Σάββατο 3 Αυγούστου 2024

Απαγορεύονται ακόμα και τα κηδειόχαρτα

 

Ο πόλεμος κατά της αφίσας παίρνει μπάλα
και το δικαίωμα των ανθρώπων να πληροφορηθούν
τον θάνατο ενός γείτονά τους
Μια βόλτα στον μεγαλύτερο σε έκταση δήμο της Εύβοιας, δηλαδή, στον δήμο Κύμης-Αλιβερίου, με έβαλε σε σκέψεις. Υπάρχει μια απουσία οιασδήποτε αφίσας στον δήμο αυτό. Και το πλέον εξωφρενικό είναι η απουσία κηδειόχαρτων εντός της πόλης της Κύμης. Όπως έμαθα δε, δεν επιτρέπεται παρά μόνο στους ναούς και στην εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Οι απολογητές των μέτρων αυτών, που σμπαραλιάζουν τα ήθη των ανθρώπων, επικαλούνται τις καρφίτσες και τα σελοτέιπ στις κολόνες. Και ευθέως σε ρωτούν: «Μα δεν είναι ωραία χωρίς αφισορύπανση;». Δεν είναι ωραία χωρίς αφίσες κομμάτων, οργανώσεων στην πόλη και τα χωριά; Θα μπορούσαμε «προβοκατόρικα» να ανταπαντήσουμε με ένα και μόνο επιχείρημα και να σταματήσουμε τη συζήτηση: «Είναι τόσο ωραία όσο το να μη βλέπουμε και να μη μαθαίνουμε τίποτα εκτός της τηλεόρασης και των κυρίαρχων μέσων στο ίντερνετ… Αυτή είναι η δημοκρατία σας, κύριοι;».

Αλλά ας επικεντρωθούμε στο ζήτημα των κηδειόχαρτων και της ενημέρωσης για τα μνημόσυνα.

Οι εταιρείες τελετών έβαζαν κηδειόχαρτα και δεν τα έβγαζαν ποτέ. Το ένα πάνω στο άλλο. Με πάχος μεγάλο. Σκίζονταν, έπεφταν κάτω, τα έπαιρνε ο αγέρας. Το θέαμα ήταν άσχημο. Όμως η λύση είναι απλή. Υποχρεώνεις την εταιρεία τελετών να μαζεύει τα χαρτιά. Πώς; Τους το λες. Αν δεν το κάνουν, αρχίζεις ελέγχους υγειονομικής μορφής. Στο τέλος θα αναγκαστούν άμα τη λήξει της τελετής να τα μαζέψουν.

Απαγορεύοντας τα κηδειόχαρτα εκτός των ναών, τίθενται τα εξής ερωτήματα: Και όσοι δεν πάνε στις εκκλησίες; Και όσοι δεν μπορούν να πάνε για λόγους υγείας ή άλλους; Απαντούν ότι η καμπάνα κτυπά κ.λπ. Ας αφήσουμε τα τερτίπια όμως γύρω από όλα αυτά. Άθελά τους ή ηθελημένα, και μέσα σε ένα κλίμα βάρβαρο, διαλύουν κάτι που ήταν κατοχυρωμένο χρόνια και δημιουργούσε μια διαδικασία ενημέρωσης εμπρός στον θάνατο και το μνημόσυνο.

Οι δημοτικοί άρχοντες επιβάλλουν την κατάργηση κάθε συνοχής του πληθυσμού. Κάθε αναφορά στον θάνατο παίρνει μορφή απαγόρευσης. Πρέπει να είμαστε χαρούμενοι για να ψωνίζουμε. Πρέπει να είμαστε χαρούμενοι για να σκεπτόμαστε θετικά. Ας κλάψει τον νεκρό ο κοντινός συγγενής. Αυτός, οι υπάλληλοι τελετών και οι της εκκλησίας. Τι τον θες τον κόσμο...

Αν βέβαια είναι κανένας «σπουδαίος», αυτό θα μαθευτεί θες δεν θες. Για τον κυρ-Γιώργο τον οικοδόμο που πέθανε, ποιος νοιάζεται; Μια φορά είδε δημόσια το όνομά του ο κυρ-Γιώργος, στον γάμο του. Τι θέλει τώρα να το μάθουν οι φίλοι του... Μετά από δυο βδομάδες, θα το μάθουν ίσως...

Η κυβέρνηση νομοθέτησε για να καταστρέψει κάθε φωνή σωματείου, οργάνωσης, μικρού κόμματος, να μην μπορεί να πει τις απόψεις του. Πήρε όμως η μπάλα και τους φτωχούς ανώνυμους ανθρώπους... Όλα τελικά είναι βαθιά πολιτικά και ταξικά.

 

Αριστείδης Λάμπρου