Εκτόξευση τιμών, ιδιωτικοποίηση, σκάνδαλα και ανύπαρκτο όφελος για το περιβάλλον: αυτός είναι ο «απολογισμός» του χρηματιστηρίου ρύπων
Το χρηματιστήριο ρύπων βοήθησε μόνο τα κέρδη όσων συμμετέχουν σε αυτό το καζίνο, αλλά δεν βοήθησε σε τίποτε το περιβάλλον, ενώ ζημίωσε πολύ την τσέπη των Ευρωπαίων καταναλωτών |
Είναι σαφές ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τον πλανήτη και την ανθρωπότητα και υπεύθυνο γι’ αυτό είναι το σημερινό κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Η κλιματική αλλαγή προκαλείται από μια μειοψηφία πλουσίων αλλά επηρεάζει τη φτωχή πλειοψηφία. Η «λύση» που βρήκε το αστικό σύστημα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι να αφεθεί η τύχη του περιβάλλοντος στα χέρια της «ελεύθερης αγοράς». Έτσι δημιουργήθηκε το Χρηματιστήριο Ρύπων, με τον ισχυρισμό ότι η αγορά, εάν γίνει σωστή «ρύθμιση» και δοθούν οικονομικά κίνητρα, μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Αρχής γενομένης από το Πρωτόκολλο του Κιότο (2005), επιτρέπεται στις χώρες να αντιμετωπίζουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ως εμπορεύματα που μπορούν να εμπορευτούν.
Δίνεται στις χώρες ένα όριο εκπομπής CO2 (διοξειδίου του άνθρακα), το οποίο και πρέπει να τηρούν. Στη συνέχεια η κάθε χώρα κατανέμει δωρεάν τα δικαιώματα ρύπανσης στις ρυπογόνες βιομηχανίες. Αυτές με τη σειρά τους πρέπει να τηρήσουν το όριο εκπομπής ρύπων, αλλιώς θα τους επιβληθεί πρόστιμο ή θα πρέπει να αγοράσουν δικαιώματα ρύπων από άλλες βιομηχανίες που τους περισσεύουν ή από το χρηματιστήριο ρύπων. Το πρωτόκολλο δίνει επίσης τη δυνατότητα σε μια χώρα να κερδίσει δικαιώματα ρύπων εάν συμβάλλει στη μείωση ρύπων σε μια άλλη χώρα, όπου και αν βρίσκεται αυτή. Έτσι π.χ. η Σουηδία χρηματοδοτεί φωτοβολταϊκά στην Αφρική, οπότε θα μειωθούν οι ρύποι εκεί, αλλά η Σουηδία θα πάρει τα αντίστοιχα δικαιώματα ρύπων.Εκτιμάται ότι αυτή η παγκόσμια αγορά άνθρακα αξίζει δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως και ότι το εμπόριο άνθρακα θα μπορούσε να γίνει μια χρηματοοικονομική βιομηχανία αξίας τρισεκατομμυρίων. Λεφτά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε αντιρρυπαντικές τεχνολογίες που θα είχαν πραγματικά αποτελέσματα για το περιβάλλον και όχι εικονικά. Στην ουσία αυτό που έχουν καταφέρει με το χρηματιστήριο ρύπων είναι να συνεχίζουν οι μεγάλες πολυεθνικές βιομηχανίες να ρυπαίνουν τον πλανήτη, ενώ ταυτόχρονα αποκομίζουν κέρδος πουλώντας και αγοράζοντας δικαιώματα ρύπανσης.
Οποιοσδήποτε μπορεί να εμπλακεί στην εμπορία άνθρακα και να κερδοσκοπεί. Στην Ευρώπη δεν υπάρχουν περιορισμοί. Ωστόσο, οι κύριες ομάδες που εμπλέκονται στην αγοροπωλησία του άνθρακα είναι: α) εργοστάσια (π.χ. χάλυβα, τσιμέντου, χαρτιού, χημικών προϊόντων και αλουμινίου) που έχουν εφαρμόσει συστήματα ανώτατων ορίων και εμπορίας άνθρακα, β) εμπορικές εταιρείες όπως hedge funds, γ) εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και άλλες επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, δ) τράπεζες και ε) μεσίτες άνθρακα, είτε ως εισαγωγείς είτε ως μεσάζοντες.
Στην πολυεθνική εταιρεία παραγωγής χάλυβα ArcelorMittal, με έδρα το Λουξεμβούργο, παραχωρήθηκαν απλόχερα δικαιώματα εκπομπών (σύμφωνα με έκθεση της Greenpeace), με αποτέλεσμα το 2009 να κερδίσει περίπου 70 εκατομμύρια και το 2010 103 εκατομμύρια ευρώ από την πώληση των πλεονασματικών δικαιωμάτων εκπομπών. Τέτοιου είδους πολυεθνικές εκβιάζουν ότι, αν παρθούν αυστηρά μέτρα για τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα, θα εγκαταλείψουν τις ευρωπαϊκές χώρες και θα επενδύσουν σε περιοχές λιγότερο αυστηρές.
Το 2009 η Europol εντόπισε μια ενδοκοινοτική κομπίνα αγοραπωλησίας δικαιωμάτων ρύπων με την ονομασία «carousel» ή «αφανής έμπορος» όπου στο τέλος χάνεται ένα τεράστιο ποσό ΦΠΑ το οποίο δεν καταβάλλεται ποτέ στο κράτος.
Τελικά οι μοναδικές πραγματικές μειώσεις ρύπων που έγιναν ήταν λόγω της οικονομικής ύφεσης, της πανδημίας και των λοκντάουν. Η απολιγνιτοποίηση στην Ελλάδα μας κατέταξε 3ους στην Ευρώπη με μείωση στους ρύπους 56%. Καμαρώνουμε για αυτό, παραβλέποντας το ενεργειακό πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την απολιγνιτοποίηση της ΔΕΗ, τις υπέρογκες αυξήσεις των λογαριασμών και τέλος ας μας πει κάποιος, τα χρήματα από την πώληση των δικαιωμάτων που προέκυψαν από τη μείωση των εκπομπών του λιγνίτη, ποιος τα καρπώνεται;
Όπως οι περισσότερες συναλλαγές στον χρηματοπιστωτικό τομέα, και η συναλλαγή των ρύπων του άνθρακα είναι αυτό που ο Μαρξ χαρακτήριζε «πλασματικό κεφάλαιο» – κεφάλαιο χωρίς πραγματική αξία, το οποίο χρησιμεύει μόνο στη δημιουργία φούσκας περιουσιακών στοιχείων, βοηθώντας προσωρινά τους τραπεζίτες και τους χρηματιστές να εξασφαλίζουν γρήγορο και υψηλό κέρδος. Συμπέρασμα; Το χρηματιστήριο ρύπων δεν παρέχει κίνητρα για τον περιορισμό της ρύπανσης αλλά κίνητρα για τις πολυεθνικές να εξακολουθούν να ρυπαίνουν και να πληρώνονται αδρά για αυτό. Η κλιματική αλλαγή μπορεί να επιλυθεί μόνο από ένα σύστημα του οποίου η οικονομία σχεδιάζεται σύμφωνα με τις ανάγκες των ανθρώπων και του περιβάλλοντος. Και αυτό περιλαμβάνει εθνικοποιήσεις των κύριων μοχλών της οικονομίας όπως οι τράπεζες, η ενεργειακή βιομηχανία και οι μεταφορές υπό τον έλεγχο των εργαζομένων.
Όλγα Στεφανίδου