Αυξάνονται οι ενδείξεις ότι
οι εργαζόμενοι μπορούν τώρα να περάσουν –και θα περάσουν– σε φάση νέων
διεκδικήσεων, αντιστρέφοντας το κλίμα υποχώρησης και απογοήτευσης. Αυτό δεν θα
γίνει χωρίς ενότητα, τόλμη, υπομονή και επιμονή, δεν θα γίνει χωρίς σκληρή δουλειά,
πρώτ’ απ’ όλα για να ξανακάνουμε τα σωματεία μας όργανα πάλης.
Μια σειρά από γεγονότα στην Ευρώπη,
μεταξύ άλλων η διαμάχη Ιταλίας-Βρυξελλών και η πολιτική κρίση στη Γερμανία,
φέρνουν σε δύσκολη θέση τους υπερασπιστές της «αιώνιας λιτότητας». Οι ευρωπαϊκές
εργατικές τάξεις πρέπει τώρα να επέμβουν και να βάλουν τη δική τους σφραγίδα
στις εξελίξεις.
1. Υπάρχουν
δύο «πραγματικότητες» που βρίσκονται σε εξέλιξη τους τελευταίους μήνες. Η μία
αφορά το πολιτικό προσκήνιο, με τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες, υποσχέσεις και αντιφάσεις,
με τη νεοφιλελεύθερη πλειοδοσία του Μητσοτάκη και της παρασιτικής αστικής
τάξης, με τα ελληνο-τουρκικά και το Μακεδονικό, με τη συνεχιζόμενη κρίση της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (Brexit, Ιταλία, Γερμανία), με την
όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην περιοχή μας κ.λπ.
Η άλλη πραγματικότητα αφορά
την αφανή μάχη που δίνουν εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά να ξαναβάλουν την
καθημερινότητά τους στις ράγες της αξιοπρεπούς διαβίωσης, αλλά και τις νέες
διεκδικήσεις των πιο συνειδητών κομματιών της εργατικής τάξης, ύστερα από οχτώ
χρόνια απωλειών και υποχωρήσεων.
Ξεκινώντας από τη δεύτερη «πραγματικότητα»
–που για εμάς σε αυτή τη φάση είναι πιο σημαντική–, θεωρούμε ελπιδοφόρο ότι έχει αρχίσει η συζήτηση μέσα στα πιο οργανωμένα
τμήματα της εργατικής τάξης για το πώς μπορούμε να διεκδικήσουμε αυξήσεις και
συλλογικές συμβάσεις, πώς μπορούμε να βάλουμε τέρμα στην εργασιακή ζούγκλα.
Ασφαλώς η μάχη αυτή δεν θα είναι καθόλου
σύντομη και καθόλου εύκολη, δεδομένης της κατάστασης στην οποία βρίσκονται
τα περισσότερα σωματεία – σωματεία που σε μεγάλο κομμάτι του ιδιωτικού τομέα
δεν υπάρχουν καν. Όμως, το ότι έχουν επεκταθεί ήδη 8 κλαδικές συλλογικές
συμβάσεις, ενώ διεκδικούνται εμπράκτως και άλλες, ότι η απεργιακή κίνηση δείχνει κάποια πρώτα σημάδια ανάκαμψης ύστερα
από μια μεγάλη περίοδο ύφεσης, ότι και ατομικά ακόμη πολλοί εργαζόμενοι
έχουν μπει στη λογική να διεκδικήσουν κάτι παραπάνω απ’ τους εργοδότες τους,
όλα αυτά δείχνουν ότι υπάρχει τώρα ένας εν σπέρματι βελτιωμένος συσχετισμός δυνάμεων.
Ακόμα και οι τελευταίες δικαστικές αποφάσεις υπέρ της επιστροφής του 13ου και
14ου μισθού και σύνταξης εντάσσονται σε αυτό το κλίμα. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει
τώρα να συσπειρωθούν στα σωματεία τους, να βάλουν στη γωνία τις ανίκανες και συμβιβασμένες
γραφειοκρατικές κλίκες και να προχωρήσουν με συγκεκριμένα αιτήματα και μορφές
πάλης!
Το γεγονός ότι ο μονόδρομος της αιώνιας λιτότητας αμφισβητείται
όλο και πιο ανοιχτά σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, όπως και το γεγονός ότι τα
αφεντικά μας έχουν εμφανώς αυξήσει τα κέρδη τους, θα πρέπει να αξιοποιηθούν
στο μέγιστο από το δικό μας στρατόπεδο. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ενότητα, τόλμη, αποφασιστικότητα, καθώς
και δουλειά με φρέσκο «μυαλό» σε όλο το
συνδικαλιστικό-οργανωτικό ζήτημα της τάξης μας, ώστε να δώσουμε τις
επόμενες μεγάλες μάχες από καλύτερες θέσεις.
