Η Ε.Ε. θα χτυπηθεί σίγουρα από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, τον οποίο θα συνεχίσει και η νέα κυβέρνηση Μπάιντεν |
Η συμφωνία
καταργεί τα εμπόδια στις ξένες επενδύσεις στην Κίνα για ορισμένους
επιχειρηματικούς τομείς της Ε.Ε., όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, οι τηλεπικοινωνίες,
οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι υπηρεσίες υπολογιστικής νέφους (cloud), οι
χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και η υγεία. Είναι
μια συμφωνία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της γερμανικής
αυτοκινητοβιομηχανίας, δηλαδή, ολόκληρου σχεδόν του εξαγωγικού τομέα της
Γερμανίας. Από την πλευρά της, η Κίνα, η οποία είναι σε εμπορικό πόλεμο με
τις ΗΠΑ, επιτυγχάνει μια μεγάλη συμφωνία με τη δεύτερη σημαντικότερη οικονομική
δύναμη της Δύσης. Να υπενθυμίσουμε, επίσης, ότι τον Νοέμβριο υπεγράφη από Κίνα,
Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και 10 μέλη της Ένωσης Εθνών της
Νοτιοανατολικής Ασίας, η μεγαλύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο, η RCEP, με
στόχο «την αντιμετώπιση του προστατευτισμού, την ενίσχυση των επενδύσεων και
την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων» στην περιοχή. Παράλληλα, η Κίνα έχει βρει έναν πολύ καλό στρατηγικό
εταίρο, την Τουρκία, με την οποία έχει υπογράψει πολλές διμερείς συμφωνίες,
ενώ σκοπεύει να επενδύσει φέτος 6 δις δολάρια στην Τουρκία.
Στις ΗΠΑ
μπορεί να αλλάζουν πρόεδρο, όμως η
πολιτική τους απέναντι στην Κίνα είναι ξεκάθαρη και αντικατοπτρίζεται στη
δημόσια δέσμευση του Μπάιντεν ότι θέλει να δημιουργήσει μια «συμμαχία» με την
Ευρώπη απέναντι στην Κίνα. Οι ΗΠΑ δεν έχουν άλλη επιλογή από το να απαντήσουν
με όλα τα μέσα στην Κίνα, η οποία επιδιώκει να γίνει η πρώτη οικονομική δύναμη
στον κόσμο μέχρι το 2028. Για να αποδυναμωθεί η Κίνα, όμως, θα πρέπει να
χτυπηθεί η ειδική οικονομική σχέση της με τη Γερμανία και γενικά η πρόσβασή της
στις ευρωπαϊκές αγορές. Αυτό θα φέρει μεγάλες συγκρούσεις και μέσα στην ίδια
την Ε.Ε. Ήδη η Πολωνία, που θεωρείται ένα φιλο-αμερικανικό προπύργιο στην
Ευρώπη, έχει εκφράσει ανησυχίες για τη συμφωνία CAI, λέγοντας ότι αυτή θα θέσει σε
κίνδυνο τις προσπάθειες της Ε.Ε. να συνεργαστεί με τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν
για να αντιμετωπίσει την Κίνα.
Γιάννης Τριανταφύλλου