Τελικά, εμφανίστηκαν «επενδυτές» για τη ΛΑΡΚΟ, αλλά οι θέσεις εργασίας και οι προοπτικές της εταιρείας συνεχίζουν να βρίσκονται υπό απειλή... |
Τα
σωματεία των εργαζομένων εξέδωσαν ανακοίνωση στην οποία απευθύνονται στην
κυβέρνηση. Λένε ότι δεν είναι δυνατόν να
κλείνει μια βιομηχανία που το προϊόν της (σιδηρονικέλιο) πωλείται 18.200
δολάρια ο τόνος διεθνώς. Εκεί βρίσκεται και η αιτία του ξαφνικού
ενδιαφέροντος των επενδυτών. Το νικέλιο και το κοβάλτιο χρησιμοποιούνται στις
μπαταρίες και κατ’ επέκταση στην ηλεκτροκίνηση, το καινούργιο πεδίο δράσης του
διεθνούς κεφαλαίου. Γι’ αυτό και έχουν αποκτήσει τόση ζήτηση.
Οι καπιταλιστές
είχαν από την αρχή στο μάτι τα ορυχεία γιατί δίνουν άμεση προοπτική κέρδους. Το
μετάλλευμα όμως για να πουληθεί θέλει επεξεργασία. Έτσι στην ιστορία
εμπλέκονται αναγκαστικά και τα εργοστάσια. Το βασικό εργοστάσιο στη Λάρυμνα
θέλει 300 εκατομμύρια ευρώ για να ανασυγκροτηθεί τεχνολογικά με τη μέθοδο της
πυρο-μεταλλουργίας και 700 εκατομμύρια ευρώ με τη μέθοδο της υδρο-μεταλλουργίας,
που είναι και η πλέον σύγχρονη και αποδοτική.
Είναι
διατεθειμένοι οι «επενδυτές» να συνεισφέρουν σε μια τέτοια προοπτική; Όλο το
παρελθόν της αστικής τάξης και των κυβερνήσεών της δείχνει πως όχι. Στέλεχος
υποψήφιας εταιρείας είναι πρώην διοικητικό στέλεχος της ΛΑΡΚΟ, απ’ αυτούς
δηλαδή που ευθύνονται για την εγκατάλειψή της. Οι καπιταλιστές, με τον νόμο της κυβέρνησης, έχουν δέσει χειροπόδαρα
τους εργάτες, αφού ο αγοραστής δεν είναι υποχρεωμένος να προσλάβει κανέναν
απ’ τους παλιούς εργαζόμενους που θα απολυθούν. Οι εργασιακές σχέσεις θα είναι
στην απόλυτη δικαιοδοσία του.
Δεν μπορούμε να
έχουμε καμιά εμπιστοσύνη στις προθέσεις των εν λόγω «επενδυτών». Οι εργάτες δεν
μπορούν να αφήσουν την τύχη τους στα χέρια αυτών και της κυβέρνησής τους.
Χρειάζεται οργανωμένη παρέμβαση στη διαδικασία, στην κατεύθυνση της συνέχισης
της λειτουργίας της ΛΑΡΚΟ και του εκσυγχρονισμού της, υπό δημόσιο και εργατικό
έλεγχο. Μόνο έτσι μπορούν να σωθούν και η βιομηχανία και οι ζωές των
εργαζομένων της.
Σ. Κρόκος