Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΜΕ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ


Κάθε επιτυχία σε αυτό το κρίσιμο μέτωπο θα αυξάνει τις διεκδικητικές διαθέσεις
του εργαζόμενου λαού μας
 
Να ξαναπιάσουμε το αγωνιστικό νήμα δίνοντας με αποφασιστικότητα, τόλμη
 και ενότητα την κρίσιμη μάχη των συλλογικών συμβάσεων
Στην επέκταση τεσσάρων συλλογικών συμβάσεων εργασίας προχώρησε πρόσφατα η κυβέρνηση, ύστερα από την αντίστοιχη εισήγηση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, μιας και η επεκτασιμότητα των συμβάσεων, η οποία είχε ανασταλεί στα μνημονιακά χρόνια, επανήλθε από τον Αύγουστο. Οι συμβάσεις αυτές αφορούν τους τομείς των τραπεζών, των ναυτιλιακών πρακτορείων και επιχειρήσεων, των γραφείων ταξιδίων και τουρισμού, καθώς και των πρακτορειακών επιχειρήσεων, πράγμα που σημαίνει ότι πλέον γίνονται υποχρεωτικές για όλους τους εργαζόμενους των αντίστοιχων κλάδων, ενώ επανέρχεται και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, η οποία απαγορεύει σε μια επιχειρησιακή σύμβαση να καθορίζει χειρότερους μισθούς από τη συλλογική σύμβαση του κλάδου.

Το γεγονός αυτό φέρνει επιτακτικά στο προσκήνιο το ιερό δικαίωμα της εργατικής μας τάξης να διαπραγματεύεται συλλογικά το μεροκάματό της, και βέβαια την αναγκαία πάλη για να το ξανακερδίσουμε. Το ότι η κυβέρνηση άνοιξε αυτή τη δυνατότητα δεν σημαίνει ότι αυτόματα θα υπογραφούν ή θα επεκταθούν συμβάσεις εργασίας. Άλλωστε, υπάρχουν διάφοροι περιορισμοί (αντιπροσωπευτικότητα εργοδοτών, το αν υφίστανται εργοδοτικές ενώσεις κ.λπ.), όπως και αντιδράσεις από ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής αστικής τάξης, το οποίο θα κάνει ό,τι μπορεί για να μην τις εφαρμόσει. Ήδη αστικά επιτελεία απαιτούν επιπλέον περιορισμούς (εξαίρεση των επιχειρήσεων που έχουν «προβλήματα», η επέκταση να μην είναι αυτόματη κ.λπ.), ενώ διάφορες μεγάλες επιχειρήσεις θα επιμείνουν στις επιχειρησιακές. Μάλιστα, ο πρόεδρος του ΣΕΒ δήλωσε ότι η επέκταση των συμβάσεων ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την κρίση (!), εκφράζοντας έτσι με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την πλήρη αντίθεση του ΣΕΒ στις συλλογικές συμβάσεις.
Η κίνηση αυτή της κυβέρνησης δεν είναι τυχαία. Εκτός από το φιλεργατικό πρόσωπο που θέλει να δείξει (ενόψει και εκλογών), εναρμονίζεται με μερίδες της εγχώριας αστικής τάξης που αλλάζουν στάση, βλέποντας ότι η εργασιακή ζούγκλα που επικρατεί δεν οδηγεί στην τόνωση της εσωτερικής ζήτησης, ενισχύει τα πιο τυχοδιωκτικά κεφάλαια, ωθεί σε έναν ανεξέλεγκτο ανταγωνισμό κ.λπ. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι διάφορα επιμελητήρια (π.χ. Μίχαλος-ΕΒΕΑ) κρίνουν θετική την επεκτασιμότητα των συμβάσεων. Η κίνηση αυτή έχει βέβαια σχέση και με τις αλλαγές στην παγκόσμια κατάσταση (άνοδος του προστατευτισμού, διαφορετικό πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη κ.λπ.).
Πέραν όμως όλων αυτών, το μεγάλο ζητούμενο είναι τι κάνουμε εμείς οι εργαζόμενοι. Χωρίς αγωνιστική εγρήγορση και οργανωμένη πίεση δεν θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε προς όφελός μας αυτή τη δυνατότητα. Πρέπει τώρα να συσπειρωθούμε στα σωματεία μας, να τα αναζωογονήσουμε και να κινητοποιηθούμε διεκδικώντας την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας με ουσιαστικές αυξήσεις. Χρειαζόμαστε τόλμη και ενότητα, αποτελεσματικούς και καλά προετοιμασμένους αγώνες για να μπορέσουμε να επιβάλουμε ικανοποιητικές συλλογικές συμβάσεις και όρους εργασίας.
Σε κλάδους (π.χ. του τομέα των υπηρεσιών) όπου δεν υπάρχουν εργοδοτικές ενώσεις, θα πρέπει να προετοιμάσουμε απεργιακές κινητοποιήσεις στις πιο μεγάλες επιχειρήσεις, ώστε, αν κερδίσουμε, να υποχρεωθούν οι εργοδότες να συνεννοηθούν μεταξύ τους, αφού όσοι υπογράψουν κάποια αύξηση θα έχουν λόγο να πιέσουν και τους ανταγωνιστές τους να δώσουν τις ίδιες αυξήσεις. Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί και η συνδικαλιστική πολυδιάσπαση της τάξης μας. Βάζοντας πάνω απ’ όλα το συμφέρον της τάξης μας, να προχωρήσουμε σε ενοποίηση σωματείων ώστε να αυξήσουμε τη διεκδικητική μας δύναμη.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να παλέψουμε να καταργηθούν όλα τα βάρβαρα μνημονιακά –και παλαιότερα– αντεργατικά μέτρα. Να απαιτήσουμε την κατάργηση των ατομικών συμβάσεων, των εργολαβικών εταιρειών και του καθεστώτος των ενοικιαζόμενων εργατών, την κατάργηση του εκτρώματος του «υποκατώτατου μισθού», να απαιτήσουμε γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού και τον καθορισμό του από την ενιαία γενική συλλογική σύμβαση εργασίας και όχι από το κράτος. Οι συνθήκες είναι τώρα πιο ευνοϊκές, γι’ αυτό και πρέπει να τις εκμεταλλευθούμε.

Μ. Σάκος