Οι εκλογές στις ΗΠΑ ανέδειξαν, με ισχυρή πλειοψηφία, νικητές τον Ντόναλντ Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του. Η παγκόσμια κοινή γνώμη ασχολήθηκε ιδιαίτερα με αυτές τις εκλογές, γιατί αυτή τη φορά οι πολιτικοί αντίπαλοι παρουσίαζαν μια διαφορετική ατζέντα διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος. Από την μια πλευρά οι «παγκοσμιοποιητές» και από την άλλη οι υποστηρικτές του εθνικούς προστατευτισμού.
Η αποτυχία της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης» έφερε πολιτικές τάσεις προστατευτισμού από πολλές κυβερνήσεις. Ο Τραμπ εκπροσωπεί αυτές τις τάσεις, δείχνοντας στον αμερικανικό λαό πως έχει τη βούληση να συγκρουστεί με το σημερινό σύστημα της «παγκοσμιοποίησης» και έτσι κέρδισε πολλές διαφορετικές κοινωνικές ομάδες του αμερικανικού λαού, από τη «λευκή» εργατική τάξη και ένα μεγάλο ποσοστό των μεταναστών έως τα μικροαστικά στρώματα και μέρος της αστικής τάξης.
Η επικράτηση του Τραμπ στηρίχτηκε κυρίως στην κρίση του κόστους ζωής που διέρχονται τώρα οι ΗΠΑ, στη «μεγάλη ακρίβεια στο παντοπωλείο», όπως αναφέρεται, αλλά και στη στέγη. Με υποσχέσεις όπως «φαΐ στο τραπέζι» και ανάπτυξη της ντόπιας βιομηχανίας για να χτυπηθεί η ανεργία, κυρίως των Λατίνων, κέρδισε τη λαϊκή ψήφο και συνολικά ένα μεγάλο ποσοστό των μεταναστών. Σημαντικό επίσης για τους Αμερικανούς ήταννα μπει ένα φρένο στον διαρκή εξοπλισμό της Ουκρανίας από τη χώρα τους, και η λήξη αυτού του πολέμου είναι μια ακόμη υπόσχεση του Τραμπ.
Στη νέα κυβέρνηση οι επιχειρηματίες θα βγουν στο προσκήνιο, για την ανάπτυξη της βιομηχανίας, με τον Τραμπ να υπόσχεται υψηλούς δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα, κυρίως στα κινεζικά, αλλά και στα ευρωπαϊκά. Μάλιστα, υποσχέθηκε να τοποθετήσει σε μια «επιτροπή επιτήρησης» για την καλή λειτουργία του κρατικού μηχανισμού επικεφαλής τον Έλον Μασκ.
Η προεκλογική εκστρατεία των Δημοκρατικών με την Κάμαλα Χάρις στηρίχτηκε κυρίως στον δικαιωματισμό, τη λεγόμενη «γουόκ ατζέντα», τις αμβλώσεις και την «πράσινη ανάπτυξη». Εκ του αποτελέσματος, μόνο ένα 14% βάσει δημοσκοπήσεων εκφράστηκε γύρω από αυτά τα ζητήματα.
Αυτή η εκλογή Τραμπ θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στην Ευρώπη. Ήδη επιτάχυνε την κατάρρευση της γερμανικής κυβέρνησης. Η Ευρώπη, ακολουθώντας τυφλά, και μάλιστα σε βάρος της, την πολιτική των Δημοκρατικών στο Ουκρανικό και τη Μέση Ανατολή, διέλυσε τις σχέσεις της με τη Ρωσία, χάνοντας τη φτηνή ενέργεια, ξόδεψε δισεκατομμύρια ευρώ σε ένα βαρέλι δίχως πάτο ενισχύοντας το καθεστώς της Ουκρανίας, και έκανε εχθρούς στον αραβικό κόσμο στηρίζοντας το Ισραήλ παρά τις δολοφονίες αμάχων.
Ο Τραμπ στην προηγούμενη θητεία του είχε ζητήσει από τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ η άμυνα της Ευρώπης να χρηματοδοτείται από την Ευρώπη, κάτι που θα βάλει σε εφαρμογή άμεσα με την επανεκλογή του. Αυτό σημαίνει πως η Ευρώπη θα υπερδιπλασιάσει τις αμυντικές της δαπάνες, και έχοντας διαλύσει τη βιομηχανία της στον βωμό της «πράσινης ανάπτυξης», θα αναγκαστεί να αγοράσει τα πανάκριβα αμερικανικά οπλικά συστήματα. Ο Ντράγκι πρότεινε να λυθεί το πρόβλημα με ευρω-ομόλογα, αλλά δεν δέχθηκαν η Γερμανία και η Γαλλία.
Ακόμη, με τους δασμούς που θα επιβάλει ο Τραμπ στα εισαγόμενα προϊόντα, εκτός από την Κίνα θα χτυπήσει και την Ευρώπη, κυρίως την αυτοκινητοβιομηχανία, που ήδη έχει τεράστια προβλήματα, με κλείσιμο εργοστασίων (βλ. Volkswagen).
O Τραμπ, έχοντας να διαχειριστεί τον οικονομικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, θα προσπαθήσει να πάρει με το μέρος του τη Ρωσία (με σκοπό να αναπτύξει επιχειρηματικές δραστηριότητες μαζί της) και να κλείσει όσα το δυνατόν περισσότερα πολεμικά μέτωπα, για να εστιάσει στην περιοχή του Ειρηνικού και τις θάλασσες της Κίνας.
Σχεδόν σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη οι δύο διαφορετικές τάσεις διαχείρισης του συστήματος («παγκοσμιοποιητές» και οπαδοί του προστατευτισμού) έχουν ήδη εκφραστεί μέσα στα κοινοβούλιά τους και σύντομα τα των ΗΠΑ θα τα δούμε και στην Ευρώπη.
Σε αυτήν την οικονομική κρίση που εισερχόμαστε, και με μια αστική τάξη σε διάσπαση σε παγκόσμιο επίπεδο,είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την εργατική τάξη να οργανωθεί και να διεκδικήσει τα δικαιώματά της. Ήδη οι ειδήσεις από διάφορα σημεία της Γης έρχονται ενθαρρυντικές, όπως για τους Αμερικανούς λιμενεργάτες, που κέρδισαν 62% αυξήσεις στις αρχές του Οκτώβρη.
Χρήστος Χατζής