Μια βιώσιμη ισορροπία στο περιβάλλον, τους διατροφικούς
πόρους και την υγεία μας απαιτεί πρώτ’ απ’ όλα βαθιές κοινωνικές αλλαγές
Το ζήτημα της
διατροφής δείχνει ξεκάθαρα τις ανισότητες και τα αδιέξοδα του σημερινού κοινωνικού
συστήματος. Από τη μια υπάρχουν χώρες που λιμοκτονούν, κυρίως του Τρίτου Κόσμου,
που ενώ τα εδάφη τους έχουν τη δυνατότητα να θρέψουν τον πληθυσμό τους, δεν μπορούν,
εξαιτίας της υπερεκμετάλλευσης από τις λεγόμενες «πολιτισμένες χώρες», ενώ στις
χώρες του Δυτικού κόσμου υπάρχει υπερπροσφορά τροφής, συνήθως πολύ κακής
ποιότητας, βιομηχανοποιημένης, ελλιπούς σε θρεπτικές ουσίες και συστατικά,
επιβαρυμένης με αρκετά χημικά και φάρμακα και πολλές φορές επικίνδυνης για την
υγεία.
Το διατροφικό ζήτημα δεν είναι κατά κύριο λόγο θέμα προσωπικής
επιλογής και γούστου, αλλά ένα ζήτημα βαθιά ταξικό. Έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε που οι άνθρωποι, εξαιτίας των
δυσμενών συνθηκών επιβίωσης σε ένα αφιλόξενο και σκληρό για αυτούς περιβάλλον,
αναγκάστηκαν να στραφούν στην κρεατοφαγία, προκείμενου να επιβιώσουν, αρχικά
κυνηγώντας και κατόπιν εξημερώνοντας ζώα. Από εκείνη τη μακρινή εποχή έως τη
δική μας εποχή, της αλόγιστης υπερκατανάλωσης κρέατος, χαμηλού κόστους, κακής
ποιότητας και παραγόμενου συνήθως σε απαράδεκτες συνθήκες (ζώα στοιβαγμένα σε
μικρούς χώρους, χωρίς επαφή με καθαρό αέρα και ήλιο και με χορήγηση πολλών
αντιβιοτικών, ορμονών και άλλων χημικών ουσιών), η κοινωνία έχει περάσει πολλά στάδια
οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Ο Τολστόι συνήθιζε να λέει «όταν
σταματήσει να κυλάει το αίμα στα σφαγεία, θα σταματήσει να ρέει και το αίμα στα
πεδία των μαχών», εννοώντας ότι η βαρβαρότητα απέναντι στα ζώα και η
βαρβαρότητα μεταξύ των ανθρώπων έχουν τις ίδιες αιτίες, που είναι κοινωνικές. Πέρα
από αυτό, η αλήθεια είναι ότι στις μέρες μας, η υπερκατανάλωση κρέατος, λόγω
της κακής ποιότητάς του, σίγουρα επιβαρύνει και την υγεία και κυρίως το
καρδιαγγειακό και κυκλοφορικό σύστημα.
Να βγάλουμε το κρέας
από την διατροφή (όπως υποστηρίζουν οι οπαδοί του χορτοφαγικού κινήματος) δεν είναι και τόσο απλή υπόθεση και έχει
σχέση με μια σειρά οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα. Απαιτεί μια εντελώς
διαφορετική οργάνωση της παραγωγής και της διάθεσης της τροφής. Η τροφή να
μην αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης και κερδοσκοπίας, οι φυσικοί πόροι να
μην αποτελούν αντικείμενο ιδιοκτησίας και ελέγχου από ελάχιστες πολυεθνικές.
Όλη η διαδικασία παραγωγής και διάθεσης της τροφής να είναι προς όφελος του πληθυσμού,
με εξασφαλισμένη την επάρκεια, την ασφαλή επιβίωση και την καλή ποιότητα
υγείας.
Για να συμβιώσει αρμονικά ο άνθρωπος με τη φύση και ό,τι
αυτή περιλαμβάνει, φυτά, ζώα κ.λπ., απαραίτητη προϋπόθεση είναι να συμβιώνει
αρμονικά και με τους άλλους ανθρώπους. Ο άνθρωπος δεν θα είναι πια κατακτητής της φύσης, που θα λεηλατεί
αλόγιστα τους φυσικούς πόρους με μόνο σκοπό τον προσωπικό πλουτισμό.
Το ζήτημα της
διατροφής, επίσης, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με διαχωρισμό των ανθρώπων και
ελιτισμό, όπως συχνά κάνουν άνθρωποι που το αντιλαμβάνονται ως ζήτημα ατομικής
στάσης. Ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε αυτή την κοινωνία αντικειμενικά είναι σε
τάξεις – η εκμεταλλεύτρια αστική τάξη και η εργατική τάξη που υφίσταται την εκμετάλλευση.
Όταν απελευθερωθεί η εργατική τάξη και
πάψει ο άνθρωπος να είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης, τότε θα σταματήσει και η εκμετάλλευση
και η βαρβαρότητα πάνω στα ζώα.
Χρειάζεται να είμαστε συνειδητοί και στο ζήτημα της
διατροφής, να αποφεύγουμε τις παγίδες του καταναλωτισμού, των διαφημίσεων, να
αποφεύγουμε τις βιομηχανοποιημένες και συσκευασμένες τροφές που δημιουργούν
πολλά προβλήματα στην υγεία, να επιλέγουμε όσο μπορούμε φυσικές καθαρές τροφές
του τόπου μας και κυρίως να εντάξουμε στην καθημερινότητά μας όχι μόνο συνήθειες
υγιεινής διατροφής, αλλά και τη συνήθεια του αγώνα για ένα καλύτερο κόσμο χωρίς
εκμετάλλευση και βαρβαρότητα απέναντι στον άνθρωπο, τα ζώα και όλο το φυσικό περιβάλλον.
Μαρία Καράβολα