Πολλά ελληνικά
νησιά έχουν ξεπεράσει ήδη τις «αντοχές» τους σε αριθμό
τουριστών, με αποτέλεσμα
να απειλούνται με μη αναστρέψιμη
περιβαλλοντική –και όχι μόνο– υποβάθμιση
|
Τα
στοιχεία που κατά καιρούς ανακοινώνονται για τον τουρισμό είναι ενδεικτικά για
την ξέφρενη ανοδική πορεία του, ιδίως την τελευταία δεκαετία, όχι μόνο στη χώρα
μας αλλά και παγκόσμια. Το 2018 ο αριθμός των διεθνών επισκεπτών στη Γαλλία
ήταν γύρω στα 90 εκατομμύρια, στην Ισπανία 82,8 εκατομμύρια, στην Ιταλία κάπου
στα 62 εκατομμύρια. 140 εκατομμύρια Κινέζοι ταξίδεψαν ως τουρίστες! Την Ελλάδα το
2018 επισκέφτηκαν γύρω στα 32 εκατομμύρια τουρίστες. Τι κρύβεται όμως πίσω από
τα νούμερα αυτά, και γιατί πολλές
ευρωπαϊκές χώρες έχουν αρχίσει να αντιστέκονται στα κελεύσματα του τουρισμού; Μετά
τις διαμαρτυρίες των κατοίκων στη Βαρκελώνη, τη Βενετία και τη Μαγιόρκα, που
στενάζουν από τον υπερπληθυσμό των τουριστών, και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις
(Άμστερνταμ, Μπριζ), που βλέπουν να αυξάνεται όλο και περισσότερο ο αριθμός των
τουριστών, παίρνουν μέτρα σταθεροποίησης
της τουριστικής τους «ανάπτυξης», με τη μη προσέλκυση περισσοτέρων επισκεπτών.
Το
σαρωτικό πέρασμα του υπερ-τουρισμού έχει αφήσει ανεπιστρεπτί τα σημάδια του σε
πολλούς τουριστικούς προορισμούς! Η
κερδοσκοπία των «επενδυτών» προκάλεσε τεράστια οικιστικά προβλήματα, με την
ανεξέλεγκτη αγορά ακινήτων, τη μετατροπή εργατικών-λαϊκών οικισμών σε
τουριστικούς και την απομάκρυνση των οικονομικά μειονεκτούντων, διαλύοντας έτσι
κάθε κοινωνικό ιστό.
Είναι
σχεδόν ανέφικτο να εξισορροπήσεις τις ανάγκες των ντόπιων με τις απαιτήσεις
τόσων τουριστών. Πολλά κέντρα τουριστικών πόλεων και νησιών μένουν χωρίς
ντόπιους! Και όταν οι ντόπιοι φεύγουν,
εξαφανίζεται και το βασικότερο κομμάτι της γοητείας ενός τόπου.
Εξαφανίζονται πολλές χρήσιμες δραστηριότητες για τους ντόπιους, για να γίνουν
μπαρ, εστιατόρια και τουριστικά μαγαζιά. Η «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού
απαξίωσε την πρωτογενή παραγωγή και εξαφάνισε παραδοσιακά επαγγέλματα
(αγγειοπλαστική, κτηνοτροφία, μελισσοκομία). Η μεταποίηση είναι σχεδόν
ανύπαρκτη. Η άναρχη και ανεξέλεγκτη
δόμηση, η καταπάτηση βιοτόπων, αιγιαλών και δημόσιων εκτάσεων, η ρύπανση της
θάλασσας και των υπόγειων υδάτων είναι μερικά μόνο από τα προβλήματα της
τουριστικής υπερ-ανάπτυξης. Η ανεπάρκεια
νερού, η απαράδεκτη διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων, ο συνωστισμός, η
συμφόρηση στους δρόμους σε πολλά τουριστικά νησιά μας μας δείχνουν ότι γίνεται
υπέρβαση της δυνατότητας του κάθε νησιού.
Από
την άλλη, είναι ένας κλάδος, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, που δίνει τη
δυνατότητα για είσοδο των νέων στην εργασία, ή καλύτερα στην εργασιακή ζούγκλα.
Βάσει στοιχείων του ΣΕΤΕ (Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων), από το
2012 έως το 2015 η απασχόληση στον τουρισμό αυξήθηκε από 20% έως 59%. Και ενώ το
τουριστικό κεφάλαιο από το 2015 ως το 2018 αύξησε τα κέρδη του κατά 51,6%, η πλειοψηφία
των εργαζομένων εργάζεται με ελαστικές μορφές εργασίας. «Ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες» ιδρύονται με μετοχικό κεφάλαιο 1
ευρώ, και αναλαμβάνουν να παρέχουν εργαζόμενους στον τουρισμό με «συμβάσεις μη
γνήσιας ετοιμότητας προς εργασία» ή «συμβάσεις διαλείπουσας εργασίας». Έσο
έτοιμος δηλαδή οποιαδήποτε στιγμή σου ζητηθεί να πας να δουλέψεις, όσο, όποτε
και όπως! Χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με
10ωρα και 12ωρα ημερησίως, πολύ συχνά χωρίς κανένα ρεπό, με απλήρωτες υπερωρίες
και απαράδεκτους χώρους διαβίωσης. Πρακτικάριοι δημόσιων και ιδιωτικών ΙΕΚ
εργάζονται με άθλιους όρους, εξασφαλίζοντας πάμφθηνο εργατικό δυναμικό για τους
επιχειρηματίες του τουρισμού. Παράλληλα, «απελευθερώνεται» το ωράριο πολλών
καταστημάτων, ενώ άλλα, όπως τα σούπερ μάρκετ, κατάργησαν τελείως την Κυριακή
το καλοκαίρι. Σε πολλά νησιά, για να προλάβουν την ανεξέλεγκτη δόμηση, τα
συνεργεία δουλεύουν επί 24ωρου βάσεως, ρίχνουν μπετά τα μεσάνυχτα, χωρίς κανένα
μέτρο προστασίας.
Η ανεξέλεγκτη
τουριστική ανάπτυξη εν τέλει υπονομεύει τη βιωσιμότητα του ίδιου του
τουριστικού «προϊόντος». Και αυτό αποτρέπεται μόνο με ένα μοντέλο τουρισμού που
θα σέβεται κατ’ αρχάς τους ντόπιους και τους εργαζόμενους (εργασιακά,
μισθολογικά, συνθήκες διαβίωσης). Θα προβάλλει την ιδιαίτερη ταυτότητα κάθε
τόπου. Θα σέβεται το περιβάλλον και το ίδιο το τουριστικό προϊόν. Με ισόμερη
ανάπτυξη του τουρισμού και σε άλλες περιοχές της χώρας, σεβόμενοι τις «αντοχές»
και τις δυνατότητες του κάθε τόπου. Στηρίζοντας την ντόπια παραγωγή προϊόντων
και εξασφαλίζοντας ότι ο τουρισμός και οι διακοπές είναι αδιαπραγμάτευτο
δικαίωμα κάθε εργαζόμενου!
Όλγα Στεφανίδου