι ο οικονομικός πόλεμος, που ποτέ δεν
σταμάτησε, μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης μαίνεται ακόμη πιο άγριος και με πολλές
τρικλοποδιές.
Ο
Τραμπ, όσο τρέλα και να πουλάει, εκφράζει
την αλλαγή πολιτικής της αμερικανικής αστικής τάξης, ή καλύτερα μιας μεγάλης
μερίδας της αμερικανικής αστικής τάξης, από
την έως τώρα «φιλελεύθερη» πολιτική των «ανοιχτών αγορών και συνόρων» σε μια
πολιτική προστατευτισμού, που είχαμε δει ξανά (με αναλογίες πάντα) μετά τη
μεγάλη κρίση του 1929. Τώρα ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός έχει δύο μέτωπα: την Ευρώπη και την Κίνα. Έχει να κάνει
με μια Ευρώπη διασπασμένη πάνω στο ζήτημα των «ανοιχτών αγορών και συνόρων»,
όπου η ισχυρότερη χώρα, η Γερμανία, δέχεται ισχυρά χτυπήματα από χώρες όπως η
Αγγλία και η Ιταλία, χώρες που υπέστησαν τις συνέπειες της «φιλελεύθερης»
πολιτικής (ανεργία, κόψιμο συντάξεων, κλείσιμο επιχειρήσεων κ.λπ.), προς όφελος
της Γερμανίας.
Η
κίνηση του Τραμπ είχε δύο στόχους. Ο ένας είναι εξοικονόμηση χρημάτων,
αντικαθιστώντας τους Αμερικανούς στρατιώτες με Ευρωπαίους, βάζοντας προ των
ευθυνών τους και τους υπόλοιπους Νατοϊκούς. Σαν να τους λέει, θα πληρώσετε και
εσείς τα έξοδα για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής. Με την κίνηση αυτή έδειξε
ποιος έχει το πάνω χέρι, αποκαλύπτοντας
ταυτόχρονα την αδυναμία των υπόλοιπων Νατοϊκών εταίρων, που τα τελευταία
χρόνια στήριζαν τις μπίζνες τους στις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Τους
είπε ξεκάθαρα, ή συμμετέχετε οικονομικά
στη διατήρηση των ελεγχόμενων εδαφών, ή αναλαμβάνουμε μόνοι μας και η πίτα
είναι όλη δική μας. Σίγουρα δεν θα άφηνε τόσων χρόνων προσπάθειες και τόση σπατάλη
δυνάμεων σε έμψυχο και άψυχο υλικό να πάνε χαμένες, εγκαταλείποντας έναν
σημαντικό γεωπολιτικό χώρο – όχι τόσο
για τα πετρέλαιά του όσο για τον έλεγχο των περασμάτων προς Ευρώπη.
Από
την άλλη, έχει να αντιμετωπίσει την ταχύτατα αναπτυσσόμενη δύναμη, την Κίνα, η
οποία μπορεί να έχασε τις δραστηριότητές της στη Βόρεια Αφρική μετά την «Αραβική
Άνοιξη» αλλά έχει διεισδύσει δυνατά στην
οικονομία της υπόλοιπης αφρικανικής ηπείρου, απορροφώντας τα κάθε είδους
πλούσια κοιτάσματα. Οι Κινέζοι έχουν ουσιαστικά αποικιοποιήσει μια σειρά
αφρικανικές χώρες (Αγκόλα, Καμερούν, Αιθιοπία, Κένυα, Κονγκό, Σουδάν, Ζάμπια),
εξαγοράζοντας ορυχεία, επιχειρήσεις, λιμάνια, σιδηροδρομικούς σταθμούς. Έχουν
δανείσει συνολικά 143 δις σε 56 αφρικανικά κράτη, αναγκάζοντάς τα να ξεχρεώνουν τα δάνεια με πρώτες ύλες.
Για
να ανταγωνιστεί την κινεζική οικονομία, η Αμερική πρέπει πρώτα να την αποκόψει
από τις πηγές πρώτων υλών (ας περιμένουμε πολέμους στην Αφρική). Έπειτα, μετά
την επιβολή των δασμών, θέλει να ελέγξει τις εξαγωγές της Κίνας προς την Ευρώπη.
Δηλαδή, πρέπει να την περικυκλώσει
γεωγραφικά για να ελέγχει τα περάσματα. Έτσι, θέλει να ελέγχει τα αραβικά
κράτη (για σερίφη έχει το Ισραήλ), τα κράτη του Ειρηνικού Ωκεανού, τη Βόρεια
και Νότια Κορέα, την Ινδονησία κ.ά. (τοποτηρητής η Ιαπωνία, με τεράστια
εξοπλιστικά προγράμματα). Όσον αφορά την Τουρκία, τελικά θα την υποτάξει στραγγαλίζοντάς
την οικονομικά. Το πρόβλημα του Ιράν θα το αναλάβουν μάλλον τα σύμμαχα της
Αμερικής αραβικά κράτη. Βόρεια βρίσκεται η Ρωσία, που εάν εξαιρέσουμε τα μεγάλα
λόγια που εκτοξεύει, μάλλον για συνεργάτης της Αμερικής μοιάζει, παρά για
ανταγωνιστής. Έτσι εξηγούνται και αυτά τα πισωγυρίσματα με την Τουρκία. Από τη
μια «ελεύθερη» να επιδράμει στη Συρία και από την άλλη η Ρωσία δεν της
επιτρέπει να μπει στα συριακά εδάφη.
Τελικά ο
αμερικανικός ιμπεριαλισμός με διάφορους τρόπους θα παραμείνει στην περιοχή της
Μέσης Ανατολής, με κύρια προτεραιότητα τον οικονομικό ανταγωνισμό με την Κίνα
και τον αποκλεισμό της πρόσβασής της στις αγορές.
Χρήστος Χατζής