Ο νέος πτωχευτικός κώδικας ανοίγει τον δρόμο για να γίνουμε νοικάρηδες στα σπίτια μας
Με
τερατώδη αναλγησία, κυβέρνηση και τράπεζες κηρύσσουν γενική επίθεση κατά της
λαϊκής περιουσίας. Γι’ αυτές, η κρίση του κορωνοϊού και η συνεπαγόμενη μείωση
εισοδημάτων και ανεργία όχι μόνο δεν αποτελούν λόγο να κάνουν πίσω, αλλά, αντίθετα,
είναι χρυσή ευκαιρία για να κάμψουν και τις τελευταίες αντιστάσεις.
Με τον λαό μουδιασμένο λόγω της επιδημίας, αφενός μεν οι τράπεζες επισπεύδουν μαζικά νέους πλειστηριασμούς, αφετέρου η κυβέρνηση φέρνει εξοντωτικά νομοθετήματα, για να δώσει τη χαριστική βολή στους μικρομεσαίους οφειλέτες.
Πρώτον,
με τελείως αντισυνταγματικό τρόπο, έρχεται
νόμος που παρεμβαίνει στις εκκρεμείς υποθέσεις του νόμου Κατσέλη που ακόμη δεν
έχουν δικαστεί, θέτοντας τόσο
επαχθείς διαδικαστικές υποχρεώσεις στους δανειολήπτες, που τους πετάει έξω από
την προστασία του νόμου προτού καν δικαστεί η υπόθεσή τους. Ενδεικτικά,
τους υποχρεώνει να υποβληθούν σε μεγάλες δαπάνες για ορισμό συντομότερης
δικασίμου και να υποβάλουν σωρεία στοιχείων και εγγράφων, συχνά δυσεύρετων, μέσα
σε ασφυκτικές προθεσμίες, με ποινή, αν δεν το πράξουν, να χάσουν για πάντα το
δικαίωμα εκδίκασης της υπόθεσης και να τεθούν πλήρως εκτός της προστασίας του
νόμου.
Δεύτερον,
με τον νέο υπό διαβούλευση «πτωχευτικό
κώδικα» (ο οποίος πλέον δεν θα αφορά μόνο εμπόρους αλλά και ιδιώτες), που
από τα εξαγορασμένα ΜΜΕ εμφανίζεται ως «δώρο», στην πραγματικότητα προωθείται το καλύτερο σενάριο για τις τράπεζες: ο
δανειολήπτης θα μπορεί να κηρύσσεται σε πτώχευση όχι μόνο με δική του αίτηση
αλλά και με αίτηση της τράπεζας. Αυτόματα,
το εισόδημά του πέρα από τα στοιχειώδη για την επιβίωση θα μπορεί να δεσμεύεται για την πληρωμή των
χρεών του. Όλη του η περιουσία –και η κύρια κατοικία– θα βγαίνει στο σφυρί
για την πληρωμή των χρεών του. Στους λεγόμενους «ευάλωτους οφειλέτες» (τους πιο
φτωχούς) που κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους, θα δίνεται η δυνατότητα να
ζητήσουν να αγοραστεί η κύρια κατοικία τους από τον «Φορέα Απόκτησης και
Επαναμίσθωσης» (θα πρόκειται για ιδιωτική εταιρεία, που το δημόσιο, μετά από
διαγωνισμό, θα της παραχωρήσει αυτόν τον ρόλο), ο οποίος θα νοικιάζει το σπίτι στον πρώην ιδιοκτήτη του για δώδεκα
χρόνια. Αν ο πρώην ιδιοκτήτης δεν
μπορέσει να πληρώσει τρία νοίκια, θα πετιέται έξω και θα χάνει κάθε δικαίωμα.
Αν είναι συνεπής καθ’ όλη τη δωδεκαετία, μετά θα έχει δικαίωμα να ξαναγοράσει
το σπίτι του στην τότε εμπορική αξία του. Με τον τρόπο αυτό, χωρίς έξοδα και
χρονοβόρες διαδικασίες πλειστηριασμού, οι τράπεζες θα παίρνουν τα λεφτά τους
από το τίμημα που θα καταβάλλει ο «Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης» και ο οφειλέτης θα έχει στη διάθεσή του
δώδεκα ολόκληρα χρόνια για να χωνέψει ότι πλέον έχασε το σπίτι του. Η
δυνατότητα επαναγοράς πρακτικά μόνο ως ανέκδοτο ακούγεται. Και φυσικά, από τη
στιγμή που θα αρχίσει να ισχύει ο νέος «πτωχευτικός κώδικας», θα πάψει να
ισχύει ό,τι είχε απομείνει από τον νόμο Κατσέλη.
Θα πρέπει λοιπόν
να συνειδητοποιήσει ο ελληνικός λαός ότι έχει να κάνει με αδίστακτους άρπαγες,
που θέλουν οριστικά και αμετάκλητα να τον μετατρέψουν σε παρία. Με αυτό το
νομικό οπλοστάσιο και κάτω από τη διπλή κρίση των μνημονίων και του κορωνοϊού,
τα σπίτια των οφειλετών θα είναι αδύνατον να σωθούν. Θα πρέπει λοιπόν να
υπάρξει άμεση αντίδραση τώρα, προτού να είναι πολύ αργά.
Βασίλης Παπανικολάου