Στο συνολικότερο μέτωπο της
υπεράσπισης του βιοτικού επιπέδου του λαού, κομβικό είναι το ζήτημα των συντάξεων. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι
δεν θα κοπούν (δεν θα κοπούν, δηλαδή, περισσότερο απ’ ό,τι έχουν ήδη κοπεί).
Τελευταία, όμως, ένα κομμάτι των «δανειστών» και της εγχώριας αντίδρασης πάει
την κουβέντα στο ότι θα ήταν καλό να κοπούν, ακόμα κι αν δεν είναι «δημοσιονομικά
αναγκαίο», γιατί πρόκειται για μια «μεταρρύθμιση απαραίτητη για τη βιωσιμότητα
του ασφαλιστικού συστήματος». Είναι ψεύτες! Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να συνεχιστεί η «εσωτερική υποτίμηση»,
να δοθεί σε όλη την κοινωνία το μήνυμα ότι «έχει και πιο κάτω», να κυριαρχήσει
και πάλι το κλίμα της απελπισίας και του φόβου. Αντίθετα, εμείς από τη μεριά
μας θα πρέπει να απαιτήσουμε όχι μόνο να μην κοπούν οι συντάξεις, αλλά να
αντιστραφούν και οι περικοπές που έχουν γίνει και να αυξηθούν οι χαμηλότατες
νέες συντάξεις που βγαίνουν βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Εξίσου σημαντικό είναι να
εντείνουμε τη μάχη για την υπεράσπιση
της λαϊκής κατοικίας, καθώς οι πλειστηριασμοί θα ενταθούν απ’ το ξεκίνημα
της νέας χρονιάς, ενώ η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ήδη την κατάργηση του νόμου
Κατσέλη.
2. Κατά τα
άλλα, μήνας-ορόσημο για τις πολιτικές
εξελίξεις θα είναι ο Φεβρουάριος. Τότε υπολογίζεται να έρθει προς έγκριση
στη Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών για το Μακεδονικό. Η ιστορία αυτή έχει ήδη αρχίσει
να προκαλεί πολιτικές παρενέργειες. Κατ’
αρχάς, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ την εκμεταλλεύτηκαν για καθαρά αντιπολιτευτικούς λόγους,
δίνοντας χώρο σε όλη την αντιδραστική «εθνικοφροσύνη», αν και οι ίδιοι
διαπραγματεύονταν επί χρόνια με τη γειτονική χώρα στην ίδια βάση. Κατά
δεύτερον, ο Καμμένος δεν θα αντέξει να παραμείνει στην κυβέρνηση από εκεί και
μετά (ήδη στελέχη του διαφοροποιούνται ανοιχτά στο Μακεδονικό από την επίσημη
θέση των ΑΝΕΛ). Το γεγονός αυτό σπρώχνει τον Τσίπρα, σε συνδυασμό όμως και με
τους γενικότερους πολιτικούς προσανατολισμούς του (υποκατάσταση του ΠΑΣΟΚ), να αναζητήσει συμμαχίες στον χώρο του
κέντρου.
Άλλο όμως είναι το πιο
σημαντικό εδώ. Η εκπαραθύρωση του υπουργού Εξωτερικών Κοτζιά μετά τη σύγκρουσή
του με τον Καμμένο, οι παλινωδίες όσον αφορά τα «12 μίλια», οι δεύτερες σκέψεις
όσον αφορά τη στροφή προς τις ΗΠΑ και τις συνέπειες για τις ελληνο-ρωσικές
σχέσεις κ.λπ. αναδεικνύουν το τεράστιο
κενό στρατηγικής του ελληνικού καπιταλισμού. Μπορεί η παρούσα κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να προβαίνει σε ορισμένες κινήσεις σταθεροποίησης της οικονομικής
και κοινωνικής κατάστασης, μπορεί να παίρνει ακόμα και ορισμένα μέτρα αστικού
εκσυγχρονισμού, ωστόσο από πίσω υπάρχει…
το χάος. Υπάρχει μια αστική τάξη άκρως τυχοδιωκτική, που τη μια θέλει τη
χώρα… Δανία του Νότου και την άλλη βαλκανική χώρα φτηνών μεροκάματων· που τη
μια μιλάει για «παραγωγική ανασυγκρότηση» και την άλλη βιάζεται να ξαναφτιάξει
τις παλιές «φούσκες»· που δεν ξέρει αν είναι με τους Ευρωπαίους, τους
Αμερικανούς, τους Κινέζους ή τους Ρώσους· που θέλει να αισθάνεται «περιφερειακή
δύναμη» αλλά ούτε είναι διατεθειμένη να αναλάβει ρίσκο ούτε έχει τον
οποιοδήποτε σχεδιασμό τι να κάνει π.χ. με τις απειλές του Ερντογάν.
Είτε μας αρέσει είτε όχι,
αυτό το στοιχείο θα επηρεάζει πάντα και την εσωτερική κατάσταση της χώρας. Ο
εργαζόμενος ελληνικός λαός πρέπει να ξέρει με ποια αστική τάξη έχει να κάνει. Πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι μόνο
ενισχύοντας στρατηγικά τη δύναμή του εις βάρος των τυχοδιωκτών κεφαλαιοκρατών,
θα δώσει ένα μέλλον και στον εαυτό του και σε αυτή τη χώρα με την ιστορική
έννοια.
3. Άλλες
εξελίξεις, όπως η σύλληψη Παπαντωνίου, τα σκάνδαλα Folli Follie, Παπαευαγγέλου (τέως
αντιπρόεδρος της Jumbo)-Εθνικής Τράπεζας, Φράγκου
(εφοπλίστρια)-Marfin, οι νέες αποκαλύψεις για το
σκάνδαλο ΚΕΕΛΠΝΟ κ.λπ. αναδεικνύουν, για μια ακόμα φορά, την αθλιότητα της εγχώριας οικονομικής και πολιτικής «ελίτ». Πολλοί
από αυτούς που στήριξαν τα γενοκτονικά μνημόνια και κουνούσαν επιτιμητικά το
δάχτυλο στους φτωχούς, αποδεικνύεται ότι… αυτό το δάχτυλο το είχαν βάλει πρώτα
στο… μέλι του δημόσιου ταμείου. Ενώ άλλοι «επιτυχημένοι», «άριστοι» κ.λπ.
αποδεικνύονται λαμόγια περιωπής, παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου,
ευρισκόμενοι στο στόχαστρο ακόμα και ξένων ελεγκτικών υπηρεσιών. Τα ζητήματα αυτά δεν πρέπει να υποτιμηθούν,
και δεν έχει καμιά σημασία αν την ατζέντα της «κάθαρσης» την προωθεί και η
κυβέρνηση για τους δικούς της λόγους. Όσο αυξάνεται η διεκδικητική διάθεση από
τη μεριά της εργατικής μας τάξης, τόσο περισσότερο η συνειδητή πρωτοπορία θα
πρέπει να θυμίζει ότι: αυτοί που μας επέβαλαν τα μνημόνια της φτωχοποίησης και
του ξεπουλήματος των πάντων δεν το έκαναν γιατί «δεν υπήρχε άλλη λύση», όπως
έλεγαν, αλλά για να κρατηθούν οι ίδιοι και τα αφεντικά τους, οι καπιταλιστές,
στον αφρό· για να αλυσοδέσουν την
εργαζόμενη πλειοψηφία και να κερδοσκοπήσουν ακόμα πιο ασύδοτα από τον εργασιακό
μεσαίωνα και την αρπαγή, «νόμιμη» ή παράνομη, του δημόσιου πλούτου.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από
την αφύπνιση της εργατικής τάξης και των σύμμαχων στρωμάτων της, την οργάνωση και την προετοιμασία για νέους
μεγάλους διεκδικητικούς αγώνες. Οι πρώτες μικρές νίκες σε αυτό το μέτωπο
είναι όρος για να τεθεί και πάλι επί τάπητος το ζήτημα της γενικότερης
αναμέτρησης με το μνημονιακό καθεστώς, το καθεστώς της χρεοκρατίας, της μόνιμης
εξάρτησης από τους «δανειστές» και από τα «υπερ-πλεονάσματα». Είναι επίσης όρος
για να κλείσουμε τον δρόμο στην παλινόρθωση των παλαιομνημονιακών δυνάμεων,
κύρια της νεοφιλελεύθερης ρεβανσιστικής δεξιάς.
Για να φτάσουμε σε μια ευνοϊκότερη κατάσταση για την
εργατική μας τάξη και τα άλλα καταπιεζόμενα στρώματα, η οργανωμένη πρωτοπορία
θα πρέπει να κινηθεί όχι μόνο αποφασιστικά αλλά και έξυπνα. Αυτό σημαίνει να
εκμεταλλευθεί πάση θυσία στην προπαγάνδα της, στη μαζική της δουλειά, το
διεθνές σκηνικό που διαμορφώνεται, και που είναι κόλαφος για όλο το μνημονιακό
σύστημα στην Ελλάδα. Η 7η οικονομική
δύναμη του κόσμου, η Ιταλία,
αρνείται να υποταχθεί στις ντιρεκτίβες λιτότητας των Βρυξελλών, ενώ η κύρια
εμπνευστής και εγγυήτρια των μνημονίων, η Γερμανία,
έχει μπλέξει σε βαθιά πολιτική κρίση και αδυνατεί εμφανώς να ηγηθεί της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με αυτά στο μυαλό τους, όλες οι πρωτοπόρες ταξικές
δυνάμεις θα πρέπει να εντείνουν την προετοιμασία και τη δραστηριότητά τους ώστε
και να αποφύγουμε τους κινδύνους αυτής της εύθραυστης συγκυρίας και, κυρίως, να
αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες για αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων που σίγουρα θα
παρουσιαστούν μπροστά μας.
8/11/2018
Η Συντακτική Επιτροπή